Η έλλειψη ρευστότητας πνίγει την εξαγωγική δραστηριότητα. Σύμφωνα με έρευνα του Πανελλήνιου Συνδέσμου Εξαγωγέων (ΠΣΕ) το 38,7% των εξαγωγικών επιχειρήσεων αντιμετωπίζουν οξυμένα προβλήματα ρευστότητας και τούτο παρά το γεγονός ότι έχουν προχωρήσει σε σημαντικές περικοπές δαπανών, ενώ το 2,9% των εξαγωγικών επιχειρήσεων έκλεισαν. Οπως αναφέρεται χαρακτηριστικά «το 2011 προβλήματα ρευστότητας αντιμετώπιζε το 25,2% των εξαγωγικών επιχειρήσεων, το 2010 το 7,3% και το 2009, χρονιά που κατέρρευσαν οι ελληνικές εξαγωγές, το 10,65%».
Πάντως όπως επισημαίνει ο ΠΣΕ τα στοιχεία της έρευνας δείχνουν ότι έχουν κλείσει ή σταματήσει την εξαγωγική τους δραστηριότητα το 15,4% των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνταν στις διεθνείς αγορές το 2009 (σχεδόν 1 στις 7 εξαγωγικές επιχειρήσεις). Ωστόσο, θετικό είναι το γεγονός ότι σε σχέση με τα εν λόγω «λουκέτα», υπήρξε ένας σημαντικός αριθμός νέων επιχειρήσεων που είτε ιδρύθηκαν με σκοπό τις εξαγωγές, είτε απέκτησαν εξαγωγική δραστηριότητα την τελευταία 4ετία. Έτσι για κάθε ένα «λουκέτο», «άνοιξαν» 3 νέες εξωστρεφείς επιχειρήσεις.
Σε δήλωση της η πρόεδρος του ΠΣΕ κυρία Χριστίνα Σακελλαρίδη σημειώνει ότι «η δυναμική των ελληνικών εξαγωγών απειλείται άμεσα από την τραγική έλλειψη ρευστότητας στην αγορά. Σχεδόν 2 στις 5 ελληνικές εξαγωγικές επιχειρήσεις βρίσκονται στα όρια της βιωσιμότητάς τους, με αποτέλεσμα χιλιάδες θέσεις εργασίας να καθίστανται επισφαλείς και να πολλαπλασιάζονται οι πιθανότητες περαιτέρω εμβάθυνσης της κρίσης στη χώρα. Υπενθυμίζεται ότι χωρίς την αύξηση των εξαγωγών τα τελευταία χρόνια η ύφεση θα ήταν πάνω από 2 ποσοστιαίες μονάδες βαθύτερη και οι επιπτώσεις της στην ανεργία και το εισόδημα των ελλήνων δυσβάσταχτες.
Προγράμματα ενίσχυσης ρευστότητας, όπως το πρωτοποριακό Πρόγραμμα «Εξωστρέφεια ΟΑΕΠ» προσέφεραν λύσεις, διεξόδους και ανάσες σε πολλές επιχειρήσεις, αλλά θα πρέπει να συνεχιστούν και να ενισχυθούν περαιτέρω. Η αύξηση των ρυθμών απορρόφησης του ΕΣΠΑ, είναι θετικός οιωνός και η επικείμενη προκήρυξη του Προγράμματος «Εξωστρέφεια – Ανταγωνιστικότητα Β’ Κύκλος» από τον αρμόδιο υπουργό Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, κ. Κ. Χατζηδάκη θα λειτουργήσει ενισχυτικά προς την κατεύθυνση αυτή. Οι ανάγκες όμως της πραγματικής οικονομίας της χώρας είναι πολλαπλάσιες και πρέπει άμεσα να προωθηθούν τόσο οι καταβολές των οφειλών του Δημοσίου στις επιχειρήσεις, όπως οι επιστροφές ΦΠΑ, όσο και η επανεκκίνηση γραμμών χρηματοδότησης για παραγωγικές επενδύσεις, από το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, στο πλαίσιο και των ανακατατάξεων και των συγχωνεύσεων του κλάδου».
Αναλυτικότερα σύμφωνα με την έρευνα του ΠΣΕ μεταξύ των επιχειρήσεων – μελών του, το 2009, οπότε υπήρξε και κατακόρυφη πτώση των εξαγωγών, ελέω της παγκόσμιας κρίσης, το 10,65% των εξαγωγικών επιχειρήσεων της χώρας αντιμετώπιζε προβλήματα ρευστότητας. Ως αποτέλεσμα αυτών των πιέσεων το 7,7% των επιχειρήσεων προχώρησε σε παύση εξαγωγικής δραστηριότητες ή έκλεισαν οριστικά. Μάλιστα για κάθε 7 «λουκέτα», μόλις 1 επιχείρηση στράφηκε για πρώτη φορά στη διεθνή αγορά.
Το 2010, έτος ανάκαμψης των εξαγωγών, περιορίστηκαν τα προβλήματα στην αγορά και μόλις το 7,3% δήλωναν ότι αντιμετώπιζαν προβλήματα ρευστότητας, ενώ περιορίστηκε και ο αριθμός των «λουκέτων» στο 3,65% του συνόλου των ενεργών επιχειρήσεων. Αντίστοιχα, εκτινάχθηκε στο 11% ο ρυθμός αύξησης των νέων εξωστρεφών επιχειρήσεων και για κάθε μία επιχείρηση που έκλεινε ή σταματούσε την εξαγωγική δραστηριότητα, ξεκινούσαν εξαγωγές 3 νέες επιχειρήσεις.
Η κατάσταση άρχισε να επιδεινώνεται σημαντικά το 2011, οπότε 1 στις 4 – το 25,2% – εξαγωγικές επιχειρήσεις δήλωναν ότι αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα ρευστότητας και προχώρησαν σε μεγάλες περικοπές λειτουργικών και άλλων δαπανών. Ωστόσο, την ίδια χρονιά, ήταν εντυπωσιακή η αύξηση του ρυθμού δημιουργίας ή απόκτησης εξωστρεφούς προσανατολισμού από επιχειρήσεις, καθώς για κάθε 1 επιχείρηση που σταματούσε τη δραστηριότητά της, 9 νέες άνοιγαν ορίζοντες για τη διεθνή αγορά.
Εν τω μεταξύ εφέτος το 38,7% (σχεδόν 2 στις 5 επιχειρήσεις) δηλώνουν ότι βρίσκονται αντιμέτωπες με κρίση ρευστότητας και έχουν προχωρήσει σε σημαντικές περικοπές δαπανών. Αντίστοιχα, συνεχίστηκαν με σταθερούς ρυθμούς (το 2,9%) τα «λουκέτα» εξωστρέφειας και περιορίστηκε σημαντικά ο ρυθμός ίδρυσης ή διεθνοποίησης νέων εταιρειών (στο 1/3 του 2011).
Αλλά μεγαλύτερα φαίνεται να είναι τα προβλήματα για τις μεγάλες εξαγωγικές επιχειρήσεις, σε σχέση με τις μικρομεσαίες, καθώς εμφανίζουν και μεγαλύτερες λειτουργικές δαπάνες, αλλά και εξαιτίας του γεγονότος ότι σε αυτές οφείλονται μεγαλύτερα ποσά επιστροφών ΦΠΑ. Το 2011 εκ των επιχειρήσεων που δήλωναν ότι αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστότητας το 58,5% αφορούσε ΑΕ, το 19,5% ΕΠΕ, το 12,2% ΟΕ-ΕΕ και το 9,75% Πολύ Μικρές και Ατομικές Επιχειρήσεις. Στη διάρκεια του 2012 η κρίση επεκτάθηκε σε όλα τα επίπεδα κεφαλαιοποίησης, με αποτέλεσμα εκ των επιχειρήσεων που αντιμετωπίζουν προβλήματα το 47,94% είναι ΑΕ, το 23,2% ΟΕ-ΕΕ, το 15% ΕΠΕ και το 13,7% Πολύ Μικρές και Ατομικές Επιχειρήσεις.
Μεταξύ των κλάδων, μεγαλύτερες πιέσεις φαίνεται ότι δέχονται οι κλάδοι των τροφίμων, των φαρμάκων, αλλά και των μεταφορών. ρευστοτητα. Και με βάση σχετική έρευνα του υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας το 2011, σε συνεργασία με τον ΠΣΕ, η συντριπτική πλειοψηφία των ερωτηθέντων αναγνώρισε ως ικανή συνθήκη βιωσιμότητας και επέκτασης των εξαγωγικών τους δραστηριοτήτων, την πρόσβαση σε κεφάλαιο κίνησης ύψους 500.000 ως 1 εκατ. ευρώ. Οι εξαγωγικές επιχειρήσεις προέβαλαν ως βασική ανάγκη την πρόσβαση σε χρηματοπιστωτικά προϊόντα προχρηματοδότησης εξαγωγών (εξασφάλιση πρώτων υλών, κάλυψη κόστους συσκευασίας-μεταφοράς προϊόντων κτλ.), στα πρότυπα άλλων ανταγωνιστικών χωρών και παροχών αντίστοιχων της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD).
Στην Ελλάδα σήμερα οι επιχειρήσεις όλων των μεγεθών και των νομικών μορφών, με συγκυριακή, εποχιακή ή μόνιμη εξαγωγική δραστηριότητα υπολογίζονται σε 12.000, ενώ το 51% των συνολικών ελληνικών εξαγωγών προέρχονται από την Αττική. Παράλληλα ποσοστό μεγαλύτερο του 70% του συνόλου των εξαγωγών επιτυγχάνεται από την εξαγωγική δραστηριότητα των 200 μεγαλύτερων εξαγωγικών επιχειρήσεων της χώρας.
Το 23% των επιχειρήσεων – μελών του ΠΣΕ είναι Μεγάλες και Πολύ Μεγάλες Επιχειρήσεις, το 44% Μεσαίες Επιχειρήσεις και το 33% Μικρές και Πολύ Μικρές Επιχειρήσεις και απασχολούν συνολικά 199.895 εργαζομένους.