Με τους χειρότερους δυνατούς όρους θα κληθεί η Ελλάδα να εφαρμόσει τη νέα φάση του συστήματος εμπορίας ρύπων, εξαιτίας μιας σειράς λαθών που έγιναν στο στάδιο της διαπραγμάτευσης για τη θέσπιση της σχετικής ευρωπαϊκής οδηγίας.
Με λίγα λόγια, ως γνωστόν από την 1η Ιανουαρίου του 2013 καταργούνται οι δωρεάν κατανομές δικαιωμάτων ρύπων για την ηλεκτροπαραγωγή και συνεχίζεται η κατανομή για τη βιομηχανία.
Οι ηλεκτροπαραγωγοί λοιπόν θα αγοράζουν από τα χρηματιστήρια ρύπων δικαιώματα εκπομπής ρύπων τα οποία θα δημοπρατούνται όπως συμβαίνει και σήμερα.
Η βιομηχανία θα συνεχίσει να λειτουργεί υπό τις παρούσες συνθήκες, αν και για εκείνη θα υπάρξουν μειώσεις σταδιακά όλο και μεγαλύτερες στα δωρεάν δικαιώματα εκπομπής που λαμβάνει. Και για τη βιομηχανία πάντως υπάρχει η πρόβλεψη για αγορά μέσω χρηματιστηρίων, περισσότερων δικαιωμάτων εκπομπής σε περίπτωση που κάποια επιχείρηση υπερβεί τη δωρεάν κατανομή.
Ποιος όμως θα δημοπρατεί τα δικαιώματα; Σύμφωνα με τη σχετική οδηγία το κάθε κράτος μέλος θα λάβει έναν αριθμό δικαιωμάτων, με βάση τους ρύπους που εκπέμπονται από τους παραγωγούς ηλεκτρισμού. Σύμφωνα ωστόσο με τις προβλέψεις της σχετικής οδηγίας της ΕΕ η Ελλάδα θα πάρει για δημοπράτηση λιγότερα δικαιώματα από αυτά που εκπέμπει η ηλεκτροπαραγωγή της χώρας.
Σημειώνεται ότι η χώρα μας έχει περίπου 48 εκατ. τόνους CO2 για την ηλεκτροπαραγωγή και 20 εκατ. τόνους για τη βιομηχανία
Ο μηχανισμός
Σύμφωνα λοιπόν με το νέο μηχανισμό η κατανομή των δικαιωμάτων προς δημοπράτηση γίνεται ως εξής στα κράτη μέλη: από το σύνολο των δικαιωμάτων αφαιρείται το ποσό των δικαιωμάτων για τη βιομηχανία και τα εναπομείναντα δικαιώματα μοιράζονται στα κράτη μέλη ανάλογα με το ποσοστό του κάθε κράτους μέλους στο σύνολο όλων των εκπομπών και όχι μόνο της ηλεκτροπαραγωγής.
Καθώς λοιπόν επελέγη το συγκεκριμένο σύστημα (να γίνεται η κατανομή των υπό δημοπράτηση δικαιωμάτων που θα κατευθυνθούν στα κράτη, όχι με βάση τις ανάγκες της ηλεκτροπαραγωγής αλλά με βάση τις συνολικές ανάγκες) ευνοημένες βγαίνουν οι χώρες με μεγάλη βιομηχανία και χαμηλές εκπομπές ρύπων στην ηλεκτροπαραγωγή (Γαλλία, Γερμανία) ενώ αντίθετα οι πλέον ζημιωμένες χώρες είναι εκείνες με μικρή βιομηχανική παραγωγή και υψηλές εκπομπές ρύπων (Ελλάδα).
Συγκεκριμένα για τη χώρα μας προκύπτει πολύ μικρό ποσοστό στο σύνολο (3,4%) που αντιστοιχεί σε 35 εκατ. δικαιώματα, αντί για 48 εκατ. δικαιώματα που θα δικαιούτο εάν η κατανομή γινόταν με βάση τις ανάγκες της ηλεκτροπαραγωγής.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι το διαθέσιμο ποσό από τις δημοπρασίες που θα κατευθυνθεί στο πράσινο ταμείο και θα προκύψει από τα έσοδα της δημοπράτησης συρρικνώνεται κατά περίπου 15 εκατ. δικαιώματα ετησίως. Εάν υπολογιστεί ως μέση τιμή των δικαιωμάτων, ένα μέγεθος της τάξης των 10 ευρώ ο τόνος, τότε τα έσοδα που χάνει το κράτος φτάνουν τα 150 εκατ. ευρώ ετησίως, ποσό που ανάλογα με τη διακύμανση στο χρηματιστήριο των ρύπων μπορεί να αυξηθεί και σε κάθε περίπτωση σε βάθος χρόνου σημαίνει απώλειες πάνω από το δισεκατομμύριο για το πράσινο ταμείο.
Και αυτό το παράδειγμα, που προκύπτει από την ανάλυση των δεδομένων που γίνονται ενόψει της εφαρμογής της δεύτερης φάσης του συστήματος εμπορίας από την 1η Ιανουαρίου του 2013, δείχνει ότι η λέξη lobbying είναι άγνωστη για το πολιτικό σύστημα με αποτέλεσμα η χώρα να καλείται να εφαρμόσει το νέο σύστημα ουσιαστικά απροστάτευτη με τους χειρότερους δυνατούς όρους. Θυμίζουμε ότι η χώρα μας δεν έκανε καν προσπάθεια να εξαιρεθεί και να μπει στην κατηγορία χωρών που απολαμβάνουν το περίφημο “derogation”.
Πηγή: energypress.gr