Την εκτίμηση ότι η προσπάθεια μείωσης του ελληνικού χρέους, με την επαναγορά ομολόγων, θα έχει ορισμένα οφέλη για την Ελλάδα εάν εκτελεστεί με επιτυχία στις επόμενες μέρες, εξέφρασε ο διευθύνων σύμβουλος του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Ινστιτούτου Τσαρλς Νταλάρα.
Η επαναγορά ομολόγων θα μειώσει το χρέος της χώρας κατά περίπου 10% του ΑΕΠ και κάτι τέτοιο θα είναι πολύ χρήσιμο, αναφέρει ο κ. Νταλάρα σε συνέντευξη του στη «Φωνή της Αμερικής». Υπογραμμίζει ωστόσο ότι «αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία δεν είναι η περαιτέρω μείωση του ελληνικού χρέους, αλλά η αποδέσμευση των κονδυλίων που απαιτούνται για την στήριξη του μεταρρυθμιστικού προγράμματος και την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών».
«Προσωπικά θα προτιμούσα τα χρήματα αυτά να είχαν χρησιμοποιηθεί για απευθείας επενδύσεις στην ελληνική οικονομία. Κι αυτό, γιατί πιστεύω πως η μακροπρόθεσμη προοπτική μείωσης του χρέους σε 7 με 8 χρόνια δεν βοηθά τόσο πολύ την επίλυση των σημερινών οικονομικών προβλημάτων της χώρας όσο θα βοηθούσαν η αύξηση των επενδύσεων, η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και η ανάπτυξη της οικονομίας», εξηγεί.
«Εάν είχαν ρίξει αυτά τα 10 δισεκατομμύρια ευρώ στην ανάπτυξη επενδυτικών ευκαιριών, στην εκτέλεση έργων υποδομής, καθώς και στην εφαρμογή άλλων προγραμμάτων, τα οποία προβλέπονταν σε σχέδια που είχαν εκπονηθεί σε εποχές μεγαλύτερης οικονομικής ανάπτυξης, τότε νομίζω ότι η ελληνική οικονομία θα είχε οφέλη αρκετά νωρίτερα», προσθέτει ο διευθύνων σύμβουλος του IIF.
Ερωτηθείς σχετικά με την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας ο κ. Νταλάρα εξέφρασε την εκτίμηση ότι «η σημερινή κυβέρνηση έκδηλα οικοδομεί αξιοπιστία για την Ελλάδα, ακολουθώντας τον δρόμο δύσκολων μεταρρυθμίσεων», που όπως προέβλεψε, «θα αποφέρουν κέρδη στην οικονομία της». Από την άλλη πλευρά, πρόσθεσε, έχουμε μια συνεχιζόμενη συρρίκνωση της ελληνικής οικονομίας: «Βρισκόμουν στο γραφείο του Πρωθυπουργού όταν ανακοινώθηκε πως στο τρίτο τρίμηνο του χρόνου η ελληνική οικονομία συρρικνώθηκε με ετήσιο ρυθμό άνω του 7%. Τόσο μεγάλη συρρίκνωση δεν είναι δυνατόν να συνεχίζεται για πολύ καιρό σε καμιά δημοκρατική κοινωνία», σημείωσε, τονίζοντας ότι η κατάσταση αυτή να αρχίσει να αντιστρέφεται.
«Ασχολούμαι με προβλήματα εξωτερικού χρέους επί 35 χρόνια και μπορώ να σας πω ότι ουδέποτε άλλοτε είδα μια εθνική οικονομία να συρρικνώνεται σε τέτοιο μεγάλο βαθμό επί τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα. Χρειάζεται λοιπόν οι πάντες, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, η ελληνική κυβέρνηση και οι αγορές να υποστηρίξουν την ταχεία οικονομική ανάκαμψη της Ελλάδας», συμπλήρωσε.
Εκτίμησε πάντως ότι η Αθήνα μπορεί να τα καταφέρει, αλλά, ίσως, χρειαστεί παράλληλα να αναληφθούν και δεσμεύσεις από μέρους της Ευρωζώνης για πρόσθετη χρηματοδότηση της Ελλάδας του χρόνου, «προκειμένου αυτή να παρατείνει για λίγο ακόμα την επίτευξη δημοσιονομικών στόχων της και να έχει μεγαλύτερο περιθώριο για οικονομικές επενδύσεις»