Σε μια προσπάθεια να βελτιώσουν την εικόνα της οικονομικής τους θέσης, οι ισπανικές και οι ιταλικές τράπεζες ζητούν από τις κυβερνήσεις τους να τροποποιήσουν ασαφείς λογιστικούς κανόνες, αναφέρει δημοσίευμα της εφημερίδας Wall Street Journal.
Στην Ισπανία, όπου η βαθιά ύφεση έχει μειώσει τα κεφαλαιακά αποθέματα ορισμένων τραπεζών, τα στελέχη τους ζητούν από την κυβέρνηση να μετατρέψει τη δυνατότητά τους να εκπίπτουν οι καταγεγραμμένες ζημίες τους από τη φορολόγηση μελλοντικών κερδών, με στόχο να ενισχυθεί η κεφαλαιακή τους θέση. Στην Ιταλία, όπου οι τράπεζες κατέχουν μερίδια μετοχών στην κεντρική τράπεζα της χώρας, κορυφαίοι τραπεζίτες ζητούν να γίνει νέα αποτίμηση της Τράπεζας της Ιταλίας, από την οποία αναμένουν ένα έκτακτο λογιστικό κέρδος που θα ενίσχυε την κεφαλαιακή τους θέση.
Αν και οι ιταλικές και οι ισπανικές τράπεζες έχουν ήδη κάνει μεγάλα βήματα για να ενισχύσουν τα κεφάλαιά τους, σημειώνει το δημοσίευμα, οι επικριτές αναφέρουν ότι οι ζητούμενες αλλαγές αποτελούν επιδέξιους χειρισμούς που δεν βελτιώνουν την ικανότητα των τραπεζών να αντέξουν ενδεχόμενες μελλοντικές ζημιές. Τα στελέχη των ισπανικών και ιταλικών τραπεζών θεωρούν, από την πλευρά τους, ότι είναι λογικό και δίκαιο να χρησιμοποιήσουν τους κανόνες που ισχύουν. «Δεν νομίζω ότι πρόκειται για τέχνασμα. Πρόκειται για την εφαρμογή κανόνων που ισχύουν ήδη σε άλλες χώρες», δήλωσε ο Διοικητής της Τράπεζας της Ισπανίας Λουίς Λίντε.
Τα διεθνή λογιστικά πρότυπα επιτρέπουν σε τράπεζες και άλλες εταιρείες να καταγράφουν στους ισολογισμούς τους, όταν έχουν ζημιές, τη δυνατότητα αναβαλλόμενων φορολογικών εκπτώσεων (deferred tax assets). Όταν, δηλαδή, στο μέλλον έχουν κέρδη στους ισολογισμούς τους, οι εταιρείες μπορούν να αφαιρούν τις προηγούμενες ζημιές από το φόρο στις λογιστικές τους καταστάσεις. Με τους νέους διεθνείς κανόνες για τα τραπεζικά κεφάλαια, όμως, οι αναβαλλόμενες φορολογικές εκπτώσεις αφαιρούνται από την κεφαλαιακή βάση των τραπεζών, επειδή δεν υπάρχει εγγύηση ότι θα υλοποιηθούν ποτέ στο μέλλον, κάτι που θα συμβεί μόνο αν η τράπεζα έχει κέρδη. Η πρόταση των ισπανικών τραπεζών στην κυβέρνησή τους προβλέπει τη μετατροπή πολλών από αυτές τις αναβαλλόμενες φορολογικές εκπτώσεις σε φορολογικές εκπτώσεις με κρατική εγγύηση, ώστε να μην αφαιρούνται από την κεφαλαιακή βάση τους. Το ισπανικό υπουργείο Οικονομικών, όπως και η Τράπεζα της Ισπανίας, είναι σύμφωνο με το σχέδιο αυτό, αν και υπάρχει αντίδραση από άλλους κυβερνητικούς παράγοντες, σύμφωνα με τραπεζικούς και κρατικούς αξιωματούχους στη Μαδρίτη.
Οι αιτούμενες αλλαγές θα είχαν ως αποτέλεσμα να αυξηθεί ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας των ισπανικών τραπεζών κατά μία ποσοστιαία μονάδα κατά μέσο όρο, σύμφωνα με έναν υψηλόβαθμο Ισπανό αξιωματούχο που εμπλέκεται στις διαπραγματεύσεις. Οι μη κερδοφόρες ισπανικές τράπεζες έχουν σωρεύσει τη δυνατότητα πολύ υψηλών αναβαλλόμενων φορολογικών εκπτώσεων τα τελευταία χρόνια. Οι αναλυτές εκτιμούν το συνολικό ύψος τους σε περίπου 50 δισ. ευρώ. Ισπανοί αξιωματούχοι, περιλαμβανομένου του υπουργείου Οικονομικών, δηλώνουν ότι οι αλλαγές θα απλοποιούσαν τη διαδικασία εξυγίανσης του τραπεζικού τομέα, καθώς δύο κρατικοποιημένες τράπεζες —που η Ισπανία ελπίζει να τις πουλήσει— έχουν δικαίωμα για περίπου 5 δισ. ευρώ σε αναβαλλόμενες φορολογικές εκπτώσεις η κάθε μία.
Στην Ιταλία, μία πρόταση που έχει γίνει εδώ και πολύ καιρό για νέα αποτίμηση των μεριδίων μετοχών που έχουν οι τράπεζες της χώρας στην κεντρική τράπεζα επί σχεδόν 80 έτη, έχει κερδίσει έδαφος πρόσφατα, καθώς στηρίζεται από δημόσιους αξιωματούχους.
Το 1936, αρκετές τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρείες και το κοινωνικό ασφαλιστικό σύστημα της Ιταλίας είχαν χρηματοδοτήσει την ανακεφαλαιοποίηση της Τράπεζας της Ιταλίας με το ποσό των 300 εκατομμυρίων λιρετών. Το ποσό αυτό μετατράπηκε σε 156.000 ευρώ, όταν η Ιταλία εντάχθηκε στο ευρώ. Δύο τράπεζες —η UniCredit και η Intesa Sanpaolo— κατέχουν σήμερα περίπου το 60% του μετοχικού κεφαλαίου της Τράπεζας της Ιταλίας. Τα μερίδια των μετοχών είναι δύσκολο να αποτιμηθούν, επειδή αυτές δεν διαπραγματεύονται. Οι περισσότερες τράπεζες τα καταγράφουν στους ισολογισμούς τους, σε αξίες που μένουν σταθερές επί δεκαετίες. Τώρα, ο τραπεζικός κλάδος ζητά να γίνει νέα αποτίμηση των μεριδίων αυτών, μία κίνηση που θα επέτρεπε στις τράπεζες να προσαρμόσουν την αξία τους και θα έφερνε σε αυτές μεγάλα λογιστικά κέρδη που θα ενίσχυαν την κεφαλαιακή θέση τους. Ο Ιταλός υπουργός Οικονομικών Φαμπρίτσιο Σακομάνι, ο οποίος ήταν έως πρόσφατα υποδιοικητής της Τράπεζας της Ιταλίας, δήλωσε σε συνέντευξή του ότι υποστηρίζει την αναθεώρηση του τρέχοντος συστήματος η οποία θα ενίσχυε τις κεφαλαιακές θέσεις των τραπεζών με μερίδια στην κεντρική τράπεζα.