Συλλογικές συμβάσεις εργασίας, που βρίσκονταν σε ισχύ εδώ και 24 μήνες και είχαν μετατραπεί σε αορίστου χρόνου, λήγουν μεθαύριο Πέμπτη 14 Φεβρουαρίου.
Πρακτικά αυτό σημαίνει πως, πέρα από τον επαναπροσδιορισμό των μισθών μέσω ατομικών συμβάσεων, οι εργαζόμενοι σε κλάδους στους οποίους λήγουν οι συλλογικές συμβάσεις, όπως μεταξύ άλλων τραπεζοϋπάλληλοι, εργαζόμενοι στη βιομηχανία και ναυτιλιακές επιχειρήσεις- εφόσον δεν υπάρξουν νέες κλαδικές συμβάσεις έως τις 14 Μαΐου, οπότε λήγει η μετενέργεια, θα χάσουν τα πάσης φύσεως επιδόματα τα οποία εισέπρατταν.
Μετά την πάροδο των τριών μηνών, διατηρούνται μόνο οι όροι που αφορούν το βασικό μισθό και τα επιδόματα ωρίμανσης, τέκνων, σπουδών και επικίνδυνης εργασίας, εφόσον προβλέπονται.
Οι κλαδικές συμβάσεις που λήγουν υπολογίζονται σε 42 και ο αριθμός των εργαζομένων που αυτές καλύπτουν σε 600.000. Σημειώνεται ότι στο τέλος Μαρτίου λήγει επίσης η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (ΕΓΣΣΕ). Από την 1η Απριλίου θα τεθεί σε ισχύ νέο σύστημα καθορισμού του κατώτατου μισθού υπαλλήλων και ημερομισθίου εργατοτεχνιτών.
Το νέο σύστημα θα διαμορφωθεί με Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου, η οποία προβλέπεται να ορισθεί εντός του πρώτου τριμήνου 2013, σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013 – 2016.
Η διαδικασία, που προβλέπει διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους χωρίς όμως δεσμευτικό χαρακτήρα, θα λάβει υπόψη την κατάσταση και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, αλλά και της αγοράς εργασίας, ιδίως ως προς τα ποσοστά ανεργίας, όπως προβλέπεται.
Στο πλαίσιο αυτό, έγινε ήδη μια συνάντηση εκπροσώπων των κοινωνικών εταίρων με την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, όπου διαπιστώθηκαν διαφωνίες, τόσο για την αλλαγή του συστήματος όσο και για τις παρεμβάσεις που έγιναν και τη μείωση των κατώτερων ορίων μισθών και ημερομισθίων.
Υπενθυμίζεται ότι, με τις νομοθετικές παρεμβάσεις που έγιναν, για τους υπάλληλους άνω των 25 ετών ο κατώτατος μισθός έχει ορισθεί σε 586,08 ευρώ και για τους εργατοτεχνίτες άνω των 25 ετών το κατώτατο ημερομίσθιο 26,18 ευρώ. Για τους υπάλληλους κάτω των 25 ετών ο κατώτατος μισθός έχει ορισθεί 510,95 ευρώ και για τους εργατοτεχνίτες κάτω των 25 ετών το κατώτατο ημερομίσθιο στα 22,83 ευρώ.
Με βάση τις ρυθμίσεις που έγιναν στα εργασιακά, η καθολική ισχύς της Εθνικής Σύμβασης Εργασίας, σε ό,τι αφορά τους μισθολογικούς όρους, καταργείται. Οι τριετίες διατηρούνται, αλλά παραμένουν «παγωμένες» έως την ολοκλήρωση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, το 2016, και μέχρι να πέσει η ανεργία κάτω από το 10%. Από τον Απρίλιο το επίδομα γάμου καταργείται, με αποτέλεσμα τη μείωση του κατώτερου μισθού κατά 10%.
Σημειώνεται πως όσοι εργοδότες δεν είναι μέλη των εργοδοτικών οργανώσεων, από το Νοέμβριο -οπότε και ψηφίστηκε ο σχετικός νόμος- είχαν τη δυνατότητα να μην καταβάλλουν το επίδομα. Σύμφωνα με το ν. 4093/2012, εργοδότες – επιχειρήσεις που είναι μέλη των εργοδοτικών οργανώσεων που συμβάλλονται στο πλαίσιο Εθνικών Γενικών Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και εν προκειμένω στο πλαίσιο της ισχύουσας Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας και συγκεκριμένα των εν προκειμένω εργοδοτικών οργανώσεων που την υπογράφουν, ήτοι των ΣΕΒ ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ εξακολουθούν να δεσμεύονται τόσο από τους μη μισθολογικούς όρους όσο και από τους μισθολογικούς όρους της ισχύουσας ΕΓΣΣΕ (Βασικός μισθός ή ημερομίσθιο + τριετίες + επίδομα γάμου).
Εργοδότες – επιχειρήσεις που δεν είναι μέλη των αντίστοιχων εργοδοτικών οργανώσεων που συμβάλλονται στο πλαίσιο Εθνικών Γενικών Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας συνεχίζουν να δεσμεύονται από τους μη μισθολογικούς όρους της ισχύουσας ΕΓΣΣΕ, αλλά δεν δεσμεύονται, από την 12.11.2012 (ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου), από τους μισθολογικούς όρους που η ισχύουσα ΕΓΣΣΕ ορίζει.
Από την 12.11.2012 οι συγκεκριμένοι εργοδότες – επιχειρήσεις δεσμεύονται από το νομοθετημένο νόμιμο κατώτατο μισθό και ημερομίσθιο που ορίζεται από τις περ. 1 και 3 της υποπαραγράφου ΙΑ.11 του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/2012. (Βασικός μισθός ή ημερομίσθιο + τριετίες). Το νέο σύστημα καθορισμού κατώτατων μισθών και ημερομισθίων, σύμφωνα με το Ν. 4093/2012, θα πρέπει να αξιολογηθεί κατά το α’ τρίμηνο του 2014 προς την απλότητα και την αποτελεσματικότητα εφαρμογής του, τη συμβολή του στη μείωση της ανεργίας, την αύξηση της απασχόλησης και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, που είναι και ο επιδιωκόμενος στόχος.
Τι ισχύει στην Ευρώπη
Ο γενικός κατώτατος μισθός ισχύει στις 20 από τις 27 χώρες της Ε.Ε., στις 11 από τις 17 χώρες της Ευρωζώνης. Οι χώρες που δεν έχουν γενικό, αλλά μόνο κλαδικό, κατώτατο μισθό είναι οι Γερμανία, Αυστρία, Δανία, Σουηδία, Ιρλανδία, Ιταλία, Κύπρος. Από τις 20 χώρες που έχουν γενικό κατώτατο μισθό συνήθως, αυτός καθορίζεται με νόμο είτε μονομερώς είτε κατόπιν τριμερούς διαπραγμάτευσης, κυρίως σε χώρες με ισχυρή παράδοση κοινωνικού διαλόγου, όπου το κράτος δεν επιβάλλει τη θέση του.
Ο καθορισμός του κατώτατου μισθού με εθνική γενική συλλογική σύμβαση συναντάται στο πλαίσιο της Ευρωζώνης μόνο στην Ελλάδα και στο Βέλγιο. Ωστόσο, με το νόμο του δευτέρου μνημονίου (Ν. 4046/12) και τη συνακόλουθη ΠΥΣ, ο γενικός κατώτατος μισθός ορίζεται πλέον με νόμο (μείωση κατά 22% και 32% για τους νέους μέχρι 25 ετών), ενώ καλείται η εθνική γενική συλλογική σύμβαση να προσαρμοσθεί στο νέο οικονομικό πλαίσιο που πλέον έχει διαμορφωθεί μετά τις δανειακές συμβάσεις με την τρόικα.
Για το θέμα υπήρξαν αντιδράσεις, οι οποίες, όσο πλησιάζει η ημερομηνία ορόσημο για το νέο σύστημα, αναμένεται να αναθερμανθούν. Η αλλαγή του τρόπου καθορισμού, όπως επισημαίνεται από τη ΓΣΕΕ αποτελεί παραβίαση μιας 80χρονης θεσμικής παράδοσης βασισμένης στην κοινή συνισταμένη των «κοινωνικών εταίρων».
Με την άποψη αυτή έχουν ταυτισθεί και οι υπόλοιποι κοινωνικοί εταίροι, υποστηρίζοντας ότι θα πρέπει να διατηρηθεί η διμερής διαπραγμάτευση (εργοδοτών και εργαζομένων) στο πλαίσιο της εθνικής γενικής συλλογικής σύμβασης και των κοινωνικών εταίρων που συμμετέχουν στη διαδικασία. Δηλαδή, της ΓΣΕΕ από την πλευρά των εργαζομένων, της ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ, ΣΕΒ από την πλευρά των εργοδοτών, που διευρύνθηκε πρόσφατα με τη συμμετοχή και του ΣΕΤΕ.
Από την πλευρά της ΓΣΕΕ υποστηρίζεται ότι η θέσπιση του γενικού κατώτατου μισθού με νόμο δεν έχει στόχο την προσαρμογή της οικονομίας, αλλά αποβλέπει στη μονομερή, από το κράτος, επιβολή της μείωσης και συμπίεσης των μισθών, παρακάμπτοντας τη συλλογική αυτονομία.
Σύμφωνα με στοιχεία του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, στην Ελλάδα ο θεσμός της εθνικής γενικής συλλογικής σύμβασης καθιερώνεται από το 1936, οπότε και υπογράφεται η πρώτη ΕΓΣΣΕ που διαμορφώνει τον κατώτατο μισθό και το ημερομίσθιο, και έκτοτε αποτελεί το αποκλειστικό εργαλείο διαμόρφωσής του.
Με βάση άλλα στοιχεία του Ινστιτούτου, οι κατώτατοι μισθοί στην Ελλάδα βρίσκονται στα χαμηλότερα επίπεδα της δεύτερης σχετικής κατηγορίας στην Ε.Ε.-27. Ειδικότερα, με τα 586 ευρώ (και 511 για τους νέους) η Ελλάδα βρίσκεται στη δεύτερη κατηγορία χωρών, όπου οι κατώτατοι μισθοί κυμαίνονται από 566 έως 877 ευρώ μαζί με Πορτογαλία, Ισπανία, Μάλτα, Σλοβενία.
Στην πρώτη κατηγορία (1.202 – 1.801 ευρώ) ανήκουν οι χώρες της πρώτης ταχύτητας, ενώ στην τρίτη κατηγορία (138 – 336 ευρώ) προς την οποία διολισθαίνει η Ελλάδα, όπως σχολιάζεται από κύκλους της ΓΣΕΕ, ανήκουν τα περισσότερα νέα μέλη της Ενωσης. Στην Ελλάδα, συμπληρώνεται από το ΙΝΕ-ΓΣΕΕ, ο κατώτατος μισθός ήδη είναι χαμηλότερος με όρους αγοραστικής δύναμης από τον αντίστοιχο της Ισπανίας, της Μάλτας και της Σλοβενίας.
Νέος γύρος αντιπαράθεσης
Νέο γύρο αντιπαράθεσης κυβέρνησης και συνδικάτων πυροδοτεί η αναμόρφωση του Ν. 1264/1982, για τον εκδημοκρατισμό του Συνδικαλιστικού Κινήματος και την κατοχύρωση των συνδικαλιστικών ελευθεριών των εργαζομένων. Κύκλοι γύρω από την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας δηλώνουν ότι δεν είναι στις προθέσεις της κυβέρνησης ο περιορισμός του δικαιώματος της απεργίας, αλλά η αναμόρφωση ενός «γερασμένου» θεσμικού πλαισίου, χωρίς ωστόσο να υπεισέρχονται σε λεπτομέρειες για το εύρος των παρεμβάσεων και τα ουσιώδη ζητήματα, που αφορούν στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων για τις απεργιακές κινητοποιήσεις, το λοκ άουτ κ.ά.
Αντιδρώντας, τα συνδικάτα απαντούν ότι ο νόμος 1264/82 δεν είναι ξεπερασμένος και συσπειρώνονται με αγωνιστική διάθεση. Χθες, η Ε.Ε. της ΑΔΕΔΥ προειδοποίησε την κυβέρνηση ότι οποιαδήποτε παρέμβαση στο νομοθετικό πλαίσιο του Ν.1264/82, του πλέον προοδευτικού νόμου της μεταπολίτευσης, όπως χαρακτηρίζεται από τα συνδικάτα, που ρυθμίζει την άσκηση των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων, θα αποτελέσει αιτία διαρκούς «πολέμου» με τα συνδικάτα και τους εργαζόμενους.
«Ο σχεδιαζόμενος περιορισμός της άσκησης του δικαιώματος της απεργίας, ο οποίος μεθοδεύεται από τον υπουργό Εργασίας, αν υλοποιηθεί, θα αποτελέσει πρωτοφανές νομοθετικό πραξικόπημα, ευθεία υπονόμευση του Συντάγματος, του εθνικού και του ευρωπαϊκού συλλογικού Δικαίου και κυρίως κατάργηση της συνδικαλιστικής δράσης και της δημοκρατίας στους χώρους εργασίας», όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση.
Σε κάθε περίπτωση, το ζήτημα των όποιων αλλαγών στο σημερινό πλαίσιο δομής, οργάνωσης, λειτουργίας των Συνδικάτων είναι ζήτημα εσωτερικό και υπόθεση των εργαζομένων, τονίζεται στην ανακοίνωση. Η ΑΔΕΔΥ εκτιμά ότι είναι άμεση η ανάγκη αυτού του εσωτερικού διαλόγου, προκειμένου τα Συνδικάτα να ανταποκριθούν σε ουσιαστικές αλλαγές με κριτήριο τη συμμετοχή, την ενεργοποίηση, το νέο ισχυρό και αποφασιστικό ρόλο των εργαζομένων.
Προϋπόθεση πάντως είναι να σταματήσει η κυβέρνηση να παρεμβαίνει στα συνδικάτα και να λειτουργήσει η «αυτορρύθμιση» του θεσμού με απόφαση, έλεγχο και πρόταση των ίδιων των εργαζομένων. Για αντιδημοκρατικές πρακτικές αντιμετώπισης των απεργιών έκαναν και πάλι λόγο χθες ηγετικά στελέχη της ΓΣΕΕ, σημειώνοντας ότι υπάρχει σχέδιο περιθωριοποίησης του συνδικαλιστικού κινήματος. Στο ίδιο πνεύμα και το Εργατοϋπαλληλικό Κέντρο της Αθήνας (ΕΚΑ), επισημαίνει πως η κυβέρνηση επιχειρεί να αποδυναμώσει το δικαίωμα στην απεργία.