Νέο σύστημα καθορισμού του κατώτατου μισθού υπαλλήλων και ημερομισθίου εργατοτεχνιτών, νομοθετικώς ορισμένου, θεσπίζεται με πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου, η οποία θα οριστεί εντός του πρώτου τριμήνου του 2013. Το νέο αυτό σύστημα θα τεθεί σε ισχύ την 1η Απριλίου 2013.
Σύμφωνα με την ερμηνευτική εγκύκλιο για τα εργασιακά, που δημοσιοποιήθηκε επισήμως χθες, με το νέο σύστημα θα ορίζεται η διαδικασία διαμόρφωσης του νομοθετικώς καθορισμένου νόμιμου κατώτατου μισθού και κατώτατου ημερομισθίου για τους εργαζόμενους ιδιωτικού δικαίου όλης της χώρας. Η διαδικασία αυτή θα πρέπει να λάβει υπόψη την κατάσταση και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, της αγοράς εργασίας (ιδίως ως προς τα ποσοστά ανεργίας και απασχόλησης). Στη διαδικασία αυτή θα προβλέπεται η διαβούλευση της κυβέρνησης με εκπροσώπους κοινωνικών εταίρων, εξειδικευμένους επιστημονικούς, ερευνητικούς και λοιπούς φορείς, αλλά τις τελικές αποφάσεις θα έχει η Κυβέρνηση.
Στην ερμηνευτική εγκύκλιο αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι έως ότου η ανεργία διαμορφωθεί σε ποσοστό κάτω του 10%, αναστέλλεται η προσαύξηση του νομοθετικώς καθορισμένου νόμιμου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου για προϋπηρεσία, που συμπληρώνεται μετά τη 14/2/2012, ημερομηνία δημοσίευσης του Ν. 4046/2012.
Με την πράξη Υπουργικού Συμβουλίου (ΠΥΣ 6/2012) αναστέλλεται η ισχύς διατάξεων νόμων, κανονιστικών πράξεων, συλλογικών συμβάσεων ή διαιτητικών αποφάσεων, οι οποίες προβλέπουν αυξήσεις μισθών ή ημερομισθίων, περιλαμβανομένων και εκείνων περί υπηρεσιακών ωριμάνσεων, με μόνη προϋπόθεση την πάροδο συγκεκριμένου χρόνου εργασίας, όπως ενδεικτικά ορίζεται από την εν λόγω διάταξη το επίδομα τριετίας.
Οι εθνικές γενικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας καθορίζουν τους ελάχιστους μη μισθολογικούς όρους εργασίας, που ισχύουν για τους εργαζόμενους όλης της χώρας. Βασικοί μισθοί, βασικά ημερομίσθια, κάθε είδους προσαυξήσεις αυτών και γενικά κάθε άλλος μισθολογικός όρος ισχύουν μόνο για τους εργαζόμενους που απασχολούνται από εργοδότες των συμβαλλόμενων εργοδοτικών οργανώσεων και δεν επιτρέπεται να υπολείπονται του νομίμου νομοθετημένου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου. Οι κλαδικές, επιχειρησιακές και εθνικές ή τοπικές ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις δεν επιτρέπεται να περιέχουν όρους εργασίας δυσμενέστερους για τους εργαζόμενους από τους όρους εργασίας των εθνικών γενικών συλλογικών συμβάσεων.
Εργοδότες – επιχειρήσεις που είναι μέλη των εργοδοτικών οργανώσεων που συμβάλλονται στο πλαίσιο Εθνικών Γενικών Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και εν προκειμένω στο πλαίσιο της ισχύουσας Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας και συγκεκριμένα των εν προκειμένω εργοδοτικών οργανώσεων που την υπογράφουν, ήτοι των ΣΕΒ ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ συνεχίζουν να δεσμεύονται τόσο από τους μη μισθολογικούς όρους όσο και από τους μισθολογικούς όρους της ισχύουσας ΕΓΣΣΕ (βασικός μισθός ή ημερομίσθιο + τριετίες + επίδομα γάμου).
Εργοδότες – επιχειρήσεις, που δεν είναι μέλη των αντίστοιχων εργοδοτικών οργανώσεων που συμβάλλονται στο πλαίσιο Εθνικών Γενικών Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και εν προκειμένω της ισχύουσας ΕΓΣΣΕ, και συγκεκριμένα των εν προκειμένω εργοδοτικών οργανώσεων που την υπογράφουν, ήτοι των ΣΕΒ, ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ, συνεχίζουν να δεσμεύονται από τους μη μισθολογικούς όρους της ισχύουσας ΕΓΣΣΕ, αλλά από την 12/11/2012 (ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου) δεν δεσμεύονται από τους μισθολογικούς όρους που η ισχύουσα ΕΓΣΣΕ ορίζει. Από τους όρους αυτούς θα εξαρτάται και το περιεχόμενο επιχειρησιακών συμβάσεων.
Οι αποζημιώσεις
Για τις αποζημιώσεις, ως γνωστόν, περιορίζεται ο χρόνος προειδοποίησης, για μισή αποζημίωση σε τέσσερις μήνες το ανώτερο, αλλάζει ο υπολογισμός και προβλέπεται ανώτατο πλαφόν 2000 για επιπλέον αποζημίωση μόνο εργαζόμενων που κατά το χρόνο ψήφισης του νόμου εργαζόντουσαν σε μια επιχείρηση πάνω από 16 χρόνια.
Με την εγκύκλιο διευκρινίζεται ότι την επιπλέον αποζημίωση (πέρα των 12 μισθών), τη δικαιούνται οι εργαζόμενοι οι οποίοι στις 12-11-2012, ημερομηνία δημοσίευσης του Ν. 4093/2012, συμπλήρωσαν στον ίδιο εργοδότη υπηρεσία 17 ετών και άνω και ότι η υπηρεσία που θα διανύσουν στον ίδιο εργοδότη μετά τη 12-11-2012 δεν θα συνεχίσει να προσμετράται για τον υπολογισμό της αποζημίωσή τους. Δηλαδή η επιπλέον αυτή αποζημίωση θα παγιωθεί στον αριθμό των μισθών στον οποίο έχει ανέλθει τη 12-11-2012, οποτεδήποτε και αν απολυθούν οι ιδιωτικοί υπάλληλοι με σχέση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου με υπηρεσία στον ίδιο εργοδότη άνω των 17 ετών, έπειτα απ’ αυτή την ημερομηνία, καθώς ο μεταγενέστερος χρόνος υπηρεσίας τους δεν θα λαμβάνεται πλέον υπόψη.
Ο υπολογισμός της επιπλέον αυτής αποζημίωσης γίνεται βάσει των τακτικών αποδοχών του τελευταίου μήνα, πριν από την καταγγελία της σύμβασης εργασίας, υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τακτικές αποδοχές κατά το ποσό που υπερβαίνουν τις δύο χιλιάδες (2.000) ευρώ.
Για τον υπολογισμό επιπλέον αποζημίωσης ιδιωτικών υπαλλήλων που πληρούν τις προϋποθέσεις για λήψη πλήρους σύνταξης γήρατος, στην εγκύκλιο αναφέρεται ότι ο νομοθέτης διατυπώνει ρητή εξαίρεση από το νέο σύστημα υπολογισμού ως προς τους ιδιωτικούς υπαλλήλους που πληρούν τις προϋποθέσεις για λήψη πλήρους σύνταξης γήρατος, κατά τα προβλεπόμενα στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 8 του Ν. 3198/1955, όπως ισχύει.
Συγκεκριμένα για τον υπολογισμό αυτής της αποζημίωσης λαμβάνονται υπόψη οι τακτικές αποδοχές του τελευταίου μήνα πριν από την καταγγελία της σύμβασης εργασίας υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης.
Στην εγκύκλιο αναφέρεται ότι «από τις ρυθμίσεις συνάγεται πως η εξαίρεση του υπολογισμού αποζημίωσης ιδιωτικών υπαλλήλων που πληρούν τις προϋποθέσεις για λήψη πλήρους σύνταξης γήρατος αναφέρεται τόσο και στο ποσό των αποδοχών που λαμβάνονται υπόψη όσο στο διανυθέντα χρόνο.
Συνεχίζει να ισχύει το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του Ν. 3198/1955 (98 Α’) στο οποίο αναφέρεται ότι κατά τον υπολογισμό της αποζημίωσης απόλυσης δε λαμβάνονται υπόψη οι τακτικές αποδοχές του τελευταίου μήνα κατά το ποσό που υπερβαίνουν το οκταπλάσιο του ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη πολλαπλασιαζόμενο επί τον αριθμό 30».
Σε ποιες περιπτώσεις καταβάλλεται το επίδομα γάμου
Το επίδομα γάμου υποχρεούνται να καταβάλουν εργοδότες – επιχειρήσεις που δεσμεύονται από ισχύουσες κλαδικές, ομοιοεπαγγελματικές ή επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας που το προβλέπουν.
Από τη 12/11./2012 (ημερομηνία δημοσίευσης του Ν. 4093/2012) εργοδότες – επιχειρήσεις που δεν δεσμεύονται από ισχύουσες κλαδικές, ομοιοεπαγγελματικές ή επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή δεν είναι μέλη των εργοδοτικών οργανώσεων που συμβάλλονται στο πλαίσιο της ισχύουσας ΕΓΣΣΕ, ήτοι των ΣΕΒ, ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ «δύνανται» όπως αναφέρεται στην εγκύκλιο να συνεχίζουν κανονικά την καταβολή του επιδόματος γάμου, περιγραφή που παραπέμπει σε κατάργηση, για τη συγκεκριμένη κατηγορία, όπως σχολιάζεται από αρμόδιες πηγές του υπουργείου.
Στην εγκύκλιο σημειώνεται ότι σε κάθε περίπτωση με Εθνικές Γενικές, Κλαδικές, Ομοιοεπαγγελματικές και Επιχειρησιακές Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας μπορούν να συμφωνούνται ελευθέρως από τα συμβαλλόμενα μέρη μισθολογικοί όροι οποιουδήποτε είδους και ύψους (βασικοί μισθοί, ημερομίσθια, προσαύξηση ωριμάνσεων, παντός είδους επιδόματα κ.λπ.).
Οι μισθολογικοί αυτοί όροι σε κάθε περίπτωση όμως δεν μπορούν να είναι δυσμενέστεροι από τους προβλεπόμενους μισθολογικούς όρους του νόμιμου νομοθετημένου κατώτατου μισθού και ημερομίσθιου, όπως ορίζεται στις περιπτώσεις 1 και 3 της υποπαραγράφου ΙΑ.11 του πρώτου άρθρου του Ν. 4093/2012.
Τέλος, ακόμη και όροι ατομικών συμβάσεων δεν επιτρέπεται να ορίζουν μηνιαίες τακτικές αποδοχές ή ημερομίσθιο πλήρους απασχόλησης κατώτερο από τον νομοθετικώς καθορισμένον κατώτατο μισθό και ημερομίσθιο (περίπτωση 3ζ της υποπαραγράφου ΙΑ.11 του πρώτου άρθρου του Ν. 4093/2012.), όπως αναφέρεται στην εγκύκλιο.
Θέματα για την απασχόληση
Με την εγκύκλιο παρέχονται και διευκρινίσεις για το ωράριο εργασίας, τις υπερωρίες και θέματα χρόνου απασχόλησης. Μεταξύ άλλων, στην ερμηνευτική εγκύκλιο αναφέρεται ότι αίρεται από την 12/11/2012, ημερομηνία δημοσίευσης του Ν. 4093/2012, η απαγόρευση της απασχόλησης των εργαζομένων κατά τις ώρες που δεν λειτουργούν τα καταστήματα.
Επίσης, από τη 12/11/2012, ημερομηνία δημοσίευσης του Ν. 4093/2012, είναι επιτρεπτή η υπέρβαση του νομίμου ημερήσιου ωραρίου έως 2 ώρες ημερησίως και μέχρι 120 ώρες το έτος, ως υπερωριακής απασχόλησης, για το προσωπικό των επιχειρήσεων που δεν υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του ΝΔ 515/70. Επιχειρήσεων που απασχολούν τακτικό προσωπικό με συμβάσεις αόριστου χρόνου και έκτακτο προσωπικό με συμβάσεις ορισμένου χρόνου και παρουσιάζουν, σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο του έτους, μεγάλη σώρευση εργασίας εξαιτίας του είδους ή του αντικειμένου εργασιών τους, ο εργοδότης μπορεί να χορηγεί στο τακτικό προσωπικό το ενιαίο τμήμα των 10 ή 12 εργασίμων ημερών αδείας επί πενθημέρου ή εξαημέρου αντίστοιχα σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο του ημερολογιακού έτους, εντός του οποίου πρέπει να χορηγηθεί η άδεια και ιδιαιτέρως σε σημείο κατά το οποίο έχει μειωθεί η ιδιαίτερη ένταση εργασίας.
Η συγκεκριμένη απόφαση του εργοδότη για την χορήγηση του τμήματος άδειας των δύο (2) εργάσιμων εβδομάδων, καθώς και η αίτηση του εργαζομένου για κατάτμηση άδειας δεν απαιτούν έγκριση από την Κοινωνική Επιθεώρηση Εργασίας, αλλά διατηρούνται επί πέντε (5) έτη στην επιχείρηση και είναι στη διάθεση των επιθεωρητών εργασίας.