Κοινή δημοπρασία
Στον μεγαλύτερο μετασχηματισμό, μετά την απελευθέρωσή τους τη δεκαετία του 1990, διασυνδέονται από σήμερα οι αγορές ενέργειας 15 χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως αναφέρει δημοσίευμα του Bloomberg.
Οι διαχειριστές των δικτύων και τα χρηματιστήρια ενέργειας προχωρούν, για πρώτη φορά, σε μία κοινή δημοπρασία το μεσημέρι (ώρα Παρισίων) για να καθορίσουν τις τιμές ηλεκτρικού ρεύματος της επόμενης ημέρας στις χώρες αυτές, στις οποίες αντιστοιχεί η παραγωγή του 75% της ηλεκτρικής ενέργειας της Ευρώπης.
Η κίνηση αποσκοπεί στην εξομάλυνση των διαφορών στις τιμές μεταξύ των χωρών, μέσω του καλύτερου ελέγχου των διασυνοριακών ροών, ανακοίνωσε η Ένωση Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (Cooperation of Energy Regulators, ACER) την 30ή Ιανουαρίου.
Η διαδικασία αυτή, που είναι γνωστή ως διασύνδεση της αγοράς, αποτελεί το μεγαλύτερο βήμα στην ώθηση ενοποίησης των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας έως το τέλος του 2014 στην ΕΕ των 28 χωρών, η οποία εξανάγκασε τις εταιρείες ενέργειας να εκτεθούν στον ανταγωνισμό τη δεκαετία του ’90. Η σύνδεση της προσφοράς με τη ζήτηση μέσω του εμπορίου μπορεί να εξοικονομήσει 4 δισεκ. ευρώ στους καταναλωτές ετησίως, επιτρέποντας την αποτελεσματική ροή του ρεύματος στις αγορές που το έχουν περισσότερο ανάγκη, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Σύμφωνα με στοιχεία που αναφέρονται στην ιστοσελίδα του χρηματιστηρίου Nord Pool Spot με έδρα το Όσλο, η διασύνδεση της αγοράς ενέργειας θα συνδέει την Αυστρία, το Βέλγιο, τη Δανία, την Εσθονία, τη Γαλλία, τη Φινλανδία, τη Γερμανία, τη Λετονία, τη Λιθουανία, το Λουξεμβούργο, τη Νορβηγία, την Ολλανδία, την Πολωνία, τη Σουηδία και τη Βρετανία, εξαιρουμένης της Βόρειας Ιρλανδίας.
«Η διασύνδεση των αγορών είναι θετική, επειδή οδηγεί σε αγορές που έχουν ρευστότητα και ισχύ και διασφαλίζει ότι η διασυνοριακή δυναμικότητα χρησιμοποιείται με τον καλύτερο τρόπο. Είναι ο ακρογωνιαίος λίθος για την ενιαία ευρωπαϊκή αγορά», δήλωσε ο διευθυντής ανάπτυξης εργασιών και διασυνοριακής αγοράς στον διαχειριστή του χρηματιστηρίου του Άμστερνταμ Άντριου Κλάξτον.
Η σύνδεση των αγορών ενέργειας στην Ευρώπη άρχισε τον Νοέμβριο του 2006, όταν η Γαλλία, το Βέλγιο και η Ολλανδία ενοποίησαν τη δυνατότητα μεταφοράς ενέργειας. Η Γερμανία και το Λουξεμβούργο προστέθηκαν τον Νοέμβριο του 2010.
Πριν από τη διασύνδεση, οι έμποροι που πωλούσαν ενέργεια σε μία άλλη χώρα έπρεπε να αγοράσουν από πριν τη δυνατότητα παροχής ρεύματος και στη συνέχεια να κάνουν μία ξεχωριστή συναλλαγή σε άλλο χρηματιστήριο, με αποτέλεσμα να εκτίθενται σε διπλό κίνδυνο όσον αφορά τις τιμές.
Το σχέδιο αποτελεί μέρος του τρίτου πακέτου της ΕΕ που στοχεύει να άρει τα εθνικά εμπόδια στο εμπόριο ρεύματος και φυσικού αερίου και να μειώσει τα κόστη ενέργειας.
Οι τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος για τους καταναλωτές αυξήθηκαν κατά 26% στην 5ετία έως το 2012, στο υψηλότερο επίπεδο τουλάχιστον από το 2007, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας (Eurostat).