Ύστατη προσπάθεια της κυβέρνησης για «νεκρανάσταση» της οικοδομής
Φθηνότερες θα γίνουν σύντομα για τους φορολογούμενους οι μεταβιβάσεις ακινήτων, αφού η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών προσανατολίζεται στη μείωση των συντελεστών που ισχύουν, από 8% και 10%, στο 4% και 8% αντίστοιχα.
Το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, όπως αποκάλυψε και ο υπουργός Οικονομικών, Γιάννης Στουρνάρας, μιλώντας στο Σύνδεσμο Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος (ΣΒΒΕ), θέλει να δώσει νέα ώθηση στην οικοδομική δραστηριότητα που την τελευταία τριετία τουλάχιστον βρίσκεται στην «εντατική», συμβάλλοντας με τον τρόπο αυτό και στην τόνωση της απασχόλησης και ενίσχυσης της ρευστότητας, αφού περισσότεροι από 40 επαγγελματικοί κλάδοι εμπλέκονται στην οικοδομή.
Οι εν λόγω μειώσεις φόρων, όπως και το τελικό σχέδιο για τον Ενιαίο Φόρο Ακινήτων, θα τεθούν στο τραπέζι της τρόικας που «αποβιβάζεται» και πάλι στην Αθήνα στις αρχές της επόμενης εβδομάδος, ξεκινώντας νέο γύρο διαπραγματεύσεων και εξετάσεων όσον αφορά την υλοποίηση των προαπαιτούμενων που άπτονται πρωτίστως του φορολογικού πεδίου.
Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι οι ανωτέρω μειώσεις στις μεταβιβάσεις, αν και έχουν αποφασιστεί από την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών, ώστε να συνδυαστούν με την επικείμενη αύξηση των αντικειμενικών αξιών κατά μέσο όρο τουλάχιστον 20%, όπως αποκάλυψε η «Ν», ούτως ώστε να διασκεδαστούν οι εντυπώσεις και να μετριαστούν οι αντιδράσεις στο εσωτερικό και μη της συγκυβέρνησης, δεν είναι σίγουρο ότι θα πάρουν το «πράσινο φως» από την τρόικα σε αυτή την επίσκεψη.
Και αυτό γιατί, όπως τονίζει κορυφαίο στέλεχος του οικονομικού επιτελείου, οι επικεφαλής της τρόικας έχουν ξεκαθαρίσει ότι εκτός από τη μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση από το 23% στο 13% από τον επόμενο μήνα, για οποιαδήποτε άλλη μείωση θα πρέπει η κυβέρνηση να αποδεικνύει ότι δεν υπάρχουν απώλειες στις εισπράξεις του Δημοσίου, ή, εάν υπάρχουν, τους τρόπους ή τα ισοδύναμα με τα οποία θα κλείνουν οι «τρύπες».
Στο πλαίσιο λοιπόν αυτό, για τις εν λόγω μειώσεις στους συντελεστές μεταβιβάσεων και τυχόν παρεμβάσεις στο καθεστώς ΦΠΑ στις αγοραπωλησίες, σε αυτή τη φάση, θα γίνουν οι πρώτες διερευνητικές επαφές, και εάν οι επικεφαλής της τρόικας μείνουν ικανοποιημένοι από τις αυξήσεις που ετοιμάζει η κυβέρνηση για τις αντικειμενικές τιμές των ακινήτων, τότε θα μεταθέσει τις συγκεκριμένες αποφάσεις για το Σεπτέμβριο.
Αυτός άλλωστε είναι και ένας από τους λόγους που η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών δεν προχωρά τελικά στην κατάθεση νομοσχεδίου, εντός του Ιουνίου, με αλλαγές στη φορολογία κεφαλαίου, και το μεταθέτει εν ευθέτω χρόνω, καθώς οι ανατροπές περιορίζονται στο τελικό καθεστώς του Ενιαίου Φόρου επί των Ακινήτων από το 2014.
Υπενθυμίζεται ότι ο φόρος στις μεταβιβάσεις υπολογίζεται σήμερα με συντελεστή 8%, μέχρι τις πρώτες 20.000 ευρώ της αξίας του ακινήτου που μεταβιβάζεται, ενώ άνω των 20.000 ευρώ ο συντελεστής είναι 10%. Συντελεστές αρκετά υψηλοί, εάν ληφθεί υπόψη ότι στην Αυστρία ο φόρος μεταβίβασης είναι 3,5%, στην Πορτογαλία 1% – 6%, στην Ιρλανδία 1% – 2% και στη Νορβηγία και στη Βουλγαρία 2,5%.
Η επιστροφή της τρόικας
«Κλειδί» για το καθεστώς του νέου Ενιαίου Φόρου επί των Ακινήτων (ΕΦΑ) που θα εφαρμοστεί από τις αρχές του 2014, είναι το ποσοστό αύξησης των αντικειμενικών αξιών, καθώς επί αυτών θα γίνουν όλοι οι υπολογισμοί.
Αυτό ουσιαστικά σημαίνει ότι μέχρι την επόμενη εβδομάδα που θα βρεθούν και πάλι στην Αθήνα οι εκπρόσωποι της τρόικας, το οικονομικό επιτελείο θα πρέπει να έχει έτοιμο το σχέδιο για τον ΕΦΑ, αλλά και να δώσει το στίγμα για το ύψος των αυξήσεων επί των αντικειμενικών αξιών, ώστε οι δανειστές να έχουν σαφή εικόνα των μεταβολών που θα επέλθουν, χωρίς φυσικά να «διαταράξουν» τις εισπράξεις.
Στόχος εξάλλου για τον ΕΦΑ παραμένει η είσπραξη 3,1 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 1,7 δισ. ευρώ θα προέλθουν από τα αστικά ακίνητα, 800 εκατ. ευρώ από τα αγροτεμάχια και τα υπόλοιπα από τα ακίνητα που κατέχουν οι επιχειρήσεις και η Εκκλησία.
Ετσι στο υπουργείο Οικονομικών και στο τραπέζι της διακομματικής επιτροπής, υπό τον υφυπουργό Οικονομικών, Γιώργο Μαυραγάνη, αναμένεται να τεθεί εκ νέου την τρέχουσα εβδομάδα η διαδικασία φορολόγησης των αγροτεμαχίων με το επικρατέστερο σενάριο, όπως έχει ήδη επισημάνει η «Ν», να προκρίνει τη φορολόγηση των αγροτεμαχίων και των εκτός σχεδίου ακινήτων με το στρέμμα και όχι με βάση την αντικειμενική αξία.
Αυξημένα βάρη στα «ακριβά»
Η διακομματική επιτροπή, για να αποφευχθεί τυχόν δημοσιονομικό κενό, προσανατολίζεται σε αυξημένη φορολόγηση των “ακριβών” ακινήτων, των οποίων η αντικειμενική αξία ξεπερνά τις 300.000 ευρώ, με συντελεστές που μπορεί να φθάνουν και το 2% ίσως και υψηλότερους.
Δεδομένο πρέπει επίσης να θεωρείται ότι η κλίμακα που θα ισχύσει για τη φορολογία των νομικών προσώπων δεν θα έχει αφορολόγητο όριο, ενώ οι συντελεστές έχουν “κλειδώσει” στο 0,1%, 0,2%, 0,3% και 0,6%, αν και χαμηλότεροι θα εφαρμόζονται για τα ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητα και τα γήπεδα των ξενοδοχειακών μονάδων.
Με τις κινήσεις αυτές το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης θα προσπαθήσει σήμερα να λύσει την “εξίσωση” του αφορολογήτου ορίου και της ειδικής κλίμακας του ενιαίου φόρου για τα φυσικά πρόσωπα, επιχειρώντας να αποφύγει νέες αναταράξεις στο εσωτερικό της συγκυβέρνησης αφού το ΠΑΣΟΚ και η ΔΗΜΑΡ, που έχουν προτείνει:
– Είτε τη θέσπιση ατομικού αφορολογήτου ορίου 50.000 ευρώ που σημαίνει ότι 2.769.177 ιδιοκτήτες θα εξαιρούνταν από τον ενιαίο φόρο
– Είτε ακόμη και 100.000 ευρώ, οπότε στην περίπτωση αυτή 4.177.000 ιδιοκτήτες, επί συνόλου 5.569.336 δηλαδή το 75%, θα εξαιρούνταν από την καταβολή του φόρου
Στην περίπτωση που αποφασιστεί ο ενιαίος φόρος να επιβληθεί χωρίς αφορολόγητο όριο, οι συντελεστές της κλίμακας υπολογισμού του φόρου θα ξεκινούν από 0,2% και θα φθάνουν έως 1%, ενώ εάν οριστεί αφορολόγητο όριο τουλάχιστον στις 50.000 ευρώ οι συντελεστές θα είναι από 0,1% έως 1,5% ή 2%.
Αγροτεμάχια
Με βάση το σχέδιο που προκρίνεται για τη φορολόγηση των αγροτεμαχίων, θα αντιστοιχεί φόρος 12 ευρώ κατά μέσο όρο, αν και για ακίνητα που βρίσκονται σε τουριστικές ή παραθαλάσσιες περιοχές ή συνορεύουν με εθνικές οδούς, ο φόρος μπορεί να ανέλθει ακόμη και στα 20, 30 ή 50 ευρώ το στρέμμα.
Στο πλαίσιο αυτό και με βάση το συνολικό αριθμό των καταγεγραμμένων στρεμμάτων, που φθάνει τα 66,5 εκατομμύρια, το υπουργείο Οικονομικών ευελπιστεί ότι θα καταφέρει να εισπράξει ποσό ύψους 800 εκατ. ευρώ από τη φορολόγηση των εκτάσεων γης.
Στο επίκεντρο θα βρεθεί φυσικά και το εάν και σε ποιο ύψος θα καθοριστεί αφορολόγητο όριο, από το οποίο όπως είναι αναμενόμενο θα εξαρτηθούν και οι συντελεστές υπολογισμού του φόρου.