Τρία χρόνια μετά την προσφυγή της χώρας μας στο μνημόνιο, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο επανέρχεται στην ανάγκη απελευθέρωσης των κλειστών επαγγελμάτων -ειδικά των επιστημονικών κλάδων (δικηγόροι, συμβολαιογράφοι, ιδιωτικές κλινικές, λογιστές και εκτιμητές) που θεωρεί ότι κρατούν αγκυλωμένη την οικονομία.
Οπως διαπιστώνει στην έκθεση που δόθηκε στη δημοσιότητα στην Ουάσιγκτον τη Δευτέρα, η βασική διαρθρωτική αλλαγή που τέθηκε στο τραπέζι από την πρώτη στιγμή των διαπραγματεύσεων προκειμένου να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός και να απελευθερωθεί η αγορά δεν έχει ακόμα υλοποιηθεί. Αναπόφευκτα η κυβέρνηση αναμένεται να βρεθεί το αργότερο ως το τέλος Ιουνίου μπροστά στην ανάγκη να προχωρήσει σε νέες νομοθετικές ρυθμίσεις που θα άρουν τα τελευταία εμπόδια που υπάρχουν στην είσοδο νέων επαγγελματιών στους συγκεκριμένους κλάδους και, το κυριότερο, θα καταργούν τις υποχρεωτικές ελάχιστες αμοιβές που αποτελούν το βασικό εργαλείο ελέγχου των τιμών των παρεχόμενων υπηρεσιών.
Ψηλά οι τιμές
Το ΔΝΤ διαπιστώνει επίσης πως «παρ’ ότι οι γενικότερες μεταρρυθμίσεις έχουν προκαλέσει αξιοσημείωτη πτώση των ονομαστικών μισθών, αυτό σε περιορισμένο και μόνο βαθμό έχει οδηγήσει και σε χαμηλότερες τιμές, εξαιτίας της αποτυχίας να ανοίξουν τα κλειστά επαγγέλματα και γενικότερα να λειτουργήσει ο ανταγωνισμός. Και αυτός είναι ένας ακόμη λόγος που τόσο μεγάλο βάρος έχει μέχρι στιγμής πέσει σε μισθωτούς και συνταξιούχους».
Παλινδρομήσεις
Σε ανάλογες διαπιστώσεις καταλήγουν και οι ερευνητές του ΚΕΠΕ οι οποίοι επιστρατεύθηκαν από το υπουργείο Οικονομικών να αποτιμήσουν την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στην αγορά από τις μεταβολές που έγιναν από το 2010 ως σήμερα για 20 επαγγέλματα ή δραστηριότητες που βρέθηκαν στο επίκεντρο των ρυθμίσεων μετά το μνημόνιο.
Το ΚΕΠΕ καταγράφει τις κυβερνητικές παλινδρομήσεις στο άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων και επισημαίνεται ότι οι κλάδοι με τη μικρότερη άρση περιορισμών είναι αυτοί των συμβολαιογράφων, μηχανικών, δικηγόρων, ιδιωτικών κλινικών, κέντρων αποθεραπείας, ταξί και στον αντίποδα βρίσκονται οι κλάδοι των ορκωτών εκτιμητών, νόμιμων ελεγκτών φοροτεχνικών, ενεργειακών επιθεωρητών και εκτελωνιστών.
Γι’ αυτόν τον λόγο το υπουργείο Οικονομικών στο τελευταίο πολυνομοσχέδιο φέρνει έναν νέο γύρο αλλαγών σε 17 επαγγέλματα, οι οποίες όμως και πάλι δεν θεωρούνται επαρκείς. Η άρση περιορισμών διευρύνεται για ορκωτούς εκτιμητές, φοροτεχνικούς, λαϊκές αγορές, αρτοποιεία, κτηνιάτρους, ξεναγούς, ενώ για λόγους δημοσίου συμφέροντος επιστρέφουν ή καθιερώνονται περιορισμοί και σε άλλους κλάδους, όπως αρχαιοπώλες, συλλέκτες, συντηρητές έργων τέχνης, καθώς και στα πετρελαιοειδή και στα προνοιακά ιδρύματα, όπως και στους κρεοπώλες, εμπόρους όπλων και ναυαγοσώστες.
Η έρευνα του ΚΕΠΕ με τίτλο «Μέτρηση της έντασης των ρυθμίσεων σε επαγγέλματα και οικονομικές δραστηριότητες στην Ελλάδα μέσω ποσοτικών δεικτών» αποκαλύπτει λεπτομέρειες.
Τα επαγγέλματα
Το ΚΕΠΕ παρατηρεί ότι «στα επαγγέλματα και τις οικονομικές δραστηριότητες με τους μεγαλύτερους βαθμούς ρύθμισης συγκαταλέγονταν επιστημονικά επαγγέλματα, όπως οι συμβολαιογράφοι, οι δικηγόροι και οι δικηγορικές εταιρείες, οι μηχανικοί, οι εταιρείες μηχανικών και οι ενεργειακοί επιθεωρητές, οι νόμιμοι ελεγκτές και οι ορκωτοί εκτιμητές, αρκετά επαγγέλματα και υπηρεσίες του κλάδου της υγείας, αλλά και ορισμένα άλλα επαγγέλματα, όπως του εκτελωνιστή, του οδηγού ταξί, του εφημεριδοπώλη και του φορτοεκφορτωτή».
Με την εφαρμογή των νόμων οι παρατηρούμενες μειώσεις στον γενικό δείκτη ρύθμισης για τα περισσότερα επαγγέλματα και οικονομικές δραστηριότητες αποδίδονται κυρίως στη μείωση του δείκτη εισόδου νέων επαγγελματιών (λόγω της μετατροπής της διαδικασίας αδειοδότησης σε απλή αναγγελία) και λιγότερο στην υποχώρηση του δείκτη συμπεριφοράς.
Εξαίρεση σύμφωνα με το ΚΕΠΕ αποτελεί η μηδενική μεταβολή του δείκτη ρυθμίσεων εισόδου στις περιπτώσεις των μηχανικών, των εταιρειών μηχανικών και ορισμένων υπηρεσιών υγείας, κλάδων που παραμένουν απολύτως προστατευμένοι.