Μικρό το μερίδιο αγοράς
Στις 10 πρώτες χώρες-προμηθευτές των ΗΠΑ σε όλες τις κατηγορίες ελαιολάδου, εκτός από τον κωδικό HTS 15100020 ο οποίος αφορά μη βρώσιμο ελαιόλαδο, βρίσκεται η Ελλάδα.
Από την άλλη πλευρά, οι κύριες ανταγωνίστριες χώρες, Ιταλία και Ισπανία, καταγράφονται μονίμως στην πρώτη πεντάδα των προμηθευτών ελαιολάδου, σε όλους τους κωδικούς του προϊόντος. Ωστόσο, σε απόλυτα νούμερα οι ελληνικές εξαγωγές υπολείπονται κατά πολύ από τις ανταγωνίστριες χώρες, όχι μόνο από τις κορυφαίες Ιταλία και Ισπανία, αλλά και από Τυνησία και Μαρόκο. Συγκρίνοντας το μερίδιο αγοράς ενισχύεται η παραπάνω διαπίστωση, καθώς σε όλους τους κωδικούς του προϊόντος το ελληνικό μερίδιο στην αγορά ελαιολάδου των ΗΠΑ είναι μονοψήφιο και κυμαίνεται από 0,43% έως 6,52%.
Αυτό αναφέρεται στην έκθεση «Η αγορά ελαιολάδου & ελαιών στις ΗΠΑ», που συνέταξε το Γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της Ελλάδας στην Ουάσιγκτον.
Πάντως, οι επιδόσεις των ελληνικών εξαγωγών ελαιών στις ΗΠΑ είναι μακράν καλύτερες σε σχέση με το ελαιόλαδο σε όρους μεριδίου αγοράς.
Όπως σημειώνεται στην έκθεση, η Ελλάδα παρουσιάζει μια εξαιρετικά ανταγωνιστική θέση στην αγορά ελαιών στις ΗΠΑ. Στις 6 από τις 14 εξαγόμενες κατηγορίες του προϊόντος είναι η πρώτη χώρα προμηθευτής, ενώ στις υπόλοιπες κατηγορίες βρίσκεται στην πρώτη πεντάδα. Σε απόλυτα και σχετικά νούμερα οι ελληνικές εξαγωγές ελαιών στις ΗΠΑ ξεπερνούν κατά πολύ τις ανταγωνίστριες χώρες. Το μερίδιο αγοράς των ελληνικών ελαιών στις περισσότερες κατηγορίες του προϊόντος είναι εντυπωσιακά υψηλό και φθάνει έως και το 76,78%.
Συνολικά, όπως σημειώνεται στα στοιχεία της έκθεσης, η Ελλάδα κατέχει σχεδόν το ένα τρίτο του μεριδίου αγοράς των εισαγόμενων ελαιών στις ΗΠΑ.
Εισαγωγές ελαιολάδου στις ΗΠΑ και ανταγωνισμός
Από τη δεκαετία του 1990 έως σήμερα, όπως αναφέρεται στην έκθεση, οι ελληνικές εξαγωγές ελαιολάδου έχουν σχεδόν τετραπλασιασθεί σε όγκο στην δασμολογική κλάση HS 1509: «ελαιόλαδο και κλάσματα αυτού, μη χημικά τροποποιημένο».
Το 2012, η χώρα μας ήταν ο έβδομος προμηθευτής ελαιολάδου στις ΗΠΑ, σε ποσοτικούς όρους, με τις δύο πρώτες θέσεις να καταλαμβάνουν η Ιταλία και η Ισπανία, που, όπως ήδη αναφέρθηκε, αποτελούν κύριες ανταγωνίστριες χώρες σε παραγωγή ελαιολάδου παγκοσμίως.
Συγκριτικά, η ποσότητα ελαιολάδου που εισάγεται στις ΗΠΑ από την Ελλάδα είναι πολύ μικρή, σε σχέση με της Ιταλίας, η οποία καταλαμβάνει μακράν την πρώτη θέση, με ποσότητα σχεδόν διπλάσια από τη δεύτερη κατά σειρά χώρα Ισπανία. Ενδιαφέρον προκαλεί ότι το 2012 η Ελλάδα υπολείπεται σε ποσότητα της Χιλής, η οποία μέχρι το 2000 δεν εξήγαγε ελαιόλαδο στις ΗΠΑ. Ομοίως, το Μαρόκο και η Αργεντινή που «ισοβαθμούσαν» το 2012, μέχρι το 2000 εξήγαγαν αμελητέες ποσότητες ελαιολάδου.
Σε ποσοτικούς όρους, το ελληνικό μερίδιο αγοράς το 2012 αυξήθηκε ελαφρώς σε σχέση με το 2011, αλλά παραμένει εξαιρετικά μικρό σε απόλυτους και σχετικούς όρους, ιδιαίτερα αν υπολογίσει κανείς το μερίδιο αγοράς συνολικά των τριών πρώτων χωρών, το οποίο σε ποσοτικούς όρους ανέρχεται στο 90,03% του συνόλου των εισαγωγών. Διαχρονική και αδιάλειπτη αύξηση παρατηρείται στο σύνολο των εισαγωγών ελαιολάδου στις ΗΠΑ. Από το 1990 έως σήμερα οι εισαγωγές σε ποσοτικούς όρους έχουν σχεδόν τριπλασιαστεί.
Σε όρους αξίας εισαγωγών ελαιολάδου στις ΗΠΑ, η Ελλάδα καταγράφηκε τέταρτη το 2012, αλλά με νούμερα σαφώς μικρότερα από τις τρεις πρώτες χώρες. Ωστόσο, από το 2000 έως το 2008, η αξία των ελληνικών εξαγωγών στις ΗΠΑ έχει σχεδόν διπλασιαστεί, ενώ από το 2008 έως το 2012 σημειώνονται μικρές αυξομειώσεις. Συγκρίνοντας το σύνολο της αξίας των εισαγωγών ελαιολάδου, παρατηρούμε ότι οι τρεις πρώτες χώρες (Ιταλία, Ισπανία και Τυνησία) το 2012 κατέχουν συνολικά το συντριπτικό ποσοστό του 85,57% του συνόλου της αξίας, ενώ στην Ελλάδα αναλογεί ποσοστό 1,97% του συνόλου.
Συνεπώς, το ελληνικό μερίδιο αγοράς σε όρους αξίας παραμένει πολύ μικρό, ελαφρώς αυξημένο όμως σε σχέση με το 2011.
Σε όρους μοναδιαίας αξίας, η Ελλάδα βρίσκεται στην πρώτη θέση, που σημαίνει ότι είναι η ακριβότερη μεταξύ των χωρών που εξάγουν ελαιόλαδο στις ΗΠΑ (αξία μετρήσιμη σε δολάρια ανά μετρικό τόνο). Οι διακυμάνσεις στην κατηγορία αυτή δεν είναι μεγάλες, τουλάχιστον για τις τρεις πρώτες χώρες(Ελλάδα, Ιταλία και Χιλή).