Ακόμα και το 2022, ύστερα δηλαδή από μια δεκαετία, το προσχέδιο της έκθεσης της Κομισιόν για την πορεία του ελληνικού χρέους δεν αφήνει και πολλά περιθώρια αισιοδοξίας, καθώς τονίζει ότι οι δυσκολίες εξοδου της χώρας μας στις Αγορές θα παραμένουν σημαντικές.
Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί το γεγονός ότι οι εκτιμήσεις των τεχνοκρατών της ΕΕ διατυπώθηκαν μετά τις αποφάσεις για τη μείωση του χρέους, που ελήφθησαν στο πρόσφατο Eurogroup.
Ταυτόχρονα, γίνεται αναφορά στο ασφυκτικό πλαίσιο εποπτείας του προϋπολογισμού και του ειδικού λογαριασμού για το χρέος που επιβάλλει η τρόικα, αξιολογούνται τα μέτρα των 13,5 δισ. ευρώ που έχουν ληφθεί, συστήνεται επιτάχυνση των αποκρατικοποιήσεων, με την ενίσχυση του ρόλου του ΤΑΙΠΕΔ, και καθορίζονται τα στάδια ολοκλήρωσης της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών.
Ακόμη θεωρούνται αναγκαίες οι αλλαγές στη φορολογική διοίκηση και τη φορολογική αναμόρφωση, καθώς επίσης και η αντιμετώπιση των ληξιπρόθεσμων οφειλών, ζητήματα τα οποία έχει δρομολογήσει το Υπουργείο Οικονομικών.
Σε ό,τι αφορά το χρέος, στο δεύτερο προσχέδιο του Μνημονίου της ΕΕ, που εκδόθηκε με ημερομηνία 27 Νοεμβρίου 2012 (το πρώτο έφερε ημερομηνία 10/11/2012), ενσωματώθηκε και το κομμάτι για τη βιωσιμότητα του χρέους, που έλειπε από το πρώτο, σημειώνοντας όμως ότι «είναι ημιτελές», καθώς εκκρεμεί το αποτέλεσμα της επαναγοράς.
Η έκθεση επισημαίνει όμως πως, εξαιτίας των μεταθέσεων στις πληρωμές δανείων, «η Ελλάδα μετά το 2022 θα βρεθεί αντιμέτωπη με σημαντικό όγκο χρεών, τα οποία θα πρέπει να εξοφληθούν, κάτι που μπορεί να δημιουργήσει πρόβλημα στην επιστροφή της στις αγορές».
Η ΕΕ αξιολογεί το αποτέλεσμα της επιμήκυνσης των δανείων του EFSF και της Ευρωζώνης, που συσσωρεύουν χρεολύσια για μετά το 2020, και εκτιμά ότι, εξαιτίας του γεγονότος αυτού, ο όγκος των πληρωμών για χρεολύσια θα είναι ιδιαίτερα υψηλός, κάτι που θα δυσχεράνει την έξοδο της Ελλάδας στις αγορές.
Παρ’ ότι διευκρινίζει ότι πρόκειται για τις πρώτες εκτιμήσεις-αξιολογήσεις των αποφάσεων του Eurogroup, ακυρώνει την προοπτική βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους μετά τα μέτρα, αφού, στην περίπτωση που η Ελλάδα δεν θα μπορεί το 2022 να αναχρηματοδοτεί από τις αγορές τα χρεολύσια, το χρέος της θα εξακολουθήσει να είναι μη βιώσιμο, παρά την υποχώρησή του κάτω από το 110% του ΑΕΠ.
Και τα ομόλογα ξένου Δικαίου
Ακόμη, στην έκθεση βιωσιμότητας του χρέους αποκαλύπτεται ότι στην επαναγορά των ομολόγων εντάσσονται και τα ομόλογα υπό αλλοδαπό Δίκαιο, που έμειναν εκτός του πρώτου PSI. Υπολογίζει την ονομαστική τους αξία σε περίπου 4 δισ. ευρώ, αλλά όμως είναι μάταιη η πρόσκληση συμμετοχής στους συγκεκριμένους κατόχους, δεδομένου ότι ήδη έχουν πληρωθεί στο 100% της ονομαστικής τους αξίας δύο από τη συγκεκριμένη κατηγορία ομολόγων (Μάιο και Αύγουστο) και συνεπώς δεν έχουν κανένα κίνητρο οι κάτοχοί τους να αποδεχτούν «κούρεμα». Επίσης, ένα ακόμα ομόλογο εκτός PSI, ύψους 250 εκατ. ευρώ, λήγει στις 21 Δεκεμβρίου 2012.
Σχετικά με τις αποφάσεις του Eurogroup, η έκθεση της ΕΕ σημειώνει πως, ενώ εκκρεμεί το αποτέλεσμα της επαναγοράς των ομολόγων, οι παρεμβάσεις που εισάγονται για το ελληνικό χρέος είναι:
– Το δεκαετές “μορατόριουμ” στην πληρωμή τόκων από τα δάνεια του EFSF θα είναι έντοκο και δεν θα προκαλέσει ζημία στον μηχανισμό.
– Εγκαταλείπεται το σχέδιο μείωσης των εντόκων γραμματίων, που προέβλεπε το αρχικό πρόγραμμα, καθώς διαπιστώνει πως «η Ελλάδα έχει δείξει, τον τελευταίο χρόνο, ότι μπορεί να υποστηρίξει υψηλότερες των προβλεπόμενων εκδόσεις εντόκων». Αυτό θα οδηγήσει σε μείωση των αναγκών χρηματοδότησης της χώρας κατά 9 δισ. ευρώ την περίοδο 2012 – 2014.
– Το αρχικό πρόγραμμα προέβλεπε δημιουργία «μαξιλαριού» ρευστότητας έως 5 δισ. ευρώ, αλλά εξετάζεται η αναβολή του έως τη λήξη του προγράμματος, υπό την προϋπόθεση ότι θα υπάρχει ένα επαρκές «μαξιλάρι». Η πρόβλεψη για δημιουργία «μαξιλαριού» τοποθετείται στο 1,5 δισ. ευρώ κατά τη διάρκεια της περιόδου 2012 – 2014. Θα συνεχίσει να αυξάνεται κατά 2 δισ. την περίοδο 2015 – 2016.
– Με βάση το δεύτερο πρόγραμμα, οι τέσσερις μεγαλύτερες τράπεζες σχεδιάζεται να λάβουν επιπλέον 23 δισ. ευρώ στο α’ τρίμηνο του 2013. Οι εν λόγω μεγαλύτερες τράπεζες της Ελλάδας αναμένεται να διενεργήσουν περισσότερες ασκήσεις διαχείρισης υποχρεώσεων (LMEs) στα προϊόντα υβριδικού κεφαλαίου. Με βάση τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, αυτό θα μπορούσε να αποδώσει 600 εκατ. ευρώ στα βασικά εποπτικά κεφάλαια (core tier 1), μειώνοντας τις ανάγκες χρηματοδότησης με βάση το πρόγραμμα.
– Η μείωση των επιτοκίων στο πρώτο πρόγραμμα (GLF), από 150 μονάδες βάσης συν euribor σε 50 μ.β.
– H ακύρωση της προμήθειας για τις εγγυήσεις του EFSF, που θα οδηγήσει σε μείωση του κόστους κατά 2,7 δισ. ευρώ για το σύνολο της περιόδου όπου η Ελλάδα θα δανείζεται από τον EFSF.
– Η αναβολή πληρωμής τόκων στον EFSF, που θα επιτρέψει στην Ελλάδα να μειώσει σημαντικά τις ανάγκες χρηματοδότησης την περίοδο της αναβολής για την προσεχή δεκαετία.
– Η επέκταση των ωριμάνσεων των δανείων GLF και EFSF κατά 15 χρόνια επιτρέπει την εξομάλυνση του προφίλ αποπληρωμών χρέους, αλλά δεν έχει επίπτωση στη μείωση του χρέους έως το 2020 ή το 2022.
Προκαταβολή κεφαλαίων στις τράπεζες εντός του έτους
Η Κομισιόν επιβεβαιώνει το χρονοδιάγραμμα της ανακεφαλαιοποίησης και την ολοκλήρωση της διαδικασίας έως το τέλος Απριλίου, αφού έχουν προηγηθεί τρία στάδια: το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας θα πρέπει, έως το τέλος του έτους, να δώσει προκαταβολή κεφαλαίων στις τράπεζες -έχει ήδη συμβάλει με 18 δισ. ευρώ ως αρχική προκαταβολή- και στο επόμενο βήμα, μέσα στον Ιανουάριο να εγγραφεί στις εκδόσεις των μετατρέψιμων ομολογιακών δανείων, των coco΄s. Το τρίτο στάδιο αποτελούν οι αυξήσεις κεφαλαίου τον Απρίλιο στις οποίες οι ιδιώτες θα κληθούν να καλύψουν το 10%.
Στο προσχέδιο της έκθεσης της Κομισιόν, γίνεται αναφορά στην επικαιροποίηση, από πλευράς της Τράπεζας της Ελλάδος, των εκτιμήσεων για τις κεφαλαιακές ανάγκες, με βάση τις πιο πρόσφατες δυσμενείς οικονομικές εξελίξεις, προκειμένου να διαπιστωθεί αν παραμένουν επαρκείς οι προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις που έχουν ληφθεί. Αν και τα «μαξιλάρια» δεν έχουν εξαντληθεί, μεγάλο μέρος τους έχει καταναλωθεί και τα 50 δισ. ευρώ είναι επαρκή, αλλά μόνο υπό συντηρητικές εκτιμήσεις, επισημαίνεται στο κείμενο, κρούοντας έτσι τον κώδωνα του κινδύνου, όπως είχε επισημάνει η «Ν» στις 17 Νοεμβρίου, όταν είχε δημοσιοποιηθεί αρχικό προσχέδιο της έκθεσης.
Η Κομισιόν αναφέρεται, επίσης, στην ενίσχυση της εταιρικής διακυβέρνησης του ΤΧΣ, καθώς και στις επιτυχείς κινήσεις διάσπασης και πώλησης της ATEbank στην Τράπεζα Πειραιώς, καθώς και της πώλησης της Εμπορικής και της Geniki Bank.
Η διαδικασία απομόχλευσης συνεχίζεται, ενώ παραμένει δύσκολη η θέση των τραπεζών από πλευράς ρευστότητας, εκτιμά η Κομισιόν και αναφέρεται σε κάποιες ενδείξεις επιστροφής καταθέσεων μετά τις εκλογές. Ενώ από τα τέλη του 2011 και ως τις 19 Ιουνίου, οι ελληνικές τράπεζες έχασαν 24 δισ. ευρώ καταθέσεων, μετά τις εκλογές υπήρξαν εισροές που έφθασαν ως τα τέλη Σεπτεμβρίου τα 7,7 δισ. ευρώ.
Ειδική αναφορά γίνεται στις επιπτώσεις της ύφεσης που οδηγούν σε άνοδο των επισφαλειών, στο 18,5% του συνόλου των δανείων με στοιχεία Μαρτίου και στο 23,8%, εάν συνυπολογιστούν και οι ρυθμίσεις. Η κάλυψη των μη εξυπηρετούμενων δανείων από επισφάλειες μειώθηκε από το 62% στο 57%, ενώ, όσον αφορά στο δείκτη δανείων προς καταθέσεις του κλάδου, αυξήθηκε στο 132% στο δεύτερο τρίμηνο από 120% στο δεύτερο, αφού οι καταθέσεις συρρικνώθηκαν με γοργότερο ρυθμό από ό,τι οι χορηγήσεις.
Έλεγχος στις δαπάνες των φορέων
Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στα συστήματα ελέγχου των δαπανών των υπουργείων και των φορέων Γενικής Κυβέρνησης, από το υπουργείο Οικονομικών, ενώ ζητεί την ενίσχυση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής.
Σημειώνει πως όσοι φορείς δεν συμμορφώνονται στην περιστολή των δαπανών, τη διαχείρισή τους θα αναλαμβάνει το ΥΠΟΙΚ.
Σε ό,τι αφορά τον ειδικό λογαριασμό εξυπηρέτησης του χρέους, επαναλαμβάνεται πως τα έσοδα αυτού του λογαριασμού είναι οι εκταμιεύσεις των δανείων του EFSF, καθώς και οι εισφορές του ελληνικού Δημοσίου στην εξυπηρέτηση του χρέους, περιλαμβανομένων όλων των εσόδων από τις ιδιωτικοποιήσεις κρατικής περιουσίας και τουλάχιστον το 30% των υπερβάσεων στους στόχους των εσόδων. Ολες οι πληρωμές από αυτόν το λογαριασμό θα εξαρτώνται από την προηγούμενη λεπτομερή αναφορά προς τα ταμεία διασώσεων EFSF – ESM.