Το Υπουργείο Ανάπτυξης επιδιώκει να καταστήσει ασφυκτικότερο το πλαίσιο εφαρμογής τού νόμου για την εγκατάσταση συστημάτων εισροών – εκροών στα πρατήρια υγρών καυσίμων, καθώς εξετάζει το ενδεχόμενο να προχωρά στην αναστολή της λειτουργίας τους, έως ότου εγκαταστήσουν το σύστημα.
Την ίδια ωστόσο στιγμή αναζητεί, σε συνεργασία με το υπουργείο Οικονομικών, και τρόπους ενίσχυσης των πρατηριούχων για την εγκατάσταση των συστημάτων με φοροκίνητρα, ενώ για την ενδυνάμωση της θέσης τους έναντι των εταιρειών εμπορίας, προωθεί σχέδιο νόμου με το οποίο η σχέση εταιρειών – πρατηριούχων γίνεται πιο «διαφανής».
Ειδικότερα, σχεδόν δύο μήνες πριν την εκπνοή της προθεσμίας για την εφαρμογή του νόμου σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, το υπουργείο φέρεται αποφασισμένο να προωθήσει σχετική νομοθετική ρύθμιση η οποία θα προβλέπει την προσωρινή αναστολή λειτουργίας των πρατηρίων, πιέζοντας μ’ αυτόν τον τρόπο τους επαγγελματίες του κλάδου να εγκαταστήσουν τα συστήματα, τα οποία εκτιμάται ότι θα εξομαλύνουν τη λειτουργία της αγοράς, ενισχύοντας τον υγιή ανταγωνισμό και περιορίζοντας σημαντικά το λαθρεμπόριο.
Βάσει του υφιστάμενου πλαισίου, συστήματα εισροών – εκροών θα πρέπει να εγκαταστήσουν υποχρεωτικά έως τις 31 Μαρτίου 2013 όλα τα πρατήρια που λειτουργούν σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
Θα ακολουθήσει η υποχρεωτική εγκατάσταση στα υπόλοιπα αστικά κέντρα έως το τέλος του Σεπτεμβρίου 2013, ενώ έως τις 31 Μαρτίου 2014, σε όλα τα λειτουργούντα πρατήρια της χώρας θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί η εγκατάσταση των συστημάτων.
Στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη όπου αυτή τη στιγμή λειτουργούν περί τα 1.400 πρατήρια υπολογίζεται ότι έχουν τοποθετηθεί συστήματα εισροών – εκροών στο 40% εξ αυτών, με αποτέλεσμα το υπουργείο να εκτιμά ότι κατά την εκπνοή της προθεσμίας η συντριπτική πλειονότητα θα τα έχει τοποθετήσει.
Πάντως διευκρινίζεται ότι δεν τίθεται κανένα θέμα παράτασης της προθεσμίας, διότι το υπουργείο εκτιμά ότι υπήρχε και υπάρχει αρκετός χρόνος για την εγκατάσταση, αφού τα χαρακτηριστικά των συστημάτων έχουν καθορισθεί ήδη από το 2010, ενώ επικαιροποιήθηκαν μόλις τον περασμένο Νοέμβριο. Μάλιστα, τα συναρμόδια υπουργεία αναμένεται να απευθύνουν και έκκληση στους συλλόγους των επαγγελματιών να «επιβλέψουν» πιο έντονα τη διαδικασία εφαρμογής του νόμου, καθώς οι πρώτοι οφελημένοι από τα συστήματα εισροών – εκροών θα είναι οι πρατηριούχοι.
Τονίζεται δε, ότι η εγκατάσταση αυτών των συστημάτων αποτελεί πάγιο αίτημα του κλάδου. Πάγιο αίτημα του κλάδου είναι επίσης και η εγκατάσταση συστημάτων εισροών εκροών σε όλα τα στάδια διακίνησης (δηλαδή διυλιστήρια και εταιρείες εμπορίας) κάτι το οποίο πλέον έγινε αποδεκτό και προωθείται από το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης (αναμένονται οι σχετικές υπουργικές αποφάσεις).
Σε ό,τι αφορά το αίτημα των πρατηριούχων για την επιδότηση της εγκατάστασης του συστήματος, αναφέρεται ότι είναι πολύ δύσκολο έως αδύνατον να υπάρξει σχετικό κονδύλι μέσω του ΕΣΠΑ, διότι θα υπάρξει αντίδραση της Κομισιόν «Φανταστείτε την αντίδραση των Ολλανδών αν χρησιμοποιήσουμε κοινοτικά χρήματα για την εφαρμογή του νόμου…», επισημαίνει με νόημα αρμόδιος παράγοντας. Στην περίπτωση που υπάρξει ενίσχυση, αυτή μάλλον θα είναι μέσω φορολογικών κινήτρων και όχι άμεσης χρηματοδότησης. Σήμερα το κόστος εγκατάστασης συστημάτων εισροών -εκροών για ένα μεσαίας δυναμικότητας πρατήριο υπολογίζεται στα περίπου 10 – 12 χιλιάδες ευρώ. Το κόστος ανεβαίνει πάνω από τις 15.000 ευρώ για μεγάλα πρατήρια, η πλειονότητα των οποίων όμως, ήδη τα έχει εγκαταστήσει.
Πάντως το Υπουργείο Ανάπτυξης τίθεται ανοικτά υπέρ της απόδοσης φορολογικών κινήτρων στους πρατηριούχους, εκτιμώντας ότι από τα έσοδα που θα αποκομιστούν, λόγω της μείωσης της λαθρεμπορίας, θα πρέπει να αποδοθεί ένα ποσό και στους επαγγελματίες του κλάδου.
Προκειμένου να είναι όλα έτοιμα για την εφαρμογή του νόμου, εντός των επομένων ημερών αναμένεται και η υπογραφή της υπουργικής απόφασης η οποία θα καθορίζει τον «μορφότυπο» (format) με το οποίο θα αποστέλλονται τα στοιχεία στη Γενική Γραμματεία Πληροφορικών Συστημάτων.
Την ώρα, ωστόσο, που έχουν προσδιοριστεί οι τεχνικές προδιαγραφές των συστημάτων εισροών – εκροών και δρομολογείται η τοποθέτησή τους στα πρατήρια, τα συναρμόδια υπουργεία Ανάπτυξης και Ενέργειας βρίσκονται στη διαδικασία καθορισμού των τεχνικών προδιαγραφών των συστημάτων που θα τοποθετηθούν στα λεγόμενα «γεμιστήρια» πετρελαίου θέρμανσης (δηλαδή στις δεξαμενές αποθήκευσης) καθώς το μέτρο θα επεκταθεί και σ’ αυτές. Ειδικότερα στόχος των αρμοδίων αρχών, είναι να δημιουργηθεί ένα ασφαλές πλαίσιο ελέγχου των εισροών – εκροών και στο πετρέλαιο θέρμανσης, τόσο για την πάταξη της λαθρεμπορίας, όσο και την προστασία των καταναλωτών.
«Με την προώθηση των απαραίτητων διατάξεων σε λίγο καιρό το μέτρημα της ποσότητας του πετρελαίου θέρμανσης με τη μεζούρα στις πολυκατοικίας θα αποτελεί παρελθόν» επισημαίνει αρμόδιος παράγοντας, καταδεικνύοντας, ότι επέρχονται σημαντικές παρεμβάσεις και σ’ αυτόν τον τομέα.
Νέο πλαίσιο για τις συμβάσεις εταιρειών – πρατηρίων
Εντός των επομένων ημερών αναμένεται να δοθεί σε δημόσια διαβούλευση και σχέδιο νόμου του υπουργείου Ανάπτυξης με το οποίο εν πολλοίς θα καθορίζεται το πλαίσιο της συνεργασίας μεταξύ των εταιρειών εμπορίας και των πρατηρίων.
Ειδικότερα, κινούμενο και στο «πνεύμα» της Επιτροπής Ανταγωνισμού όπως αυτό αποτυπώθηκε στην πρόσφατη κανονιστική απόφαση της ανεξάρτητης αρχής, επιδιώκει να θεσπιστεί η υποχρεωτική σύναψη γραπτών συμβάσεων πενταετούς διάρκειας μεταξύ εταιρειών εμπορίας και πρατηρίων, στις οποίες θα αποτυπώνεται εκ των προτέρων, η πιστωτική πολιτική και η πολιτική παροχών και εκπτώσεων.
Σημειώνεται ότι οι συμβάσεις αυτές μετά την παρέλευση τριών ετών θα μπορούν να καταγγέλλονται από τους πρατηριούχους ή και τις εταιρείες και μάλιστα χωρίς την επίκληση κάποιου σοβαρού λόγου. Η συγκεκριμένη ρύθμιση προωθείται, προκειμένου να βελτιωθεί η κινητικότητα στην αγορά, ενισχύοντας τον ανταγωνισμό, ενώ η αναδρομικότητα του ν/σχ θα βασιστεί στην υπολειπόμενη διάρκεια ζωής των σε ισχύ συμβάσεων.
Στο σχέδιο νόμου θα περιλαμβάνονται επίσης και ρυθμίσεις αναφορικά με τον τρόπο και το χρόνο απόσβεσης τυχόν επενδύσεων που πραγματοποιούνται από τις εταιρείες εμπορίας προς τα πρατήρια, και θα προσδιορίζονται κατά τρόπο διαφανή τυχόν επιπτώσεις της απόσβεσης του κόστους επενδύσεων στις πολιτικές παροχών των εταιρειών προς τα πρατήρια.
Επί της ουσίας θα αποσυνδεθούν πλήρως τα προγράμματα χρηματοδότησης από την πολιτική τιμών των εταιρειών.
Επίσης, τα κόστη που σχετίζονται με τη σήμανση του πρατηρίου, πλέον θα βαρύνουν την εταιρεία εμπορίας, προκειμένου οι πρατηριούχοι να απαλλαχθούν από κόστη που ενδεχομένως θα απέτρεπαν τη συνεργασία τους με μια άλλη εταιρεία.
Αποθέματα ασφαλείας στο εξωτερικό
Η υποχρέωση της Ελλάδας (όπως και των άλλων κρατών-μελών της ΕΕ) να διατηρούν πετρελαϊκά «αποθέματα ασφαλείας» εκτός εδάφους της, αποτέλεσε το σημείο αιχμής κατά τη συζήτηση στην Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής, του νομοσχεδίου που ενσωματώνει σχετική κοινοτική Οδηγία.
Τα κόμματα της αντιπολίτευσης τάχθηκαν κατά του νομοσχεδίου -με τον ΣΥΡΙΖΑ να σημειώνει πως ορισμένα άρθρα του είναι δυσμενέστερα ακόμα και από την ίδια την Οδηγία. Η συμπολίτευση από πλευράς της, επεσήμανε πως οι επίμαχες αυτές διατάξεις δεν πρόκειται να έχουν δυσμενείς επιπτώσεις για τον καταναλωτή, ούτε για την εθνική ασφάλεια – ενώ υπενθύμισε παράλληλα, πως η ενσωμάτωση των κοινοτικών Οδηγιών, αποτελεί υποχρέωση των κρατών – μελών.
Σύμφωνα με την κοινοτική Οδηγία 119/2009 που ενσωματώνεται στο ελληνικό δίκαιο (έπρεπε να είχε ήδη ενσωματωθεί στις 25 Δεκεμβρίου του 2012), τα ενεργειακά αποθέματα της χώρας σε πετρέλαιο – ποσότητα που διά νόμου ορίζεται ως αντίστοιχη με τις εισαγωγές 90 ημερών – θα πρέπει να διατίθεται σε έναν ειδικό, μη κερδοσκοπικό φορέα, υπό την επωνυμία Κεντρικός Φορέας Διαχείρισης Αποθεμάτων (ΚΦΔΑ), ο οποίος θα διατηρεί πετρελαϊκά αποθέματα για λογαριασμό των διαφόρων «οικονομικών φορέων» ή ΚΦΔΑ του εξωτερικού, κατόπιν σχετικής οικονομικής διαπραγμάτευσης. Η ίδρυση ενός τέτοιου φορέα στην Ελλάδα, αναβάλλεται λόγω των οικονομικών της υποχρεώσεων, αλλά η δέσμευση υφίσταται.
Όπως ωστόσο ανέφερε ο υφυπουργός Ενέργειας, Ασημάκης Παπαγεωργίου, η κάθε χώρα υποχρεούται να διατηρήσει το 30% των αποθεμάτων αυτών (ποσότητα 27 ημερών) στο εξωτερικό, υπό την εποπτεία των αντίστοιχων ΚΦΔΑ ή άλλων οικονομικών φορέων της αλλοδαπής.