Αντισυνταγματική έκρινε το Δ’ τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας τη νομοθετική ρύθμιση του 2004 με την οποία δινόταν η δυνατότητα στο ΣΔΟΕ να δεσμεύει τραπεζικούς λογαριασμός , θυρίδες κ.α. σε περιπτώσεις οικονομικού εγκλήματος και μεγάλης έκτασης φοροδιαφυγή και λαθρεμπορία.
Το θέμα θα κριθεί οριστικά από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, ωστόσο θα πρέπει να σημειωθεί ότι η αντισυνταγματικότητα δεν αφορά την ουσία του μέτρου αλλά τις περιπτώσεις κατά τις οποίες αυτό εφαρμόζεται.
Σύμφωνα με την κρίση των συμβούλων επικρατείας το σχετικό προεδρικό διάταγμα είναι ασαφές αφού «καταλείπεται ευρύτατο περιθώριο διακριτικής ευχέρειας στη διοίκηση, χωρίς να καθορίζονται κατά τρόπο αρκούντως σαφή και συγκεκριμένο οι προϋποθέσεις επιβολής του επίμαχου μέτρου».
Σύμφωνα με το Δ΄τμήμα του ανωτάτου δικαστηρίου, δεν τίθεται κάποιος περιορισμός ούτε ως προς την έκταση των περιουσιακών στοιχείων που μπορούν να τεθούν υπό δέσμευση, ούτε κυρίως ως προς τη χρονική διάρκεια της δεσμεύσεως, ούτε θεσπίζεται ειδική διαδικασία επιβολής αλλά και άρσης του μέτρου.
Όμως, υπογραμμίζεται στη δικαστική απόφαση, με τη χρήση αορίστων εννοιών (που γίνεται στο Ν. 3296/2004) «καταλείπεται ευρύτατο περιθώριο διακριτικής ευχέρειας στη διοίκηση, χωρίς να καθορίζονται κατά τρόπο αρκούντως σαφή και συγκεκριμένο οι προϋποθέσεις επιβολής του επίμαχου μέτρου».
Εξάλλου, στον επίμαχο νόμο δεν τίθεται κάποιος περιορισμός ούτε ως προς την έκταση των περιουσιακών στοιχείων που μπορούν να τεθούν υπό δέσμευση, ούτε κυρίως ως προς τη χρονική διάρκεια της δεσμεύσεως. Επίσης, στο νόμο δεν ρυθμίζεται ειδικότερα η διαδικασία επιβολής και άρσεως του μέτρου της δεσμεύσεως, με την πρόβλεψη σχετικών διαδικαστικών εγγυήσεων αναλόγων προς τη σοβαρότητα του λαμβανομένου μέτρου.
Κατόπιν αυτών, οι δικαστές έκριναν αντισυνταγματικό και αντίθετο στην ΕΣΔΑ το άρθρο 30 (παράγραφος 5 περίπτωση Ε) του Ν. 3296/2004.