Την εκτίμηση πως η παγκόσμια οικονομία συνεχίζει την αργή πορεία της, απόρροια της οικονομικής κρίσης του 2008, εξέφρασε χθες, Πέμπτη η επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Κριστίν Λαγκάρντ.
«Η παγκόσμια προοπτική παραμένει υποτονική σήμερα αν και σε πολλές οικονομίες, βλέπουμε σημάδια ελπίδας », τόνισε η κ. Λαγκάρντ και συμπλήρωσε: «Πέντε χρόνια μετά, το ταξίδι δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί, αλλά η ομίχλη της κρίσης παραμένει».
Η επικεφαλής του ΔΝΤ προειδοποίησε ότι η κρίση στις Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσε να δημιουργήσει σοβαρά οικονομικά προβλήματα σε όλο τον κόσμο, αν το Κογκρέσο αποτύχει να αυξήσει το δημόσιο χρέος το οποίο φτάνει στο ανώτατο όριο του στις 17 Οκτωβρίου. «Εν μέσω αυτής της μεγάλης δημοσιονομικής πρόκλησης … η συνεχιζόμενη αβεβαιότητα επί του προϋπολογισμού, πάνω από το ανώτατο όριο του χρέους, δεν βοηθάει» είπε η Κριστίν Λαγκάρντ.
«Η διακοπή λειτουργίας της κυβέρνησης ήταν αρκετά κακό, αλλά η αποτυχία να αυξήσουν το ανώτατο όριο του χρέους θα ήταν πολύ χειρότερη και θα μπορούσε πολύ σοβαρά να βλάψει όχι μόνο την οικονομία των ΗΠΑ, αλλά και ολόκληρη την παγκόσμια οικονομία », συμπλήρωσε. Παρά όμως το πολιτικό αδιέξοδο που υπάρχει στις Ηνωμένες Πολιτείες- μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων-, σύμφωνα με την κ. Λαγκάρντ, η αμερικανική οικονομία είναι το προφανέστερο παράδειγμα ανάκαμψης στις πλούσιες χώρες.
«Τα νοικοκυριά είναι σε καλύτερη κατάσταση, ο τομέας της στέγασης επίσης, ενώ ο κινητήριος μοχλός του ιδιωτικού τομέα βουίζει και πάλι» είπε. «Αλλά η ανάπτυξη το τρέχον έτος θα είναι πολύ χαμηλή – κάτω από το 2%- λόγω του γεγονότος ότι η δημοσιονομική προσαρμογή δεν γίνεται όπως θα έπρεπε να γίνει».
Για την Ιαπωνία, η κ. Λαγκάρντ «βλέπει» λόγους αισιοδοξίας μετά από δύο δεκαετίες στασιμότητας, μετά τις επιθετικές πολιτικές τόνωσης της οικονομίας. «Αλλά το χρέος της χώρας προσεγγίζει το 250% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος , και η κυβέρνηση χρειάζεται νέα φορολογικά έσοδα και μεταρρυθμίσεις σε μια ταχέως γηράσκουσα κοινωνία», ανέφερε.
Για την ευρωζώνη, η επικεφαλής του ΔΝΤ είπε ότι η «συνολική και συντονισμένη» μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας και των προϊόντων θα μπορούσε να αυξήσει το ΑΕΠ.