«Φωτιά» στο κόστος καυσίμων βάζουν οι πειραγμένες αντλίες
Σε έξαρση βρίσκονται στην αγορά υγρών καυσίμων οι απάτες με τις πειραγμένες αντλίες βενζίνης και τη νοθεία, με αποτέλεσμα οι οδηγοί Ι.Χ. να ζημιώνονται οικονομικά, όπως και οι νόμιμες επιχειρήσεις του κλάδου.
Ο πρόεδρος του Συνδέσμου Εταιρειών Εμπορίας Πετρελαιοειδών Ελλάδας Γιάννης Ψυχογιός και ο αντιπρόεδρος Γιάννης Αληγιζάκης στη διάρκεια χθεσινής συνάντησης με τους δημοσιογράφους τόνισαν αφενός το κλείσιμο της τρύπας της λαθραίας διακίνησης πετρελαίου θέρμανσης λόγω της εξίσωσης των ειδικών φόρων κατανάλωσης, επισήμαναν αφετέρου τις ανοιχτές πληγές της παραοικονομίας του «μαύρου χρυσού», οι οποίες είναι:
1 «Παρεμβάσεις» στη λειτουργία των ανλτιών με ηλεκτρονικούς μηχανισμούς ή στο λογισμικό τους με σκοπό την εξαπάτηση των καταναλωτών.
Επιτήδειοι πρατηριούχοι, εκτιμήσεις θέλουν να φτάνουν και τους 600, πειράζοντας τις αντλίες κερδοσκοπούν σε βάρος των οδηγών ΙΧ. κλέβοντας σε ποσοστό 3,5% έως και 7% στο λίτρο. Με παρεμβάσεις στο λογισμικό των αντλιών, παλιότερα με ειδικά τσιπ και καλωδιώσεις, καταφέρνουν να κερδίζουν ακόμη και 12 λεπτά το λίτρο. Ο οδηγός νομίζει ότι γεμίζει το ρεζερβουάρ του οχήματός του με την ποσότητα που ζήτησε και πλήρωσε, ωστόσο στο τέλος βρίσκεται ζημιωμένος.
Τα κέρδη για τους επιτήδειους είναι τεράστια. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς πως ένας πρατηριούχος που εφαρμόζει αυτήν την πρακτική και πουλά 150.000 λίτρα τον μήνα, βάζει στην «τσέπη» του 18.000 ευρώ μαύρα και αφορολόγητα. Ο ΣΕΕΠΕ ζητά αυστηρότερες κυρώσεις, όπως αφαίρεση άδειας λειτουργίας και εντατικοποίηση των ελέγχων.
2 Νοθεία της βενζίνης με άλλες ουσίες.
Το τελευταίο διάστημα, καταγγέλλει ο ΣΕΕΠΕ, υπάρχει έξαρση λαθρεμπορίας στα πρατήρια υγρών καυσίμων με την προσθήκη στη βενζίνη και άλλων ουσιών, όπως μεθανόλη, τολουόλη, διαλύτες και χρησιμοποιημένα ορυκτέλαια.
Η μεθανόλη εισάγεται ατελώς και χρησιμοποιείται ως πρώτη ύλη στη βιομηχανία και στην παραγωγή βιοντίζελ. Κι εδώ το κέρδος των επιτήδειων είναι προφανές.
Απειλούνται με λουκέτο 2.500 εταιρείες
Εικονικές εξαγωγές καυσίμων, παράνομα εμφιαλωτήρια υγραερίου και «τρύπες» στη νομοθεσία για την πάταξη του λαθρεμπορίου. καθώς και η τραγική έλλειψη ρευστότητας, απειλούν με λουκέτα 2.500 βενζινάδικα και εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών.
Σύμφωνα με τα στελέχη του ΣΕΕΠΕ, ορισμένοι έμποροι προμηθεύονται αφορολόγητα καύσιμα από εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών με δήθεν σκοπό την εξαγωγή τους σε γειτονικές χώρες. Φορτώνουν βυτιοφόρα ή δεξαμενόπλοια με προορισμό το εξωτερικό, αλλά στη συνέχεια φροντίζουν ώστε να σφραγίζονται τα διάφορα παραστατικά στα τελωνεία, χωρίς να γίνει πραγματική εξαγωγή των καυσίμων.
Στη συνέχεια οι λαθρέμποροι διαθέτουν τα αφορολόγητα καύσιμα παράνομα εντός της επικράτειας, καρπούμενοι φόρους και δασμούς. Ο ΣΕΕΠΕ προτείνει την παρακολούθηση και τον έλεγχο με ηλεκτρονική διαδικασία.
Μάστιγα… στην αγορά αποτελούν και τα παράνομα εμφιαλωτήρια υγραερίου. Πρατήρια χωρίς άδειες και τις απαιτούμενες προδιαγραφές ασφαλείας δέχονται από καταναλωτές κενές φιάλες που ανήκουν σε εταιρείες εμπορίας και τις γεμίζουν με υγραέριο αλλά και με προϊόν άγνωστη προέλευσης. Επιπλέον εκτεταμένη είναι και η χύμα διακίνηση υγραερίου.
Στελέχη των εταιρειών καταγγέλλουν και κενά στη νομοθεσία, όπως για παράδειγμα η μη υποχρέωση της εγκατάστασης συστημάτων εισροών – εκροών καυσίμων στις δεξαμενές των μεταπωλητών πετρελαίου θέρμανσης, ενώ καθυστερεί και η έκδοση απόφασης για τη σήμανση βυτιοφόρων και πλωτών εφοδιαστικών μέσων.
Τα προβλήματα αυτά, σε συνδυασμό με την έλλειψη ρευστότητας προκαλούν τεράστιο πρόβλημα επιβίωσης στους νόμιμους επιχειρηματίες του κλάδου. Οι εταιρείες εμπορίας επίσης ζητούν να μην προκαταβάλουν τους φόρους για την αγορά των καυσίμων.
Πτώση πωλήσεων
Η δραματική πτώση των πωλήσεων του πετρελαίου θέρμανσης, που το πρώτο τετράμηνο του έτους ήταν 70% σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα και το 2012 ήταν 33% έναντι του 2011, ωθεί τις εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών να ζητήσουν τη διεύρυνση των δικαιούχων του επιδόματος.
Ο ΣΕΕΠΕ καλεί το Υπουργείο Οικονομικών να αυξήσει κατά 50% τα σημερινά εισοδηματικά κριτήρια, αλλά και να αναπροσαρμοστεί ο υπολογισμός της επιδοτούμενης ποσότητας στις πραγματικές καταναλώσεις.
Ο Σύνδεσμος τονίζει ότι το μέτρο της εξίσωσης των φόρων έχει καθαρά ως στόχο την πάταξη του λαθρεμπορίου και όχι την είσπραξη φόρων. Συνεπώς η διεύρυνση των δικαιούχων θα ανακούφιζε τους καταναλωτές.