Παράνομος είναι ο σχεδιαζόμενος φόρος χρηματοοικονομικών συναλλαγών, σύμφωνα με πόρισμα της νομικής υπηρεσίας της ΕΕ.
Σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters, στην κατοχή του οποίου περιήλθε η 14σέλιδη γνωμάτευση, η εξέλιξη αυτή θα μπορούσε να αποτελέσει την ταφόπλακα στο σχέδιο με τη σημερινή του μορφή.
Το πρακτορείο επισημαίνει πως το πόρισμα θα καταστήσει δύσκολη την εφαρμογή του μέτρου σε 11 κράτη-μέλη από το 2014. Στόχος του είναι να καταβάλουν οι τράπεζες περίπου 35 δισ. ευρώ το χρόνο, ως αντάλλαγμα για την ενίσχυση που έλαβαν από τους φορολογούμενους κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης του 2007-09.
Ήδη πάντως η Βρετανία και αρκετά άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ έχουν αρνηθεί να το εφαρμόσουν, κάτι που θέτει εν αμφιβόλω το δικαίωμα των 11 κρατών να το υλοποιήσουν χωρίς τη συναίνεση των υπολοίπων. Μάλλιστα, η Βρετανία έχει προσφύγει κατά του φόρου στα ευρωπαϊκά δικαστήρια, προβάλλοντας το επιχείρημα ότι θα επηρέαζε ενδεχομένως τις συναλλαγές χωρών που δεν τον υιοθετούν.
Ο φόρος σχεδιάζεται να επιβληθεί στις μετοχές, τα ομόλογα, τα παράγωγα, τις συμφωνίες επαναγοράς και το δανεισμό τίτλων.
Υπέρ της εφαρμογής του έχουν ταχθεί η Ελλάδα, η Γερμανία, η Γαλλία, η Ιταλία, η Ισπανία, η Αυστρία, η Πορτογαλία, το Βέλγιο, η Εσθονία, η Σλοβακία και η Σλοβενία.
Οι νομικές υπηρεσίες της ΕΕ αναφέρουν, ωστόσο, στη γνωμοδότησή τους με ημερομηνία 6 Σεπτεμβρίου ότι το σχέδιο «υπερβαίνει τη δικαιοδοσία των κρατών – μελών για φορολόγηση βάσει των κανόνων του διεθνούς εθιμικού Δικαίου».
Σύμφωνα με το έγγραφο, το σχέδιο δεν συνάδει με την συνθήκη της ΕΕ «καθώς παραβιάζει τις φορολογικές αρμοδιότητες των κρατών-μελών που δεν συμμετέχουν».
Η επιβολή φόρου χρηματοοικονομικών συναλλαγών σε κάποια κράτη μέλη θα αποτελούσε επίσης «διάκριση και πιθανόν να οδηγήσει σε στρέβλωση του ανταγωνισμού εις βάρος των κρατών-μελών που δεν συμμετέχουν».