Στην τελική ευθεία βρίσκονται πλέον τα κράτη-μέλη του ευρώ για τη διαμόρφωση του μεγέθους και των όρων, βάσει των οποίων θα τεθεί σε λειτουργία από το 2013 και μετά ο μόνιμος μηχανισμός οικονομικής στήριξης για την αντιμετώπιση των οικονομικών κρίσεων.
Ένα από τα ελάχιστα σημεία στα οποία έχουν ήδη συμφωνήσει οι χώρες του ευρώ, είναι ότι οι αποφάσεις που θα υιοθετηθούν, αρχές Φεβρουαρίου ή τέλη Μαρτίου, θα έχουν καθοριστικές επιπτώσεις και στους υπάρχοντες μηχανισμούς στήριξης, στους οποίους έχουν ως σήμερα απευθυνθεί η Ελλάδα και η Ιρλανδία.
Οι χώρες του ευρώ έχουν επίσης συμφωνήσει, ότι απαιτείται μια «συνολική απάντηση» που θα θέσει τέλος στις φοβίες των αγορών, οι οποίες στηρίζονται στην εκτίμηση ότι είτε κάποια κράτη του ευρώ είτε κάποιοι μεγάλοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί που έχουν κρατικούς τίτλους δεν θα είναι σε θέση, κάποια στιγμή στο μέλλον, να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, με αποτέλεσμα να καλλιεργείται το έδαφος για την ανάπτυξη κερδοσκοπικών παιχνιδιών, τα αποτελέσματα των οποίων υφίστανται προς το παρόν η Ελλάδα, η Ιρλανδία, η Πορτογαλία, η Ισπανία, η Ιταλία και το Βέλγιο.
«Το όλο ζήτημα δεν διαφέρει πολύ από τις αποφάσεις που λαμβάνουν οι χώρες στις αγορές των πρώτων υλών. Αν θες να αποφύγεις κερδοσκοπικά παιχνίδια σε περιόδους μικρής προσφοράς, πρέπει να έχεις ικανά αποθέματα. Κάπως έτσι θα πρέπει να είναι και το Ευρωταμείο. Θα πρέπει να παρέχει τη βεβαιότητα ότι, αν ένα κράτος δεν έχει τα χρήματα που απαιτούνται, θα μπορεί να τα αντλήσει από το αποθεματικό της ευρωζώνης» είναι η απάντηση που δίνει ένας εκ των σημαντικών οικονομικών αναλυτών της Επιτροπής που εδώ και μήνες ασχολείται με τη δημιουργία του μόνιμου ευρωμηχανισμού, αναφορικά με τη «συνολική απάντηση» που θα θέσει τέλος στις φοβίες των αγορών.
Την περασμένη Δευτέρα στις Βρυξέλλες, στο άτυπο Διευθυντήριο του ευρωμηχανισμού που αποτελείται από τις έξι χώρες της ευρωζώνης, τις χαρακτηριζόμενες ΑΑΑ, (Γερμανία, Γαλλία, Ολλανδία, Αυστρία, Φινλανδία, Λουξεμβούργο) συζητήθηκε, σύμφωνα με πληροφορίες το πιθανό μέγεθος των κεφαλαίων του μηχανισμού αλλά και οι προϋποθέσεις βάσει των οποίων θα παρέχεται η αρωγή της ευρωζώνης.
Στην παρούσα φάση το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι το ζήτημα των όρων, κυρίως δε αυτών που σχετίζονται με τα επιτόκια δανεισμού των χωρών που θα προσφεύγουν στο ταμείο αρωγής, καθώς, εάν τα επιτόκια και τα χρονικά όρια απόσβεσης των δανείων δεν είναι σε επίπεδα που να ευνοούν την οικονομική ανάπτυξη των προβληματικών χωρών, ο φαύλος κύκλος θα συνεχιστεί.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα για την άντληση κεφαλαίων είναι η Γερμανία, με την Άνγκελα Μέρκελ να δηλώνει πεπεισμένη ότι έναντι του «ευρώ με πληθωρισμό» είναι καλύτερη η «επιστροφή στο μάρκο» αλλά και με το γερμανικό Τύπο να μη σταματά να αναφέρεται σε σενάρια περί αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους.
Σύμφωνα με τον βραβευμένο με Νομπέλ οικονομολόγο, Ρόμπερτ Ινγκλς, το θέμα της αναδιάρθρωσης των κρατικών χρεών μιας χώρας είναι εξαιρετικά περίπλοκο. «Στην περίπτωση μιας επιχείρησης μαζεύονται οι πιστωτές και συμφωνούν σε ένα σχέδιο αναδιάρθρωσης γνωρίζοντας πως αν αποτύχει θα επέλθει η πτώχευση. Στην περίπτωση της Ελλάδας, αν κηρύξει στάση πληρωμών, θα πρέπει να εξέλθει από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή να αγοράσει όλα τα χρέη της η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και να αρχίσουν διαπραγματεύσεις». Μια διαδικασία εξαιρετικά περίπλοκη, η οποία οδηγεί τον Ρ. Ινγκλς στο συμπέρασμα ότι έστω και στο παρά πέντε οι χώρες του ευρώ θα καταλήξουν σε λύσεις βιώσιμες για όλους, κυρίως δε για τις λεγόμενες «περιφερειακές χώρες» της ζώνης του ευρώ.