Νέους κανόνες για τις υπηρεσίες πληρωμών, προς όφελος των καταναλωτών και των εμπόρων λιανικής πώλησης, πρότεινε σήμερα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Στόχος είναι να αναπροσαρμοστεί η ευρωπαϊκή αγορά πληρωμών, ώστε να αξιοποιηθούν οι ευκαιρίες που προσφέρει η ενιαία αγορά και να στηριχθεί η ανάπτυξη της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Αναλυτικότερα, πρόκειται για δέσμη μέτρων στην οποία περιλαμβάνονται: – Μια νέα οδηγία για τις υπηρεσίες πληρωμών («PSD2»). – Μία πρόταση κανονισμού για τις διατραπεζικές προμήθειες που ισχύουν στις πληρωμές με κάρτα.
Η αναθεωρημένη οδηγία για τις υπηρεσίες πληρωμών εισάγει ορισμένα νέα στοιχεία και σημαντικές βελτιώσεις στην αγορά πληρωμών της ΕΕ.
Ειδικότερα, διευκολύνει και καθιστά ασφαλέστερη τη χρήση χαμηλού κόστους υπηρεσιών ηλεκτρονικών πληρωμών, περιλαμβάνοντας στο πεδίο εφαρμογής του νέες υπηρεσίες διενέργειας πληρωμών. Πρόκειται για υπηρεσίες που λειτουργούν μεταξύ των τραπεζών του εμπόρου και του αγοραστή, και επιτρέπουν φθηνές και αποτελεσματικές ηλεκτρονικές πληρωμές χωρίς τη χρήση πιστωτικής κάρτας. Οι εν λόγω πάροχοι υπηρεσιών θα υπόκεινται πλέον στα ίδια υψηλά πρότυπα ρύθμισης και εποπτείας με όλα τα άλλα ιδρύματα πληρωμών. Ταυτόχρονα, οι τράπεζες και όλοι οι άλλοι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να ενισχύσουν την ασφάλεια των διαδικτυακών συναλλαγών, απαιτώντας αυστηρή ταυτοποίηση των πελατών για τις πληρωμές.
Επίσης, οι καταναλωτές θα προστατεύονται καλύτερα από απάτη, τυχόν καταχρήσεις και περιστατικά στον τομέα των πληρωμών (π.χ. σε περίπτωση αμφισβητούμενων και εσφαλμένων πράξεων πληρωμών). Προβλέπεται ότι μπορεί να ζητηθεί από τους καταναλωτές να καλύπτουν μόνο πολύ περιορισμένες ζημίες -μέχρις ανώτατου ύψους 50 ευρώ (αντί για 150 ευρώ σήμερα)- σε περιπτώσεις παράνομων πληρωμών με κάρτα.
Παράλληλα, η πρόταση αυξάνει τα δικαιώματα των καταναλωτών που πραγματοποιούν μεταφορές και εμβάσματα χρημάτων εκτός Ευρώπης ή κάνουν πληρωμές σε νομίσματα εκτός ΕΕ. Θα προωθήσει ακόμη την εμφάνιση νέων παραγόντων και την ανάπτυξη καινοτόμων τρόπων πληρωμής μέσω κινητών τηλεφώνων και διαδικτύου στην Ευρώπη, που θα τονώσουν την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ σε παγκόσμιο επίπεδο.
Εξάλλου, ο κανονισμός για τις διατραπεζικές προμήθειες, σε συνδυασμό με την αναθεωρημένη οδηγία για τις υπηρεσίες πληρωμών, θα καθιερώσει μέγιστα επίπεδα διατραπεζικών προμηθειών για συναλλαγές στις χρεωστικές και πιστωτικές κάρτες των καταναλωτών και θα απαγορεύει τις προσαυξήσεις σε αυτούς τους τύπους καρτών. Οι προσαυξήσεις είναι πρόσθετες επιβαρύνσεις, που επιβάλλουν συχνά ορισμένοι έμποροι για την πληρωμή με κάρτα, ιδίως για την αγορά αεροπορικών εισιτηρίων. Όταν τεθούν ανώτατα όρια στις διατραπεζικές προμήθειες για τις πληρωμές με καταναλωτικές κάρτες, το κόστος που βαρύνει τις επιχειρήσεις λιανικής για συναλλαγές με κάρτα θα μειωθεί σημαντικά και δεν θα δικαιολογείται πλέον καμία προσαύξηση.
Κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου 22 μηνών, τα ανώτατα όρια διατραπεζικών προμηθειών για χρεωστικές και πιστωτικές κάρτες θα εφαρμόζονται στις διασυνοριακές συναλλαγές, δηλαδή όταν ένας καταναλωτής χρησιμοποιεί την κάρτα σε άλλη χώρα, ή όταν ένας λιανοπωλητής χρησιμοποιεί μια τράπεζα σε άλλη χώρα.
Στη συνέχεια, τα εν λόγω ανώτατα όρια θα εφαρμόζονται και στις εγχώριες συναλλαγές.
Τα όρια αυτά καθορίζονται σε 0,2% της αξίας της συναλλαγής για τις χρεωστικές κάρτες και 0,3% για τις πιστωτικές κάρτες. Τα επίπεδα αυτά έχουν ήδη εγκριθεί από τις αρχές ανταγωνισμού για ένα αριθμό συναλλαγών με κάρτες Visa, MasterCard και Cartes Bancaires.
Για τις κάρτες που δεν υπόκεινται σε αυτά τα ανώτατα όρια (κυρίως εμπορικές κάρτες που παρέχονται σε επιχειρήσεις και πιστωτικές κάρτες των τριμερών συστημάτων όπως η American Express ή η Diners), οι έμποροι λιανικής πώλησης θα μπορούν να εφαρμόζουν προσαυξήσεις ή να μην τις αποδέχονται. Με τον τρόπο αυτό, το κόστος αυτών των δαπανηρών καρτών μπορεί να μεταφερθεί απευθείας σε όσους επωφελούνται από αυτές, αντί να επιβαρύνει όλους τους καταναλωτές.
Οι διατραπεζικές προμήθειες περιλαμβάνονται στο κόστος των πληρωμών με κάρτα, που βαρύνει τις επιχειρήσεις λιανικής πώλησης, και καταβάλλονται τελικώς από τους καταναλωτές μέσω υψηλότερων τιμών λιανικής. Οι καταναλωτές δεν τις αντιλαμβάνονται, αλλά κοστίζουν στους εμπόρους λιανικής και στους καταναλωτές δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο. Το επίπεδο των διατραπεζικών προμηθειών ποικίλλει σε μεγάλο βαθμό μεταξύ των κρατών μελών, πράγμα που σημαίνει ότι δεν έχουν σαφή αιτιολόγηση και δημιουργούν σημαντικούς φραγμούς μεταξύ των εθνικών αγορών πληρωμών. Ο καθορισμός ανώτατων ορίων στις διατραπεζικές προμήθειες θα μειώσει το κόστος για τους εμπόρους λιανικής πώλησης και τους καταναλωτές και θα συμβάλει στη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής αγοράς πληρωμών. Έτσι αναμένεται να προαχθεί η καινοτομία και να υπάρξουν περισσότερες ευκαιρίες ώστε οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών να προσφέρουν νέες υπηρεσίες.
Ο Μισέλ Μπαρνιέ, επίτροπος Εσωτερικής Αγοράς και Υπηρεσιών, δήλωσε τα εξής: «Σήμερα, η αγορά πληρωμών στην ΕΕ είναι κατακερματισμένη και δαπανηρή. Η οικονομία μας δεν μπορεί να αντέξει το κόστος της, που υπερβαίνει το 1% του ΑΕΠ της ΕΕ, ή τα 130 δισ. ευρώ τον χρόνο. Η πρότασή μας θα ενισχύσει την ψηφιακή ενιαία αγορά, εξασφαλίζοντας φθηνότερες και ασφαλέστερες πληρωμές μέσω διαδικτύου, τόσο για τους λιανοπωλητές όσο και για τους καταναλωτές. Οι προτεινόμενες αλλαγές στις διατραπεζικές προμήθειες θα καταργήσουν εξάλλου ένα σημαντικό εμπόδιο μεταξύ εθνικών αγορών πληρωμών και, τέλος, θα μειώσουν αυτές τις αδικαιολόγητα υψηλές προμήθειες.» Ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Γιοακίν Αλμούνια υπογράμμισε: «Οι διατραπεζικές προμήθειες που καταβάλλουν οι λιανοπωλητές επιβαρύνουν τους καταναλωτές. Οι καταναλωτές όχι μόνο δεν γνωρίζουν τίποτα γι’ αυτό, αλλά ενθαρρύνονται και μέσω συστημάτων ανταμοιβής να χρησιμοποιούν τις κάρτες, παρέχοντας στις τράπεζές τους υψηλότερα έσοδα. Συμπληρώνοντας την εφαρμογή των αντιμονοπωλιακών κανόνων, ο κανονισμός που καθορίζει τα ανώτατα όρια διατραπεζικών προμηθειών θα αποτρέπει το υπερβολικό τους ύψος σε όλους τους τομείς. Θα δημιουργηθούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού για τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών, θα δοθεί η ευκαιρία σε νέους παράγοντες να εισέλθουν στην αγορά και να προσφέρουν καινοτόμες υπηρεσίες, οι λιανοπωλητές θα κάνουν μεγάλες οικονομίες με την καταβολή χαμηλότερων προμηθειών, και οι καταναλωτές θα ωφεληθούν από τις χαμηλότερες τιμές πώλησης στο λιανικό εμπόριο».