«Η συνέχιση της διαίρεσης Βορρά και Νότου στην ευρωζώνη, η συνέχιση της απαξίωσης, της εκδικητικής λιτότητας και της υπονόμευσης της εμπιστοσύνης, δεν θα έχει κερδισμένους. Το βέβαιο είναι ότι, εάν δεν υπάρξει σύντομα αλλαγή στάσης και πολιτικής, η ανάπτυξη θα αποχαιρετήσει οριστικά όχι μόνο τις χώρες του Νότου αλλά και τους υπεροπτικούς σήμερα εταίρους τους. Οι αλλεπάλληλοι χειρισμοί των τελευταίων ετών, έχουν προξενήσει σημαντική ζημιά στο σύνολο της ευρωζώνης».
Αυτά σημείωσε ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσξς Επιμελητηρίων και του ΕΒΕ Αθήνας Κ. Μίχαλος στην εκδήλωση του Κέντρου Ερευνών Προοδευτικής Πολιτικής με θέμα: «Κρίση στην Ευρωζώνη και πολιτικές για την ανάπτυξη της Νότιας Ευρώπης».
Όπως σημείωσε ο κ. Μίχαλος, εκτός από τη δυσκολία στο επιχειρηματικό περιβάλλον της χώρας μας να καλύψουν το δικό τους μέρος της συγχρηματοδότησης, σε μεγάλο βαθμό ευθύνεται και η υπερβολικά συντηρητική στάση που τηρεί η ΕΤΕπ, απαιτώντας για την παροχή ρευστότητας ενέχυρα τα οποία είναι πρακτικά αδύνατον να εξασφαλιστούν.
«Θα έλεγε κανείς ότι τα πράγματα δεν μπορούσαν να γίνουν χειρότερα. Κι όμως μπορούν» σχολίασε ο πρόεδρος της ΚΕΕ και εξήγησε:
Τις ημέρες αυτές διεξάγεται στις Βρυξέλλες μια διαπραγμάτευση μεταξύ των κρατών – μελών της ΕΕ και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, για την εφαρμογή των άρθρων 107 και 108 της Συνθήκης της ΕΕ, στις χρηματοδοτικές ενισχύσεις ήσσονος σημασίας. Σε αυτές τις ενισχύσεις συμπεριλαμβάνονται και τα προγράμματα δανειοδότησης και εγγύησης δανείων από το Ελληνικό Δημόσιο προς Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις, μέσω Ευρωπαϊκών Φορέων, όπως η ΕΤΕπ, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων κτλ.
Οι αλλαγές που προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή περιλαμβάνουν νέους ορισμούς και προϋποθέσεις που, αν υιοθετηθούν, θα επιφέρουν καταστροφικές συνέπειες για τις επιχειρήσεις της Ελλάδας, αλλά και ευρύτερα του Ευρωπαϊκού Νότου. Στην ουσία, οι αλλαγές αυτές θα καταστήσουν αδύνατη τη συμμετοχή των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων σε ανάλογα προγράμματα στο μέλλον, καταργώντας πρακτικά το εργαλείο των επιχειρηματικών ενισχύσεων από την ΕΕ.
Σύμφωνα με τον νέο ορισμό που προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως προς την «ενιαία επιχείρηση», δηλαδή την επιχείρηση που μπορεί να δανειοδοτηθεί, οποιοσδήποτε όμιλος επιχειρήσεων θα αντιμετωπίζεται ως ενιαίο σύνολο. Αυτό σημαίνει ότι, εφόσον μια επιχείρηση – μέλος ομίλου δανειοδοτηθεί, καμία εκ των υπολοίπων δεν μπορεί να κάνει το ίδιο για τρία χρόνια, ασχέτως αν έχει διαφορετικό Διοικητικό Συμβούλιο ή μετοχική σύνθεση.
Επίσης, προτείνονται επιπρόσθετες προϋποθέσεις ορισμού μίας επιχείρησης ως «προβληματικής» – και συνεπώς μη χρηματοδοτούμενης – οι οποίες θέτουν εκτός δανεισμού, σχεδόν το σύνολο των ελληνικών επιχειρήσεων, και όχι μόνο τις Μικρομεσαίες. Για παράδειγμα, ως προβληματική θεωρείται επιχείρηση η οποία έχει δείκτη χρέους προς ίδια κεφάλαια υψηλότερο του 7,5, κέρδη προ φόρων προς δείκτη κάλυψης χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων, κάτω του 1,0 τα τελευταία δύο έτη και διαβάθμιση από τουλάχιστον έναν οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, εγγεγραμμένο στην ΕΕ, ισοδύναμη με CCC+ ή χαμηλότερη. Σημειώνεται ότι ως προβληματική θα χαρακτηρίζεται επιχείρηση που εμφανίζει έστω και ένα από αυτά τα στοιχεία, και όχι το σύνολο τους.
Προφανώς, ο γραφειοκρατικός μηχανισμός της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δεν έχει επαφή με την πραγματικότητα που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις του Ευρωπαϊκού Νότου. Η επιλογή να παρέχεται στήριξη σε βιώσιμες επιχειρήσεις, είναι εύλογη. Είναι όμως τελείως παράλογο το να τίθενται κριτήρια που αποκλείουν το σημαντικότερο και πιο ευάλωτο πληθυσμό επιχειρήσεων από την κοινοτική χρηματοδότηση.
Ήδη, με πρωτοβουλία της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος έχει κινητοποιηθεί το δίκτυο των Ευρωεπιμελητηρίων, ώστε να υπάρξουν οι κατάλληλες παρεμβάσεις από τα κράτη μέλη. Η ελληνική κυβέρνηση έχει επίσης ενημερωθεί και σε κάθε περίπτωση, όπως υπογράμμισε ο ίδιος: “είναι ζήτημα ζωτικής σημασίας να αποκατασταθεί ροή κεφαλαίων προς τις επιχειρήσεις του ευρωπαϊκού Νότου. Δεν μπορούμε να μιλάμε για Ευρώπη 2020 και να θέτουμε φιλόδοξους αναπτυξιακούς στόχους, όσο εξακολουθούν να επικρατούν συνθήκες ασφυξίας στην Περιφέρεια.
Είναι άμεση ανάγκη να εξυγιανθεί και να ισχυροποιηθεί το τραπεζικό σύστημα, ώστε να επιστρέψει η εμπιστοσύνη και η ρευστότητα στις αγορές. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με κινήσεις όπως:
– Η ολοκλήρωση της τραπεζικής ενοποίησης στην Ευρωζώνη
– Η δημιουργία συστήματος κοινής εποπτείας
– Η δημιουργία κοινού Ταμείου Εκκαθάρισης Αφερέγγυων Τραπεζών
– Η δημιουργία Πανευρωπαϊκού Συστήματος Εγγύησης Καταθέσεων.