Η συνεργασία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς (Ευρωπαϊκή Επιτροπή και Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα) της τρόικας στα προγράμματα βοήθειας χωρών της Ευρωζώνης οδήγησε συχνά στην καθυστέρηση της λήψης αποφάσεων και κάποιες φορές στον αποκλεισμό μέτρων, όπως της αναδιάρθρωσης του χρέους της Ελλάδας, αναφέρει εσωτερική έκθεση του Ταμείου, σύμφωνα με το πρακτορείο Bloomberg. Το δημοσίευμα αυτό ενισχύει την αίσθηση για αποκλίσεις μεταξύ ΔΝΤ και Ευρωπαίων σχετικά με τη διαχείριση της κρίσης.
«Θεσμικοί περιορισμοί στην Ευρωζώνη περιόρισαν περιστασιακά τις εναλλακτικές επιλογές πολιτικής, οι οποίες θα μπορούσαν διαφορετικά να είχαν εξετασθεί – κυρίως την αναδιάρθρωση του χρέους για την ενίσχυση της βιωσιμότητας του χρέους, ιδιαίτερα για τα τραπεζικά χρέη της Ιρλανδίας και το δημόσιο χρέος της Ελλάδας», αναφέρει η έκθεση.
Τα στελέχη του ΔΝΤ σημειώνουν ότι, ενώ η συνεργασία του Ταμείου με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την ΕΚΤ για την από κοινού διαμόρφωση των πακέτων βοήθειας για την Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία ήταν χρήσιμη και βελτιώθηκε με το πέρασμα του χρόνου, πρόσθεσε «ένα επίπεδο περιπλοκότητας» στον σχεδιασμό και τον έλεγχο των όρων για τη χορήγηση των δανείων. Σε σύγκριση με τα παραδοσιακά προγράμματα του ΔΝΤ, η ύπαρξη αρκετών εμπλεκομένων κατέληγε συχνά «σε μακρύτερες συζητήσεις για τα προγράμματα και λιγότερο αποτελεσματικές αποφάσεις», αναφέρουν τα στελέχη του Ταμείου. «Ο σχεδιασμός του προγράμματος έγινε περίπλοκος στις περιπτώσεις, όπου οι χώρες αντιμετωπίζουν υψηλό βάρος χρέους, απώλεια πρόσβασης στις αγορές, χαμηλή ανάπτυξη και ζητήματα ανταγωνιστικότητας, και όπου οι περιορισμοί της νομισματικής ένωσης περιορίζουν τις επιλογές της πολιτικής», αναφέρει η έκθεση που δόθηκε στο Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου. Σε άλλο σημείο της τονίζεται ότι «η βιωσιμότητα του χρέους και προβλήματα ανταγωνιστικότητας απαιτούν βαθιά και παρατεταμένη προσαρμογή της πολιτικής, σε συνδυασμό με μεγάλης κλίμακας επίσημη χρηματοδότηση».
Το Bloomberg σημειώνει ότι η έκθεση, η οποία εξετάζει τα προγράμματα βοήθειας του ΔΝΤ από το 2002 έως τον Σεπτέμβριο του 2011, αποκαλύπτει τις εντάσεις που υπάρχουν στο εσωτερικό της τρόικας, σε μία περίοδο που το Ταμείο μπορεί να κληθεί να βοηθήσει στον έλεγχο χωρών στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς ομολόγων από την ΕΚΤ. Η έκθεση του Ταμείου αντανακλά τη δυναμική στις διαβουλεύσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη μεταξύ των τριών θεσμών της τρόικας, καθώς πρέπει να αποφασίσουν για τη χορήγηση στην Ελλάδα του δανείου των 130 δις. ευρώ, που συμφωνήθηκε στο πλαίσιο του δεύτερου προγράμματος βοήθειας, αναφέρει ο κ. Τόμας Κόστεργκ, οικονομολόγος της τράπεζας Standard Chartered στο Λονδίνο. «Είναι δύσκολο να μη συσχετίσει κανείς αυτή την έκθεση με το ευρύτερο πλαίσιο της κλιμακούμενης έντασης, καθώς πλησιάζει η καταληκτική προθεσμία για τη χορήγηση της επόμενης δόσης του δανείου στην Ελλάδα, ενώ η ομάδα των ελεγκτών που βρίσκεται στην Αθήνα φαίνεται να κάνει μικρή πρόοδο», δήλωσε ο κ. Κόστεργκ.
Σύμφωνα με την έκθεση, το μέγεθος και η διάρκεια της ενίσχυσης της ρευστότητας από την ΕΚΤ ήταν μεταξύ των «ευαίσθητων θεμάτων» που κατέληγαν σε «μακρές συζητήσεις». Οι διευθυντές του Διοικητικού Συμβουλίου του ΔΝΤ, οι οποίοι συζήτησαν την έκθεση στις 5 Σεπτεμβρίου, «εξέφρασαν μεγάλου εύρους απόψεις για τα πρόσφατα μεγάλης κλίμακας προγράμματα για τις χώρες της Ευρωζώνης» και «ενθάρρυναν τα στελέχη του Ταμείου να εξάγουν έγκαιρα προκαταρκτικά διδάγματα από τις περιπτώσεις αυτές, συμπεριλαμβανομένου του συντονισμού με τους εταίρους στην τρόικα και τους τρόπους σχεδιασμού των προγραμμάτων και τους όρους πολιτικής». Τα στελέχη του Ταμείου αναφέρουν ότι ο αριθμός και η φύση των μέτρων που τίθενται ως όροι για τη χορήγηση των δανείων στην Ευρωζώνη κινούνται αντίθετα στις πρόσφατες προσπάθειες να υπάρχουν λίγοι και στοχευμένοι όροι. Σύμφωνα με την έκθεση, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προσπάθησε να εισάγει σαρωτικές αλλαγές σε ορισμένες χώρες, που περιλάμβαναν τη δημόσια διοίκηση, το δικαστικό σύστημα και την αγορά εργασίας. «Ενώ η αξιολόγηση των λίγων όρων του ΔΝΤ είναι απλή, το μεγάλο σύνολο των μέτρων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής καθιστά αναγκαία μία μεγάλης κλίμακας αξιολόγηση της υλοποίησής τους, πριν από την έγκριση μίας δόσης», σημειώνει η έκθεση.