Στα 500 εκατ. ευρώ υπολογίζονται οι απώλειες των εξαγωγέων από την κυπριακή κρίση, στη διάρκεια του 2013, ενώ πέρυσι η αξία των ελληνικών εξαγωγών ανήλθε στα 26,5 δις ευρώ, σημειώνοντας «ιστορικό ρεκόρ», σύμφωνα με τα στοιχεία του Κέντρου Εξαγωγικών Ερευνών και Μελετών (ΚΕΕΜ) του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων (ΠΣΕ). Εφέτος μάλιστα εκτιμάται ότι η άνοδος θα προσεγγίσει το 3%.
Σε δήλωση της η πρόεδρος του ΠΣΕ κυρία Χριστίνα Σακελλαρίδη επισημαίνει ότιο «οι έλληνες εξαγωγείς έχουν επιτύχει ένα θαύμα, που διαρκεί επί μία 3ετία. Οι προοπτικές συνεχίζουν να εμφανίζονται θετικές και για το 2013, αλλά οι πρόσφατες στην Ευρώπη και την Κύπρο, περιορίζουν σημαντικά τις δυνατότητες, αλλά και τις προοπτικές για τις περισσότερες από τις εξωστρεφείς ελληνικές επιχειρήσεις, όχι μόνο σε διμερές επίπεδο, αλλά και διαπεριφερειακό, σε Μέση Ανατολή και πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες. Ήδη μόνο από τις εξαγωγές προς την Κύπρο έλειψαν πέρυσι 380 εκατ. ευρώ, σε σχέση με το 2011 και ενδεχομένως οι απώλειες να αυξηθούν περίπου στο μισό δις ευρώ για φέτος».
Και τονίζει ότι «οι εξωστρεφείς επιχειρήσεις της Ελλάδας, της Κύπρου, αλλά και συνολικά στην περιφέρεια και το Νότο της Ευρώπης αντιμετωπίζουν σημαντικές δυσχέρειες και απειλές για τη βιωσιμότητά τους.
Πέρα όμως από την ανάγκη για μία συνολική λύση σε ευρωπαϊκό επίπεδο, που να αφορά και την πορεία του κοινού νομίσματος, θα πρέπει να υπάρξουν παρεμβάσεις και σε Εθνικό Επίπεδο, με προεξάρχον το ζήτημα της ρευστότητας στην αγορά.Τώρα που ξεκίνησε η μετάβαση προς ένα πιο εξωστρεφές πρότυπο για την ελληνική οικονομία και οι εξωστρεφείς δραστηριότητες -εξαγωγές, τουρισμός, ναυτιλία, μεταφορές- συνθέτουν το 25% του ΑΕΠ, τώρα είναι η στιγμή για γενναίες πολιτικές αποφάσεις».
Αναλυτικότερα με μετατόπιση του γεωγραφικού βάρους και στόχευσης προς τις Τρίτες Χώρες και με πρωταγωνιστές τις πρώτες ύλες και τα αγροτοδιατροφικά προϊόντα κατέστη εφικτό το νέο ιστορικό ρεκόρ εξωστρέφειας, των 26,5 δις ευρώ (+5,9%), που πέτυχαν το 2012 οι έλληνες εξαγωγείς.
Η επίδοση αυτή αποκτά ιδιαίτερη σημασία, δεδομένης της υποχώρησης των ελληνικών εξαγωγών προς τις χώρες της ΕΕ (-1,7%), που εξακολουθούν να απορροφούν τη μερίδα του λέοντος (60,9%, εξαιτουμένων των πετρελαιοειδών, σε σχέση με το 65,4% του 2011), αλλά και της μείωσης των βιομηχανικών προϊόντων, της μεγαλύτερης κατηγορίας εξαγώγιμων προϊόντων της Ελλάδας (-1,4%), εξαιτίας και των μεγαλύτερων πιέσεων που δέχθηκαν από την αύξηση του ευρώ έναντι του δολαρίου». Αναφέρεται χαρακτηριστικά στην μελέτη του ΚΕΕΜ.
Ωστόσο χωρίς να περιλαμβάνονται τα πετρελαιοειδή, στο δωδεκάμηνο Ιανουαρίου – Δεκεμβρίου 2012, η αξία των εξαγωγών, ανήλθε στα 17,004 εκατ. ευρώ (21.922,5 εκατ. δολάρια) έναντι 16,2 εκατ. ευρώ (22.577,7 εκατ. δολάρια) το 2011, σημειώνοντας αύξηση 5,1%.
Συμπεριλαμβανομένων των πετρελαιοειδών, η συνολική αξία των εξαγωγών θα διαμορφωθεί στα 26,5 δις ευρώ, συνολικά, δηλαδή το 13,3% του ΑΕΠ της χώρας.
Το 2012 προκύπτει μείωση των εξαγωγών προς τις χώρες της ΕΕ (1,7%), ενώ αντίθετα σημαντική είναι η αύξηση των εξαγωγών προς τις Τρίτες Χώρες (17,8%). Το αποτέλεσμα αυτών των δύο αντίρροπων κινήσεων ήταν το ποσοστό των εξαγωγών που απορροφήθηκαν από τις ευρωπαϊκές αγορές να διαμορφώνεται πλέον στο 60,85%, έναντι 39,15% των εξαγωγών προς Τρίτες Χώρες.
Πιο συγκεκριμένα, μειωμένες εμφανίζονται οι εξαγωγές κατά 2,3% για τις χώρες της ευρωζώνης ΕΕ(15), κατά -1,7% για την ΕΕ (25) και κατά 1,7% για ΕΕ(27). Παρά το γεγονός αυτό, οι 27 χώρες της ΕΕ εξακολουθούν να καταλαμβάνουν τη μερίδα του λέοντος, με ποσοστό 60,9%, εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών, από μερίδιο όμως 65,1% κατά το 2011.
Από την άλλη πλευρά, σε επίπεδο έτους, παρατηρείται σημαντική ανοδική πορεία των εξαγωγών προς γεωγραφικές περιοχές που απορροφούν αξιοσημείωτο μερίδιο των ελληνικών εξαγωγών, όπως η Κοινοπολιτεία Ανεξαρτήτων Κρατών (ΚΑΚ) (21,8%), οι υπόλοιπες χώρες του ΟΟΣΑ (Ισλανδία, Νορβηγία, Ελβετία, Τουρκία, 15,6%), οι χώρες της Β.Αμερικής (11,4%), η Μ.Ανατολή & Β.Αφρική (8,4%) και τα Βαλκάνια (6,6%).
Συνέχιση της αυξητικής τάσης καταγράφεται και προς γεωγραφικές περιοχές με χαμηλότερο όγκο εξαγωγών, όπως οι Άλλες Αναπτυγμένες Χώρες (Ιαπωνία, Αυστραλία, Ν. Ζηλανδία) κατά 25%, η ΝΑ Ασία κατά 28,4%, η Λατινική Αμερική κατά 47,4%, η Ινδία (10,3%) και η Κίνα κατά 7,5%. Αντίθετα, οριακή μείωση εμφανίζουν οι χαμηλές σε όγκο εξαγωγές των Χωρών Αφρικής (εκτός Β. Αφρικής) κατά 0,9%.
Σε ότι αφορά τις πρώτες 10 κορυφαίες αγορές προκύπτουν μικρές ανακατατάξεις και ξεχωρίζει η άνοδος της Ρωσίας στη 10η θέση (από τη 12η το 2011), ενώ θα πρέπει να σημειωθεί η είσοδος στο ΤΟΠ 100 χωρών όπως οι: το Μπουτάν, το Μπενίν, η Αγκόλα, ο Παναμάς, οι Φιλιππίνες, η Ακτή Ελεφαντοστού, η Κολομβία και το Σουδάν.
Τα εξαγώγιμα προϊόντα
Ως προς τη σύνθεση των εξαγωγών κατά μεγάλες κατηγορίες προϊόντων, και χωρίς να συμπεριλαμβάνεται ο συνολικός όγκος των πετρελαιοειδών, η αύξηση, προέρχεται σε μεγάλο βαθμό από τις αυξήσεις των εξαγωγών των πρώτων υλών κατά 55,1% και των αγροτικών προϊόντων κατά 10,5%.
Μικρή μείωση (1,4%) καταγράφεται για την κατηγορία βιομηχανικά προϊόντα, ενώ αντίθετα οι εξαγωγές των χαμηλών σε αξία εξαγωγών της κατηγορίας Είδη & συναλλαγές μη ταξινομημένα κατά κατηγορίες (στις οποίες περιλαμβάνονται και τα εμπιστευτικά προϊόντα) μειώθηκαν κατά 12,9% σε σχέση με το έτος 2011.
Στην πρώτη 10άδα ξεχωρίζουν η ανακατάληψη της πρωτιάς από τα φάρμακα για λιανική πώληση, ξεπερνώντας τις πλάκες αργιλίου (αλουμίνιο), η σημαντική άνοδος του βάμβακος, του ελαιολάδου, αλλά και της ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και η μεγάλη υποχώρηση των ράβδων σιδήρου και χάλυβα (από την 4η στην 13η θέση). Σε ότι αφορά τις νέες εισόδους στο ΤΟΠ 100 ξεχωρίζουν τα τσιμέντα κλίνκερς, φάρμακα για χονδρική πώληση, τα γλυκά κουταλιού-μαρμελάδες, ο χρυσός, τα πεπόνια και καρπούζια, οι φούρνοι-κουζίνες – καμινέτα, τα πλοιάρια αναψυχής και τα επιβατικά πλοία.
Σε ότι αφορά τις εισαγωγές κατά το 2012, καταγράφεται συνέχιση των πτωτικών τάσεων και νέα υποχώρηση κατά 6%, με την αξία τους να διαμορφώνεται σε 30,2 εκατ. ευρώ έναντι 32.128 εκατ. ευρώ κατά το 2011, εξαιτίας της ύφεσης και της συνεχιζόμενης μείωσης της εγχώριας κατανάλωσης στην Ελλάδα.
Πλέον, ο λόγος κάλυψης των εισαγωγών από τις εξαγωγές διαμορφώνεται στο 56,3% (από 51,4% το 2011 και 31,4% το 2010).
Επισημαίνεται ότι λόγω της συνέχισης των αυξητικών τάσεων (5,1%) των εξαγωγών και της συνεχιζόμενης πτώσης (6%) των εισαγωγών ενισχύεται η τάση περιορισμού του εμπορικού ελλείμματος σε 13,2 εκατ. ευρώ από 15,95 εκατ. ευρώ κατά το 2011, μείωση κατά 17,2%.