Αποκαλυπτικό δημοσίευμα της εφημερίδας Financial Times σχετικά με την αναγκαιότητα ενός δεύτερου κουρέματος του ελληνικού χρέους
Κάποια στιγμή, μέσα στους επόμενους 12 μήνες, οι Γερμανοί φορολογούμενοι είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα χρειαστεί να εγκρίνουν επιπλέον χρηματοδότηση για στήριξη της Ελλάδας. Εάν κάτι δεν αλλάξει δραστικά, το ίδιο θα ισχύσει και για την Πορτογαλία.
Και τα υπάρχοντα πακέτα στήριξης για την Ελλάδα; Η Άνγκελα Μέρκελ, η Γερμανίδα καγκελάριος, επιμένει ότι δεν θα επιβληθούν νέες ζημιές στους πιστωτές της χώρας, που πλέον είναι κυρίως οι κυβερνήσεις της ευρωζώνης.
Όποιος, όμως, βάλει κάτω τους αριθμούς θα δει ότι είναι σχεδόν αδύνατο να μειωθεί το επίπεδο του ελληνικού χρέους κάτω από το υποσχόμενο επίπεδο του 120% του ΑΕΠ της χώρας μέχρι το 2020 χωρίς τέτοια «κουρέματα» – ειδικά τώρα που είναι σαφές ότι το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων της Ελλάδας δεν θα αποδώσει κάτι που έστω να πλησιάζει τον αρχικό στόχο μέχρι τα τέλη του έτους.
Κατ’ ιδίαν, ορισμένοι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι θέτουν ένα ακόμη πιο δυσάρεστο ερώτημα: Δεν είναι αυτό ένα θέμα που θα έπρεπε να συζητηθεί με τους Γερμανούς ψηφοφόρους κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας;
Αντιθέτως, η συνωμοσία της σιωπής φαίνεται πως έχει εδραιωθεί στις συζητήσεις για το μέλλον της Ελλάδας και της Πορτογαλίας, με όλους φαινομενικά να συμφωνούν ότι καμία δύσκολη απόφαση δεν θα πρέπει να ληφθεί πριν τις γερμανικές εκλογές της 22ας Σεπτεμβρίου.
Η κ. Μέρκελ και οι κυβερνητικοί της συνεργάτες επιμένουν εμφατικά ότι καμία από τις υποθέσεις της Ευρώπης δεν έχει τεθεί σε κατάσταση αναμονής λόγω της γερμανικής προεκλογικής περιόδου. Δεν είναι όμως αυτή η άποψη που επικρατεί σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, όπου αξιωματούχοι παραδέχονται ότι καθυστερούν αποφάσεις μέχρι το φθινόπωρο ώστε να αποφύγουν την εμπλοκή στην πολιτική σκηνή της Γερμανίας.
Η αναβολή των σοβαρών διλημμάτων για την Ελλάδα και την Πορτογαλία μπορεί να είναι θετική πολιτική τακτική για τους Χριστιανοδημοκράτες της κας. Μέρκελ. Δεν ισχύει όμως το ίδιο για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο -τους δύο υποθετικά ανεξάρτητους και αμερόληπτους θεσμούς που έχουν αναλάβει την παρακολούθηση των προγραμμάτων Ελλάδας και Πορτογαλίας. Τώρα δείχνουν συνένοχοι στην προσπάθεια να κρυφτεί το θέμα κάτω από το χαλί.
Τη Δευτέρα, το ΔΝΤ και η Κομισιόν, ως δύο από τα τρία μέλη της Τρόικας, υπέγραψαν τη νέα δόση των 4,8 δισ. ευρώ για την Ελλάδα, αν και παραδέχθηκαν ανοιχτά ότι η «εφαρμογή πολιτικής» βρίσκεται εκτός χρονοδιαγράμματος. Αυτό ουσιαστικά αναβάλει τη λήψη οποιασδήποτε σοβαρής απόφασης για το κενό χρηματοδότησης μέχρι τον Οκτώβριο, δηλαδή μετά τις γερμανικές εκλογές.
Η Κριστίν Λαγκάρντ, η επικεφαλής του ΔΝΤ, ρωτήθηκε δύο φορές κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου τι σκοπεύει να κάνει για το γεγονός ότι το ελληνικό πρόγραμμα έχει κενό δισεκατομμυρίων ευρώ. Αρχικά αγνόησε το ερώτημα και στη συνέχεια μίλησε αόριστα για «διάφορες χρηματοοικονομικές δεσμεύσεις» που οι πιστωτές της ευρωζώνης έκαναν στο παρελθόν. Την Τετάρτη, αξιωματούχοι της Κομισιόν δήλωσαν ότι δεν είναι δική τους δουλειά να κρούσουν τον κώδωνα του κινδύνου.
Αυτός ο κώδικας σιωπής βασίζεται στην εκτίμηση ότι οι Γερμανοί ψηφοφόροι, οι οποίοι βρίσκονται αντιμέτωποι με την πραγματικότητα προγραμμάτων σε Ελλάδα και Πορτογαλία που παραπαίουν, θα επαναστατήσουν ενάντια στα κυβερνώντα κόμματα και θα ψηφίσουν είτε την αντιπολίτευση ή τις αντιευρωπαϊκές ομάδες που τώρα κάνουν τα πρώτα τους βήματα.
Πρόσφατα στοιχεία υποδεικνύουν ακριβώς το αντίθετο. Μόλις τον προηγούμενο χρόνο, στην εκλογική αναμέτρηση της Ολλανδίας που είχε παρουσιάσει και το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, οι δημοσκοπήσεις έφεραν τα αντιευρωπαϊκά κόμματα να αποσπούν το ένα τρίτο των ψήφων μόλις τρεις εβδομάδες πριν ανοίξουν οι κάλπες. Αν και η πολιτική στην Ολλανδία διαφέρει πολύ από τη γερμανική, οι δύο χώρες ακολουθούν αξιοσημείωτα παρόμοια στάση στα θέματα των κρατικών διασώσεων. Ο πρωθυπουργός Μαρκ Ρούτε προσπάθησε να καταλαγιάσει τις ανησυχίες επιμένοντας δημοσίως ότι δεν θα υπάρξουν επιπλέον κεφάλαια για την Ελλάδα.
Στη συνέχεια, κατά τη διάρκεια debate σε εθνική τηλεοπτική κάλυψη, έγινε κάτι αξιοσημείωτο. Ο επικεφαλής του Εργατικού Κόμματος Ντίντερικ Σάσμομ έσπασε το ταμπού και δήλωσε ότι όποιος υπόσχεται πως δεν θα δοθούν και άλλα χρήματα στην Ελλάδα, δίνει μία προεκλογική δέσμευση που δεν θα μπορέσει να τηρήσει.
Η αντίδραση της κοινής γνώμης; Ο κ. Σάμσομ εκτοξεύθηκε στις δημοσκοπήσεις και ενώ ερχόταν τρίτος βρέθηκε σε απόσταση μόλις μίας έδρας από τους Φιλελεύθερους του κ. Ρούτε όταν καταμετρήθηκαν οι ψήφοι.
Ίσως το μήνυμα από την άνοδο του κ. Σάμσομ να είναι πως, οι ψηφοφόροι, όταν βρίσκονται αντιμέτωποι με σοβαρές πολιτικές προκλήσεις, είναι αρκετά ώριμοι για να δεχθούν επώδυνες επιλογές. Ίσως να ισχύει το ίδιο και με τους Γερμανούς ψηφοφόρους…