Τη χρυσή τομή στο ζήτημα του ενιαίου φόρου ακινήτων συνεχίζουν τα αναζητούν στην κυβέρνηση.
Η διακομματική επιτροπή που συναντήθηκε χθες και ανανέωσε το ραντεβού της για τη Μεγάλη Τρίτη, έβαλε στο τραπέζι της διαβούλευσης όλες τις προτάσεις που είχαν συζητηθεί κατά το προηγούμενο περασμένο διάστημα, τις ενστάσεις τις τρόικας, καθώς και τις επιλογές που υπάρχουν στο θέμα του αφορολογήτου, της φορολόγησης των αγροτεμαχίων, των κλιμάκων φορολόγησης της ακίνητης περιουσίας, προκειμένου να υπολογίσουν τα δημοσιονομικά κόστη κατά περίπτωση και να ληφθούν οι τελικές αποφάσεις.
Αρμόδιος παράγοντας του υπουργείου Οικονομικών, αναφέρει στο Βήμα ότι η συζήτηση γίνεται από μηδενική βάση, ώστε να ληφθούν υπόψη όλες οι περιπτώσεις και τα πιθανά μέτρα εφόσον διαπιστωθεί ότι από κάπου χάνονται έσοδα.
Πάντως, το αφορολόγητο των 50.000 ευρώ, εφόσον υιοθετηθεί, έχει πολύ μικρό δημοσιονομικό κόστος σε σύγκριση με τα συνολικά έσοδα που προσδοκά κάθε χρόνο το υπουργείο Οικονομικών από την εν λόγω φορολογία και διαμορφώνονται σε περίπου 2,5 δισ. ευρώ. Εκτάκτως για εφέτος έχουν υπολογιστεί έσοδα περίπου 3,2 δισ. ευρώ γιατί πρόκειται να εισπραχθούν φόροι παρελθόντων ετών (ΦΑΠ 2010, 2011, 2012 κτλ.)
«Αγκάθι» αποτελεί η πλήρης καταγραφή των αγροτεμαχίων αφού από τη συγκεκριμένη πηγή ακινήτων το κράτος προσδοκά να εισπράξει περίπου 500 εκατ. ευρώ.
Βέβαιο πάντως θα πρέπει να θεωρείται ότι ίσως και μέσα στο προσεχές καλοκαίρι εκατοντάδες χιλιάδες ιδιοκτήτες αγροτεμαχίων θα χρειαστεί να προχωρήσουν στην διόρθωσή ή προσθήκη αγροτεμαχίων που λείπουν από το έντυπο Ε9 που είχε συμπληρωθεί αρκετές φορές τα προηγούμενα χρόνια.
Αναφερόμενος στο χαράτσι των ακινήτων του 2013, ο υπουργός Οικονομικών Γιάννης Στουρνάρας, μετά τη σύσκεψη με τον πρωθυπουργό, δήλωσε: «Θα είναι η τελευταία μεταβατική διάταξη. Θα έχει 15% χαμηλότερο κόστος για τους καταναλωτές. Θα είναι δηλαδή μειωμένο, σε σχέση με ό,τι ίσχυε μέχρι τώρα. Από του χρόνου θα έχουμε ένα νέο ενιαίο φόρο, που δεν θα εισπράττεται μέσω των λογαριασμών της ΔΕΗ. Η πολιτική μας από εδώ και στο εξής είναι να προσπαθήσουμε να μειώνουμε φορολογικούς συντελεστές και να επεκτείνουμε τη φορολογική βάση όσο το δυνατόν δικαιότερα».