Ενώπιον μιας πολύ δυσάρεστης πραγματικότητας θα βρεθούν, μέσα στις προσεχείς εβδομάδες, οι ελληνικές τράπεζες και μαζί τους το σύνολο του εγχώριου χρηματοπιστωτικού συστήματος. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), όχι απλώς θα ανακοινώσει ότι σταματάει το πρόγραμμα ενίσχυσης με φθηνή ρευστότητα όλων των χωρών που έχουν απομείνει εκτός διατραπεζικής αγοράς αλλά θα ζητήσει πίσω κι όλα τα λεφτά που τους έχει δανείσει μέχρι σήμερα.
Το σχετικό μήνυμα εστάλη με ηχηρό, στα όρια του εκκωφαντικού, τρόπο την εβδομάδα που πέρασε. Πώς; Η ΕΚΤ δεν έκανε ούτε ένα ευρώ τζίρο στην ελληνική δευτερογενή αγορά τίτλων. Κοινώς, απέφυγε την οποιαδήποτε παρέμβαση, για πρώτη φορά από τότε που ξέσπασε η κρίση. Ωστόσο, είχε φροντίσει να προειδοποιήσει σχετικά.
Όσοι παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις από αυτό το κρίσιμο μέτωπο, είχαν παρατηρήσει με ανησυχία ότι την τελευταία εβδομάδα του 2010, ο τζίρος της ίδιας αγοράς είχε πέσει κάτω κι από τα 10 εκατ. ευρώ. Όπερ συνεπάγονταν ότι η ΕΚΤ σφύριξε αδιάφορα. Τότε, όμως, υπήρχε η δικαιολογία των εορτών και της χαλαρότητας του γενικότερου κλίματος. Ομως, όσοι είχαν γνώση του τι σχεδιάζει η Φραγκφούρτη, δεν πείθονταν από αυτή την εξήγηση. Και στην Τράπεζα της Ελλάδας (ΤτΕ) υπάρχουν αρκετοί.
Οι οποίοι έσπευσαν να προειδοποιήσουν τα τραπεζικά επιτελεία ότι η πολιτική στήριξης της ΕΚΤ προς τις χώρες – μέλη που αντιμετωπίζουν πρόβλημα, οδεύει προς το τέλος της. Οπότε θα έπρεπε να πάρουν τα μέτρα τους, αν δεν το είχαν κάνει ήδη. Μάλιστα, οι διαδικασίες θα έπρεπε να επισπευσθούν για έναν επιπλέον λόγο. Το γεγονός ότι η Ισπανία, εν πρώτοις, αλλά και η Πορτογαλία, ακολούθως, φαίνονταν από τότε ότι γλιτώνουν την ένταξη τους στον ευρωπαϊκό μηχανισμό διάσωσης των οικονομιών, γεγονός το οποίο «λύνει τα χέρια» της Φραγκφούρτης. Τώρα, όμως, τα δεδομένα αλλάζουν για τα καλά.
Προκειμένου να καταστεί κατανοητό για τι ποσά μιλάμε, αρκεί να σημειωθεί ότι, μέχρι το τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2010, οι ελληνικές τράπεζες είχαν αντλήσει ρευστότητα της τάξης των 85 δισ. ευρώ από την ΕΚΤ. Το ποσό ενδεχομένως να προκαλεί σκεπτικισμό, αλλά αν αναφερθεί εδώ τι λεφτά πήραν ακριβώς οι Ισπανικές τράπεζες, κατά το ίδιο διάστημα, τότε η ελληνική περίπτωση φαντάζει ως απλό …πταίσμα. Μόνο τον Μάιο του 2010, οι Ισπανοί «τράβηξαν» περί τα 75 δισ. ευρώ. Στην Αθήνα, το γεγονός προκαλεί όπως είναι φυσικό, ελεγχόμενο συναγερμό. Κι αυτό γιατί η συγκεκριμένη εξέλιξη έρχεται λίγο πριν ανακοινωθεί η πραγματοποίηση του δεύτερου, πανευρωπαϊκού, στρες τεστ, μέσα σε διάστημα μικρότερο των επτά μηνών.
Με τον μηδενικό τζίρο στην δευτερογενή αγορά τίτλων και την σχεδόν ανύπαρκτη παρουσία εναλλακτικής λύσης, ο βαθμός δυσκολίας του εγχειρήματος γίνεται ακόμη μεγαλύτερος. Η αλήθεια είναι ότι οι τελευταίες αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου που είτε ολοκληρώθηκαν με επιτυχία (Πειραιώς) είτε ολοκληρώνονται οσονούπω (Μαρφίν) δίνουν μια ανάσα. Οπως ανάσα δίνουν και οι ρευστοποιήσεις περιουσιακών στοιχείων στο εξωτερικό (Εθνική, Eurobank).
Ομως, οι λύσεις αυτές δεν έχουν τον χαρακτήρα του μόνιμου και του επαναλαμβανόμενου, που απαιτούν οι περιστάσεις. Και εύλογα γεννάται το ερώτημα: Τί θα γίνει αν η κρίση συνεχισθεί με την ίδια ένταση και του χρόνου ή του παραχρόνου; Κάποια στιγμή, ακόμη και οι αυξήσεις κεφαλαίου και τα διαθέσιμα προς πώληση στοιχεία, τελειώνουν. Και τότε, τί γίνεται;