Την πρώτη θέση στην ακρίβεια κατέχει εδώ και χρόνια στην ακρίβεια η Ελλάδα σε σχέση με τους Ευρωπαίους, καθώς για τα ίδια αγαθά και υπηρεσίες είναι αναγκασμένος να ξοδεύει ακόμη και τριπλάσιο ποσοστό από τις μηνιαίες αποδοχές του συγκριτικά με τους εταίρους του.
Το μεγάλο ψαλίδι στα εισοδήματα των ελλήνων εργαζομένων -την τελευταία τριετία ξεπέρασε το 30%- σε συνδυασμό με το υψηλό επίπεδο των τιμών στα βασικά είδη έχει οδηγήσει τους έλληνες καταναλωτές να «αισθάνονται» στις τσέπες τους την ακρίβεια «σκληρότερη» ακόμη και από τους καταναλωτές χωρών στις οποίες οι τιμές των αγαθών στο ράφι είναι ίδιες ή υψηλότερες.
Πρόκειται για την ακρίβεια σε πραγματικούς όρους που αποτυπώνει τη σχέση μεταξύ των τιμών και των εισοδημάτων και καθιστά την Ελλάδα πρωταθλήτρια στην Ευρωζώνη.
Παρατηρώντας κάποιος τις τιμές ίδιων προϊόντων από χώρα σε χώρα στην Ευρωζώνη, αρχικά μπορεί να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η Ελλάδα, σε σχέση με τις τιμές στο ράφι, δεν είναι η ακριβότερη χώρα. Συνδέοντας όμως τις τιμές των προϊόντων αυτών με τα εισοδήματα των Ελλήνων αντιλαμβάνεται ότι η Ελλάδα σε πραγματικούς όρους είναι η πιο ακριβή χώρα. Αυτό οφείλεται και στο γεγονός ότι η μείωση των μισθών που επετεύχθη το προηγούμενο διάστημα δεν πέρασε και στις τιμές των προϊόντων, προκαλώντας κατακόρυφη πτώση της αγοραστικής δύναμης των ελλήνων καταναλωτών -βρίσκεται πλέον στα χαμηλότερα επίπεδα συγκριτικά με τους υπόλοιπους εταίρους μας.
Οι τιμές 20 προϊόντων
Εξετάζοντας τις ενδεικτικές τιμές 20 βασικών αγαθών στα σουπερμάρκετ (ρύζι, ψωμί, γάλα, αβγά, ελαιόλαδο κ.λπ.) σε Ελλάδα, Πορτογαλία, Ολλανδία και Λουξεμβούργο (περιλαμβάνονται στην έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Detailed Average Price Report November 2013) συμπεραίνει κανείς ότι η Ελλάδα στην πραγματικότητα έχει το ακριβότερο καλάθι, αν λάβει υπόψη του ότι οι έλληνες καταναλωτές πληρώνουν για να το αγοράσουν το μεγαλύτερο ποσοστό του μισθού τους σε σχέση με τους καταναλωτές στις άλλες τρεις χώρες.
Συγκεκριμένα για ένα καλάθι με 20 βασικά αγαθά που στην Ελλάδα κοστίζει συνολικά 63,4 ευρώ, ο έλληνας καταναλωτής που πληρώνεται σήμερα με τον βασικό (κατώτατο) μισθό των 586 ευρώ χρειάζεται να δαπανήσει το 10,81% των μηνιαίων αποδοχών του. Τα ίδια προϊόντα στην Ολλανδία κοστίζουν 50,3 ευρώ με τον ολλανδό εργαζόμενο που αμείβεται με 1.478 ευρώ κατώτατο μισθό να δαπανά μόλις το 3,4% των μηνιαίων εισοδημάτων του, δηλαδή περίπου τρεις φορές λιγότερο από τον Έλληνα.
Αντίστοιχα το ίδιο καλάθι στο Λουξεμβούργο κοστίζει 70,53 ευρώ. Και σε αυτήν τη χώρα όμως, όπου ο βασικός μισθός είναι 1.874, ο καταναλωτής που αμείβεται με τρεισήμισι φορές υψηλότερες αποδοχές από τον Έλληνα δαπανά το 3,7% των μηναίων αποδοχών του, δηλαδή σημαντικά λιγότερο. Τέλος, ο πορτογάλος καταναλωτής, ο οποίος και αυτός λόγω της οικονομικής κρίσης είδε όπως και οι Έλληνες τα εισοδήματά του να μειώνονται και μάλιστα λαμβάνει βασικό μισθό χαμηλότερο, μόλις 485 ευρώ, πληρώνει για την αγορά των 20 προϊόντων 46,48 ευρώ που αντιστοιχεί στο 9,58% των μηναίων αποδοχών του.
Γάλα και αβγά
Χαρακτηριστική περίπτωση είναι η τιμή του γάλακτος. Οι Έλληνες καλούνται να πληρώνουν κατά μέσο όρο 1,28 ευρώ το λίτρο, ίδια τιμή με αυτήν που πληρώνουν οι καταναλωτές στο Λουξεμβούργο που έχουν εισοδήματα περίπου τρεισήμισι φορές υψηλότερα. Η νομοθεσία για τη διάρκεια του γάλακτος και τα δομικά προβλήματα της ελληνικής παραγωγής καθιστούν την Ελλάδα μία από τις ακριβότερες χώρες της Ευρώπης.
Ανάλογο είναι και το παράδειγμα με την τιμή των αβγών καθώς οι έλληνες καταναλωτές καλούνται να πληρώσουν την υψηλότερη τιμή ανάμεσα στις εξεταζόμενες χώρες, δηλαδή 2,84 ευρώ τη δεκάδα, όταν στην Ολλανδία η τιμή είναι στα 1,76 ευρώ, στην Πορτογαλία 1,60 ευρώ και στο Λουξεμβούργο 2,63 ευρώ.
Αξιοσημείωτο πάντως είναι ότι στο σύνολο των 20 βασικών αγαθών των οποίων οι τιμές εξετάζονται σε Ελλάδα, Ολλανδία, Πορτογαλία και Λουξεμβούργο, στη χώρα μας περίπου το 25% των προϊόντων πωλείται ακριβότερα και από τις χώρες αυτές. Συγκεκριμένα για το γάλα, το βούτυρο, τον καφέ, τα αβγά και το χαρτί υγείας οι έλληνες καταναλωτές πληρώνουν τις υψηλότερες τιμές.