Με διαφορετικές ατζέντες, οι οποίες, αν δεν δυναμιτίζουν, τουλάχιστον δυσχεραίνουν τη λήψη αποφάσεων για ένα από τα πιο φιλόδοξα σχέδια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συνεδριάζουν σήμερα στις Βρυξέλλες οι υπουργοί Οικονομικών της ΕΕ.
Στη σημερινή συνεδρίαση του Ecofin αναμένεται να μπουν οι «τελικές πινελιές» όσον αφορά τις εποπτικές αρμοδιότητες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) στο τραπεζικό σύστημα της ΕΕ.
Παρά τη γενική συμφωνία για τη δημιουργία μιας «τραπεζικής ένωσης» ωστόσο, αποδεικνύεται για άλλη μία φορά ότι «ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες»: οι διαφωνίες για το πώς ακριβώς θα λειτουργήσει ο εποπτικός ρόλος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, μέχρι ποιου σημείου θα φθάσουν οι ελεγκτικές αρμοδιότητες και τι θα γίνει με τις χώρες εντός-εκτός ευρώ, παραμένουν και αποτελούν εμπόδιο στη θέσπιση ενός νομικού πλαισίου, το οποίο, υποτίθεται (όπως τουλάχιστον είχαν δεσμευθεί οι ηγέτες της ΕΕ τον περασμένο Οκτώβριο) ότι θα έχει ολοκληρωθεί έως τα τέλη του 2012.
Κι ενώ ο χρόνος για την ολοκλήρωση του νομικού πλαισίου «μετρά αντίστροφα», η Γερμανία προσέρχεται στις σημερινές συζητήσεις εμμένοντας στην πάγια θέση της που θέλει την ΕΚΤ να ελέγχει μόνο τις μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες, ενώ το Λονδίνο επιδιώκει να περιορίσει όσο το δυνατό τις αρμοδιότητες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, με το χρηματιστηριακό του κέντρο, το «Σίτυ» να φοβάται ότι θα τεθεί στο περιθώριο από τη Φρανκφούρτη (όπου εδρεύει η ΕΚΤ).
Η κατάσταση περιπλέκεται ακόμα περισσότερο από τη Σουηδία, μία χώρα που, αν και εκτός ευρώ η ίδια, ελέγχει τις περισσότερες τράπεζες της Φινλανδίας, η οποία ανήκει στη ζώνη του ευρώ. Η ανησυχία της Σουηδίας έγκειται στο ότι ένας κεντρικός τραπεζικός φορέας θα ελέγχει στοιχεία τα οποία ουσιαστικά της ανήκουν, χωρίς η χώρα να έχει αντίστοιχη εκπροσώπηση στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Ακολουθούν οι χώρες εκτός ευρώ, οι οποίες ωστόσο φιλοδοξούν να εισέλθουν στο «κλαμπ του ευρώ», όπως η Πολωνία και η Ουγγαρία, με τις τελευταίες να επιδιώκουν να εξασφαλίσουν ότι δεν θα βρεθούν σε μειονεκτική θέση εξαιτίας του ελέγχου που θα ασκεί στις τράπεζές τους η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Και μέσα σε όλα αυτά, η Γαλλία εμφανίζεται σε ρόλο εξισορροπιστή, επιδιώκοντας να αμβλύνει τις διαφορές και να πείσει τους υπουργούς Οικονομικών να συμφωνήσουν όσο το δυνατό συντομότερα στον «πρώτο πυλώνα» της τραπεζικής ένωσης, στο να καταστεί δηλαδή η ΕΚΤ εποπτική αρχή της ευρωζώνης, προκειμένου να θωρακίσει η ίδια το τραπεζικό της σύστημα.
Νέο Ecofin την ερχόμενη εβδομάδα
Δεν θα καταλήξουν σε συμφωνία οι υπουργοί Οικονομικών της ΕΕ για την εποπτεία των τραπεζών την Τρίτη και θα συζητήσουν εκ νέου το θέμα την επόμενη εβδομάδα, είπαν αξιωματούχοι στο Reuters.
«Δεν θα θα υπάρξει συμφωνία σήμερα. Θα συναντηθούν ξανά στις 12 Δεκεμβρίου, ενόψει της συνάντησης κορυφής», είπε μια πηγή που θέλησε να παραμείνει ανώνυμη, αναφερόμενη στην Σύνοδο Κορυφής των ηγετών της ΕΕ στις 13-14 Δεκεμβρίου.
Το ίδιο δήλωσαν και άλλες δυο πηγές που βρίσκονται κοντά στις συνομιλίες.
Σόιμπλε κατά Μοσκοβισί
Με τη δημιουργία της λεγόμενης «τραπεζικής ένωσης», η οποία προβλέπει τη θέσπιση μιας ενιαίας, ισχυρής τραπεζικής αρχής και μελλοντικά ενός ταμείου ενίσχυσης των προβληματικών τραπεζών οι ηγέτες της ΕΕ επιδιώκουν να «κόψουν τον ομφάλιο λώρο» μεταξύ κρατικού χρέους και τραπεζικού συστήματος, ο οποίος έχει ουσιαστικά οδηγήσει σε έναν φαύλο κύκλο διόγκωσης του χρέους επιδεινώνοντας την κρίση της ευρωζώνης.
Όπως εξάλλου δήλωσε χαρακτηριστικά ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών Πιερ Μοσκοβισί, κατά τη διάρκεια ακρόασης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τη Δευτέρα, «η τραπεζική ένωση αποτελεί προτεραιότητά μας(…) πρέπει να σπάσουμε τον δεσμό μεταξύ χρηματοοικονομικής κρίσης και κρίσης κρατικού χρέους(…) Εργαζόμαστε προκειμένου το συγκεκριμένο σχέδιο να μπορέσει να ολοκληρωθεί έως τα τέλη του έτους».
Παρά τις διαβεβαιώσεις του γάλλου υπουργού, βασική ανησυχία της Γερμανίας είναι μήπως αναγκαστεί στο τέλος να «βάλει το χέρι στην τσέπη» και να «πληρώσει τον λογαριασμό» για τράπεζες οι οποίες, χωρίς ενίσχυση, οδεύουν προς κλείσιμο. Το Βερολίνο επιπλέον δεν έχει εκδηλώσει ιδιαίτερη διάθεση – τουναντίον μάλλον – όσον αφορά τη δημιουργία ενός ταμείου για την απευθείας ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών (χωρίς οποιουδήποτε είδους «κρατική» διαμεσολάβηση), το οποίο θα μπορεί να υλοποιηθεί όταν έχει τεθεί σε λειτουργία η τραπεζική ένωση.
Οι διαθέσεις του Βερολίνου εκφράστηκαν με σαφήνεια από τον υπουργό Οικονομικών της Γερμανίας κ. Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος επανέλαβε τη Δευτέρα ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σε αντιδιαστολή με τον κ. Μοσκοβισί και τα όσα αυτός είπε, ότι δεν είναι σίγουρος ως προς το κατά πόσο θα έχουν συμφωνηθεί οι τεχνικές λεπτομέρειες για τη δημιουργία της τραπεζικής ένωσης έως τα τέλη τους έτους. «Δεν πρόκειται για χιόνι που λιώνει και το κοιτάζει κάποιος. Το θέμα θα χρειαστεί περισσότερο χρόνο», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Σόιμπλε.
Reuters: «Κοντά σε συμφωνία – Το ζήτημα είναι πολιτικό»
Σύμφωνα με ανώνυμο αξιωματούχο της ΕΕ οι υπουργοί Οικονομικών της Ενωσης «βρίσκονται κοντά σε συμφωνία», αλλά το «ζήτημα είναι πολιτικό και αφορά τι θέλει το Βερολίνο από τη μία πλευρά και τι θέλει το Λονδίνο από την άλλη».
Από τα «αγκάθια» της συμφωνίας είναι να διασφαλιστεί ότι η ΕΚΤ δεν θα μεροληπτεί έναντι μελών της ΕΕ εκτός ευρώ, όπως η Σουηδία και η Δανία. Η Ουγγαρία είναι άλλη μία «δύσκολη περίπτωση», καθώς πάνω από τις μισές τράπεζές της ανήκουν σε τραπεζικά ιδρύματα της ευρωζώνης, πράγμα που συμβαίνει ότι η Βουδαπέστη έχει ισχυρό συμφέρον να αποτρέψει τη λήψη αποφάσεων εκ μέρους της ΕΚΤ, οι οποίες ενδέχεται να πλήττουν το «εθνικό της συμφέρον».
Αλλα ένα ζήτημα, «ακαδημαϊκής», ενδεχομένως, «ουσίας» είναι η ενδεχόμενη σύγκρουση αρμοδιοτήτων που μπορεί να προκύψει όταν δοθούν στην ΕΚΤ, η οποία είναι ήδη υπεύθυνη για τη νομισματική πολιτική της ευρωζώνης, και ελεγκτικές αρμοδιότητες.
Μάχη Φρανκφούρτης – Λονδίνου
Στο επίκεντρο ωστόσο της σύγκρουσης βρίσκεται η κόντρα μεταξύ Φραγκφούρτης – Λονδίνου, με τη βρετανική πρωτεύουσα να φοβάται ότι θα χάσει την πρωτοκαθεδρία των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών που κατέχει σήμερα το «Σίτυ».
Ηδη τη Δευτέρα, οι δηλώσεις του κεντρικού τραπεζίτη της Γαλλίας και μέλους του Δ.Σ. της ΕΚΤ κ. Κριστιάν Νουαγιέ στους βρετανικούς «Financial Times», ότι «είναι παράλογο το οικονομικό κέντρο της ευρωζώνης να είναι… υπεράκτιο (με άλλα λόγια εκτός ευρωζώνης)» προκάλεσε ρίγη στο Λονδίνο.
Η θέσπιση της τραπεζικής ένωσης και η υιοθέτηση ενός στενότερου πλαισίου συνεργασίας μεταξύ των κρατών-μελών της ευρωζώνης ανατρέπουν τις υπάρχουσες ισορροπίες, απειλώντας άμεσα την πρωτοκαθεδρία που απολάμβανε έως σήμερα το Λονδίνο ως χρηματοπιστωτικό κέντρο της Ευρώπης.
Η βρετανική πρωτεύουσα, παρά το γεγονός ότι ήταν εκτός ευρώ, είχε επωφεληθεί σε μεγάλο βαθμό από τη δημιουργία της κοινής ευρωπαϊκής αγοράς και την κατάργηση των ελέχων συναλλάγματος, αγαθών και ατόμων. Σήμερα ωστόσο η Βρετανία απειλείται να περιθωροποιηθεί ως «μειοψηφία», σε αποφάσεις που θα λαμβάνονται σχεδόν «ερήμην της».
Παρά το γεγονός ότι τον τελικό λόγο στις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Αρχής θα έχει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Λονδίνο φοβάται ότι ο συγκεκριμένος φορέας θα λειτουργήσει ως «το μακρύ χέρι της ΕΚΤ».
Προκειμένου να μπορέσει να θωρακιστεί από ένα τέτοιο ενδεχομένο, το Ηνωμένο Βασίλειο απαιτεί οι αποφάσεις να λαμβάνονται μόνο εφόσον απολαμβάνουν της ελάχιστης στηρίξεως των χωρών που βρίσκονται εκτός «τραπεζικής ένωσης». Το ζήτημα ωστόσο της «διπλής πλειοψηφίας» (double majority) όπως ονομάζεται, συναντά τις σφοδρές αντιδράσεις τόσο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής όσο και της ευρωζώνης.
Ο αρμόδιος Επίτροπος για θέματα Εσωτερικής Αγοράς και Υπηρεσιών κ. Μισέλ Μπαρνιέ δήλωσε χαρακτηριστικά ότι η συγκεκριμένη πρόταση αποτελεί «συνταγή διάσπασης». Αλλά και ο φιλικά προσκείμενος προς το Λονδίνο τεχνοκράτης ιταλός πρωθυπουργός κ. Μάριο Μόντι σχολίασε καυστικά ότι «οι Αγγλοι μπορεί να γίνουν ενοχλητικοί όταν ζητούν, προκειμένου να παραμείνουν σε αυτό το μεγάλο ευρωπαϊκό πλοίο, ειδικές εξαιρέσεις, οι οποίες στο τέλος το κάνουν να πλέει λιγότερο καλά, αν όχι να βουλιάξει».
Το κλίμα στο Λονδίνο είναι βαρύ, με τον πρωθυπουργό κ. Ντέιβιντ Κάμερον να απειλεί να τορπιλίσει οποιαδήποτε συμφωνία, εάν δεν λάβει τις κατάλληλες εγγυήσεις, με το ζήτημα της τραπεζικής ένωσης να αποτελεί πλέον «κόκκινο πανί» για την παραμονή της χώρας στην ίδια την Ευρωπαϊκή Ενωση (γεγονός διόλου αμελητέο αν αναλογιστεί κανείς ότι σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση το 48% των Βρετανών επιθυμούν να «εγκαταλείψουν» το ευρωπαϊκό σκάφος).
Εάν παρ’ όλα αυτά οι ευρωπαίοι υπουργοί Οικονομικών κατορθώσουν να καταλήξουν την Τρίτη σε συμφωνία, θα μπορέσουν να οριστικοποιήσουν το τελικό πλαίσιο, το οποίο, αν εξασφαλιστεί και η σύμφωνη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, θα μπορέσει να συζητηθεί στην ευρωπαϊκή σύνοδο της 13ης – 14ης Δεκεμβρίου.
Η επίτευξη του χρονικού στόχου θα αποτελούσε ισχυρό μήνυμα στους απανταχού αμφισβητίες, αλλά οι πιθανότητες εμπρόθεσμης συμφωνίας παραμένουν ισχνές.