«Όλοι βρισκόμαστε στο ίδιο βαγόνι», τονίζει ο πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ, σε συνέντευξή του στην ολλανδική εφημερίδα De Morgen, προσθέτοντας ότι όλες οι χώρες της Ευρωζώνης αντιμετωπίζουν τα ίδια προβλήματα.
«Σχεδόν παντού πρέπει να ενισχυθούν οι δυνάμεις του ανταγωνισμού και να εξυγιανθεί ο χρηματοπιστωτικός τομέας. Η άποψη ότι ο Βορράς είναι υγιής, ενώ ο Νότος νοσεί, χρειάζεται επαναδιατύπωση», αναφέρει ο κ. Ντάισελμπλουμ, ενώ παραδέχεται ακόμη πως ο ίδιος πίστευε ότι δεν θα βρισκόταν τελικά λύση για την Κύπρο στη συνεδρίαση του Eurogroup την περασμένη Κυριακή.
Όπως επισημαίνει ο επικεφαλής του Eurogroup, αρχικά ο Kύπριος πρόεδρος, Ν. Αναστασιάδης αρνήθηκε να προχωρήσει σε εκκαθάριση των δύο μεγαλύτερων τραπεζών της Κύπρου. «Είναι κατανοητό ότι προσπάθησε να σώσει ό,τι μπορούσε να σωθεί. Αλλά ενώ οι συζητήσεις συνεχίζονταν, έγινε γνωστό ότι ολοένα και λιγότερα χρήματα είναι διαθέσιμα από τα μηχανήματα ανάληψης μετρητών. Η Λαϊκή τράπεζα δεν μπορούσε πλέον να σωθεί. Απέμενε απλώς να πατήσει το κουμπί ο Αναστασιάδης», σημειώνει.
Ερωτηθείς εάν ο κ. Αναστασιάδης απείλησε με παραίτηση, απαντά ότι ο ίδιος δεν μπορεί να επιβεβαιώσει κάτι τέτοιο. «Για κάθε πρόεδρο θα ήταν μια πολύ δύσκολη απόφαση να αποφασίσει ούτε λίγο ούτε πολύ να σβήσει από το χάρτη τις δύο μεγαλύτερες τράπεζες της χώρας. Θα χαθούν χιλιάδες θέσεις εργασίας, θα είναι ένα πλήγμα για την οικονομία της Κύπρου. Μια τέτοια απόφαση χρειάζεται ηγετικά χαρίσματα, τα οποία τελικά ο Αναστασιάδης απέδειξε ότι διαθέτει», προσθέτει.
Ο κ. Ντάισελμπλουμ ξεκαθαρίζει ότι η Κύπρος δεν μπήκε «στο στόχαστρο» λόγω του μεγέθους της, αλλά λόγω του «υπερβολικά μεγάλου» χρηματοπιστωτικού τομέα της που επιπλέον, όπως είπε, «κινεί υποψίες ότι μετέρχεται πρακτικές ξεπλύματος χρήματος και φοροδιαφυγής». «Η εικόνα ότι η ευρωζώνη ανάγκασε την Κύπρο να τινάξει στον αέρα τις τράπεζές της δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Μόνες τους οι τράπεζες αυτές τινάχτηκαν στον αέρα», σημειώνει.
Υποστηρίζει επίσης ότι η επιλογή να χωριστούν οι τράπεζες σε «καλή» και «κακή» και να θιγούν μόνο οι μεγαλοκαταθέτες είχε τεθεί «εδώ και εβδομάδες» στο τραπέζι αλλά «οι Κύπριοι δεν επιθυμούσαν μια τέτοια εξέλιξη». «Ο Αναστασιάδης επέλεξε να επιβάλει φόρο σε όλες τις καταθέσεις, ακόμα και σε αυτές που ήσαν μικρότερες από 100.000 ευρώ. Αυτό προκάλεσε πολλές συζητήσεις», αναφέρει.
Σε ερώτηση γιατί δεν μπλόκαρε την απόφαση για επιβολή κουρέματος, εφόσον ο ίδιος θεωρεί ότι η νέα συμφωνία είναι καλύτερη, ο επικεφαλής του Eurogroup υπογραμμίζει ότι κάτι τέτοιο μπορεί να ειπωθεί μόνο εκ των υστέρων. «Προκλήθηκε ανησυχία επειδή οι καταθέτες δεν αισθάνθηκαν πλέον ασφαλείς. Αυτό δεν μπόρεσα να το διαβλέψω. Για μένα επρόκειτο για μια εφάπαξ εισφορά σε περιουσιακά στοιχεία που δεν είχε τίποτα το μεμπτό», επισημαίνει.
Ερωτηθείς γιατί στην Ελλάδα «πλήρωσαν την νύφη» οι ομολογιούχοι, ενώ για να σωθεί η Κύπρος την πλήρωσαν οι καταθέτες, εξηγεί πως η μεταστροφή αυτή ήταν αναπόφευκτη.
«Όταν η κρίση βρισκόταν στο απόγειό της, έπρεπε οι κυβερνήσεις να αναλάβουν τους κινδύνους, αλλιώς το σύστημα θα κατέρρεε. Τώρα που η κατάσταση είναι πιο ήρεμη, μετακυλίουμε τους κινδύνους και τα βάρη εκεί από όπου προήλθαν. Δηλαδή στις τράπεζες, τους μετόχους και τους μεγαλοκαταθέτες. Ο χρηματοπιστωτικός τομέας αναλαμβάνει απερίσκεπτα μεγάλο κίνδυνο επειδή υπήρχε πάντοτε το προστατευτικό δίχτυ του κράτους. Μόνον όταν εκλείψει το δίχτυ αυτό, υπάρχει μια υγιής οικονομική συμπεριφορά στον εν λόγω τομέα», διευκρινίζει.
Κληθείς τέλος να απαντήσει αν θεωρεί ότι η αξιοπιστία του έχει τρωθεί λόγω του ότι την Κυριακή το βράδυ ανέλαβε να διευθύνει τις συζητήσεις ο Χέρμαν Βαν Ρόμπεϊ αναφέρει ότι η εμπλοκή ενός ιεραρχικά υψηλότερα ισταμένου όταν οι συζητήσεις έχουν φτάσει σε ένα κρίσιμο σημείο δεν αποτελεί κάτι ασυνήθιστο στην Ε.Ε..
«Υπό την έννοια αυτή, δεν έχω κανένα πρόβλημα. Όλες οι προκαταρκτικές συζητήσεις έλαβαν χώρα υπό την δική μου αιγίδα. Ο Βαν Ρόμπεϊ διευκόλυνε τις συζητήσεις με τον Αναστασιάδη. Εάν δεν είχε στείλει εκείνος την πρόσκληση για να συζητηθούν τα προβλήματα, θα το είχα κάνει εγώ», καταλήγει