Τους τελευταίους μήνες ενισχύονται οι ενδείξεις ότι η οικονομία έχει εισέλθει σε τροχιά εξισορρόπησης, υποστήριξε σήμερα ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιώργος Προβόπουλος και επανέλαβε πως η ανάκαμψη θα έρθει το 2014, αν παγιωθεί το κλίμα εμπιστοσύνης και επισπευσθούν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Μιλώντας στη Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, ο κ. Προβόπουλος ανέφερε ενδεικτικά πως ο κίνδυνος εξόδου της Ελλάδος από τη ζώνη του ευρώ έχει απομακρυνθεί, αποκαθίσταται σταδιακά η εμπιστοσύνη στις προοπτικές της οικονομίας, τα δίδυμα ελλείμματα – το δημοσιονομικό και το εξωτερικό – έχουν περιοριστεί σημαντικά, ενώ η πορεία εφαρμογής του προγράμματος σταθεροποίησης εκτιμάται ως ικανοποιητική και η εισροή κεφαλαίων που προβλέπονται από τη δανειακή σύμβαση συνεχίζεται απρόσκοπτα.
Υπογράμμισε, επίσης, πως το τραπεζικό σύστημα αποδείχθηκε ανθεκτικό στην κρίση και σήμερα βρίσκεται σε διαδικασία αναδιάταξης. «Αυτό είναι το πρώτο κρίσιμο βήμα για τη σταδιακή αποκατάσταση ομαλών χρηματοδοτικών συνθηκών στην πραγματική οικονομία», τόνισε ο διοικητής της ΤτΕ.
«Η πορεία προς τη χρεοκοπία αποφεύχθηκε τελικώς χάρη στη σοβαρή πρόοδο της δημοσιονομικής προσαρμογής, που επέτρεψε τη συνέχιση της οικονομικής συνδρομής των εταίρων. Το εύρος ωστόσο και η διάρκεια της ύφεσης θα μπορούσαν να περιοριστούν αν είχαν προωθηθεί με μεγαλύτερo ζήλο οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στη λειτουργία του κράτους και των αγορών», ανέφερε.
Αν επισπευσθεί τώρα η πραγματοποίηση αυτών των μεταρρυθμίσεων και παγιωθεί το κλίμα εμπιστοσύνης, μπορεί βάσιμα να προβλεφθεί ότι σύντομα τα αποτελέσματα θα γίνουν ορατά και στην πραγματική οικονομία, υποστήριξε ο κ Προβόπουλος. Προϋπόθεση για την ανάκαμψη, πρόσθεσε, είναι η συνέχιση της εφαρμογής του προγράμματος σταθεροποίησης, χωρίς χαλάρωση και αποκλίσεις.
Προειδοποίησε, πάντως, πως δεν υπάρχουν περιθώρια εφησυχασμού, καθώς, όπως είπε, οι κίνδυνοι και οι αβεβαιότητες που εξακολουθούν να υπάρχουν θα μπορούσαν να θέσουν υπό αίρεση την παγίωση της σταθεροποίησης και την πρόβλεψη για ανάκαμψη της οικονομίας.
Συγκεκριμένα, τόνισε πως, παρά την πρόοδο που έχει συντελεστεί σε πολλούς τομείς, η λειτουργία του κράτους παραμένει αδύναμη. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα καθυστερήσεις στην πραγματοποίηση μεταρρυθμίσεων που θα μπορούσαν να μετριάσουν την ένταση της ύφεσης.
Παρατήρησε, επίσης, πως η μεγάλη σε διάρκεια και ένταση ύφεση και η έλλειψη ρευστότητας μπορεί να αυξήσουν τον αριθμό των – βιώσιμων κατά βάση – επιχειρήσεων που αναγκάζονται να διακόψουν τη λειτουργία τους.