Ανθεκτικός στην κρίση αποδεικνύεται ο κλάδος του κρασιού στην Ελλάδα, που μεταξύ 2007 και 2011 κατόρθωσε να κερδίσει περίπου 40 εκατ. ευρώ σε τζίρο, παρά τη δυσμενή οικονομική συγκυρία, όπως γνωστοποίησε σήμερα ο σύμβουλος της εταιρείας οικονομικών ερευνών Icap, Κωνσταντίνος Σιούμης.
Μιλώντας σε εκδήλωση της διεθνούς έκθεσης Oenos, στη Θεσσαλονίκη, ο κ. Σιούμης εξήγησε ότι οι αυξημένες αντοχές του κλάδου ενδέχεται να συνδέονται με τον εξαγωγικό του προσανατολισμό.
Πάντως, την ίδια στιγμή που ο κλάδος υπερ-αποδίδει σε επίπεδο τζίρου και μικτής κερδοφορίας, “στην καθαρή κερδοφορία σχεδόν υπο-αποδίδει”. Η τάση αυτή, σύμφωνα με τον κ. Σιούμη μπορεί να οφείλεται σε παράγοντες όπως ο ακριβός δανεισμός (το κόστος δανεισμού στον κλάδο είναι υψηλότερο σε σχέση με τον μέσο όρο της αγοράς).
“Οι ελληνικές επιχειρήσεις κρασιού θα πρέπει να εστιάσουν τις προσπάθειές τους για βελτίωση κερδοφορίας στην καλύτερη διαχείριση της εφοδιαστικής αλυσίδας και των δικτύων διανομής, αλλά και των πιστώσεων (πρέπει να συρρικνώσουν τον χρόνο πίστωσης που δίδουν), καθώς και στη μείωση των διοικητικών δαπανών”, σημείωσε.
Μόνο το 7% των επιχειρήσεων είναι ασυνεπείς, έναντι μέσου όρου 20% στην ελληνική οικονομία
Τι συμβαίνει γενικά στον κλάδο των ποτών (αναψυκτικά, οίνοι και άλλα αλκοολούχα); Οι επιχειρήσεις φαίνεται ότι ακολουθούν γενικά μια θετική πορεία: σύμφωνα με τα στοιχεία της Icap, το ποσοστό των ασυνεπών -στις οικονομικές τους υποχρεώσεις- επιχειρήσεων του κλάδου αυξήθηκε μεν σημαντικά τα τελευταία χρόνια (φτάνοντας στο 6,89% πέρυσι, έναντι 4,96% το 2011 και 2,75% το 2010), αλλά παραμένει πολύ χαμηλότερο σε σχέση με τον μέσο όρο της ελληνικής αγοράς (όπου το 20% των επιχειρήσεων λογίζονται ως ασυνεπείς). Μείωση παρουσίασε πάντως και η πιστοληπτική ικανότητα των επιχειρήσεων, από την κατηγορία C1 (μέσος πιστοληπτικός κίνδυνος) στη D2 (αυξημένος).
Κατά 2,5 δισ. φιάλες θα αυξηθεί ως το 2016 η παγκόσμια ζήτηση
Σε κάθε περίπτωση, ο “άνεμος” για τις εξαγωγές και ελληνικού κρασιού είναι πλέον εξαιρετικά ούριος, όπως επισήμανε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικού Οίνου (ΣΕΟ), Άγγελος Ρούβαλης. Οι θετικές προσδοκίες ενισχύονται και από τη γενικότερη ευνοϊκή τάση για τις εξαγωγές του κλάδου παγκοσμίως.
“Το παγκόσμιο εμπόριο κρασιού απογειώνεται. Σύμφωνα με μελέτη των διοργανωτών της γαλλικής VINEXPO, από κοινού με την εταιρεία ISWR, μεταξύ 2012 και 2016 η ζήτηση θα αυξηθεί άνω του 5% παγκοσμίως ή κατά 2,5 δισεκατομμύρια μπουκάλια”, σημείωσε ο κ. Ρουβαλης.
Ποιες χώρες οδηγούν το “ράλι”
Πρόσθεσε ότι η μεγάλη αυτή αύξηση ζήτησης προέρχεται από τρεις κυρίως ζώνες-οδηγούς της κατανάλωσης: τη ζώνη της Αμερικής (που περιλαμβάνει τις ΗΠΑ, όπου η κατανάλωση αυξάνεται κατά 12% ετησίως, τον Καναδά, με +8% ετησίως και τις χώρες Μεξικό, Βραζιλία, Αργεντινή), τη ζώνη Κίνας-Ινδίας-Νοτιοανατολικής Ασίας και τη ζώνη Βόρειας Ευρώπης-Ρωσίας.
“Με δεδομένο ότι ένα στα τρία κρασιά που καταναλώνονται παγκοσμίως είναι προϊόν εξαγωγής, καταλαβαίνεται την προοπτική που υπάρχει”, είπε χαρακτηριστικά ο κ. Ρούβαλης.
Χρηματοδότηση 8 εκατ. ευρώ ετησίως από την ΚΟΑ αναμένεται μετά το 2015
Κατά τον ίδιο, η ελληνική αγορά οίνου παρουσιάζει τέσσερα σημαντικά πλεονεκτήματα: πρώτον, διαθέτει στρατηγικό σχέδιο. Δεύτερον, λόγω των ιδιαίτερων κλιματολογικών συνθηκών (πχ, νησιά, ορεινές περιοχές κτλ), παράγει συγκλονιστικά κρασιά και άλλα προϊόντα. Τρίτον, για πρώτη φορά, η προβολή και προώθηση εξαγωγών κρασιού σε τρίτες χώρες χρηματοδοτείται μέσω της Κοινής Οργάνωσης Αγοράς (ΚΟΑ) με 4 εκατ. ευρώ ετησίως για την περίοδο έως το 2015. Μάλιστα, το ποσόν αυτό αναμένεται να αυξηθεί στα 8 εκατ. μετά το εν λόγω έτος. Τέταρτον, διαμορφώνεται παγκοσμίως μια νέα τάξη καταναλωτών κρασιού, οι οποίοι επιζητούν νέες γευστικές εμπειρίες στον οίνο και προτίθενται να πληρώσουν ακόμη και αδρά για να τις απολαύσουν.
Η θετική τάση, που διαφαίνεται για το ελληνικό κρασί, πχ στην αγορά της Νέας Υόρκης, όπου αυτό καθιερώνεται σταδιακά στη συνείδηση των καταναλωτών ως ποιοτικό, αποτέλεσε καρπό μιας ευρύτερης προσπάθειας προβολής, “μοντέλο που θα ακολουθηθεί και σε άλλες αγορές στόχους σε όλον τον κόσμο”, σημείωσε ο κ. Ρούβαλης.
Σταθερός στόχος για τους Έλληνες οινοπαραγωγούς παραμένει και η αγορά της Γερμανίας, όπου όμως οι δράσεις προώθησης-προβολής των ελληνικών κρασιών δεν χρηματοδοτούνται από την ΚΟΑ (καθώς η χρηματοδότηση αυτή αφορά μόνο προβολή σε τρίτες χώρες).
Έτσι, στόχος των οινοπαραγωγών είναι -όπως εξήγησε ο κ. Ρούβαλης- να προσπαθήσουν να υπερκεράσουν αυτό το εμπόδιο, είτε μέσω ενός ειδικού προγράμματος χρηματοδότησης από τον Οργανισμό Εξωτερικού Εμπορίου (ΟΠΕ) είτε μέσω κονδυλίων των περιφερειών.