«Όχι νέα μέτρα» είναι το μήνυμα που απηύθυνε προς τον λαό ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Ευάγγελος Βενιζέλος κατά την εναρκτήρια ομιλία του στο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, στο Ζάππειο Μέγαρο, με θέμα «Από τη λιτότητα στην ανάπτυξη και την ανάκαμψη: αντιμετώπιση των κοινωνικοοικονομικών συνεπειών της κρίσης στην Ελλάδα».
«Έχει γίνει, πλέον, οριστικά αποδεκτό από τους εταίρους μας ότι η Ελλάδα ούτε χρειάζεται ούτε μπορεί να λάβει νέα δημοσιονομικά μέτρα λιτότητας» διεμήνυσε ο κ. Βενιζέλος. «Αυτό είναι πολύ σημαντικό μήνυμα για τον ελληνικό λαό και τις ευρωπαϊκές κοινωνίες» τόνισε ο κ. Βενιζέλος, και σημείωσε ότι «χάρη στο μεγάλο πρωτογενές πλεόνασμα μπορούμε να αρχίσουμε σταδιακά την αποκατάσταση αδικιών και να ενισχύσουμε τα μέτρα προστασίας, κοινωνικής συνοχής, βοηθώντας ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες, οικογένειες χωρίς εισόδημα, με πολλά παιδιά, ανασφάλιστους υπερήλικες, μακροχρόνια ανέργους χωρίς στήριξη από το κράτος, αστέγους, να αντιμετωπίσουμε φαινόμενα απόλυτης φτώχειας». Πρόσθεσε ότι ταυτόχρονα το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι πλήρως ανακεφαλαιοποιημένο, ισχυρό και «έχει τώρα την υποχρέωση να βοηθήσει την επιχειρηματικότητα, την απασχόληση, την πραγματική οικονομία». Ακόμη, υπογράμμισε ότι τώρα πρέπει να στραφεί η προσοχή στην ολοκλήρωση των διαρθρωτικών αλλαγών, κυρίως, σε σχέση με τη δημόσια διοίκηση και την απελευθέρωση της αγοράς, ώστε να λειτουργούν συνθήκες πλήρους ανταγωνιστικότητας.
Ο κ. Βενιζέλος επισήμανε ότι τώρα, δύο ημέρες μετά τη συμφωνία με την τρόικα, η χώρα βρίσκεται στην τελική φάση του προγράμματος «που μας οδηγεί στην οριστική έξοδο από την κρίση και το μνημόνιο, στην επιστροφή στην κανονικότητα μίας ευρωπαϊκής χώρας, που είναι θεσμικά ισότιμη». «Αυτή η θεσμική ισοτιμία, η κυριαρχία των κρατών μετριέται σε πολύ μεγάλο βαθμό με την ικανότητά τους να μετέχουν στις διεθνείς αγορές και να δανείζονται με φυσιολογικούς όρους» συμπλήρωσε. Όπως είπε, σε αυτό το πλαίσιο, τα επόμενα βήματα για τη χώρα έχουν, ήδη, προδιαγραφεί από τη συμφωνία με τους εταίρους. Ειδικότερα, η Ελλάδα είναι έτοιμη να επανέλθει στις αγορές και με τη μορφή άλλων προϊόντων, αφού «στην πραγματικότητα δεν αποχώρησε ποτέ, είναι πάντα παρούσα μέσω των εντόκων γραμματίων του ελληνικού Δημοσίου». «Έχουν διαμορφωθεί, συνεπώς, οι δημοσιονομικές και οι χρηματοοικονομικές προϋποθέσεις της ανάκαμψης» ανέφερε.
Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης υποστήριξε ότι «δεν είχαμε τη δυνατότητα να ακολουθήσουμε άλλο σχέδιο» και πως παρόλο που μπορεί να μην είχαν υπολογίσει σωστά οι εταίροι τις κοινωνικές συνέπειες, «δεν είχαμε καλύτερη λύση υπό συνθήκες ακραίας κρίσης και κινδύνου ασύντακτης χρεοκοπίας». Τόνισε, δε, ότι αυτό που επείγει και αποτελεί πάντα πρώτη προτεραιότητα της κυβέρνησης είναι τα μέτρα ανάσχεσης της ανεργίας και προστασίας της κοινωνικής συνοχής. Ωστόσο, σημείωσε ότι δεν θα έχουμε αποτέλεσμα αν δεν αλλάξει το κλίμα, γιατί μόνο μέσα από την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας και των επενδύσεων, θα μπορέσουμε να πάμε σε ισχυρούς θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης και δημιουργία θέσεων εργασίας.
Επίσης, ο κ. Βενιζέλος υπογράμμισε ότι μετά από τέσσερα χρόνια η Ελλάδα εμφανίζει εντυπωσιακά αποτελέσματα χάρη στις θυσίες του ελληνικού λαού. Συγκεκριμένα, επισήμανε ότι από ένα πρωτογενές έλλειμμα που ξεπερνούσε το 12% του ΑΕΠ, έχουμε φτάσει τώρα σε ένα πρωτογενές πλεόνασμα που ξεπερνά το 1,5% του ΑΕΠ, ότι η δημοσιονομική προσαρμογή σε απόλυτους αριθμούς φτάνει περίπου τα 28 δισ., τις 13,5 περίπου μονάδες του ΑΕΠ. «Αλλά για να το πετύχουμε αυτό η χώρα έλαβε μέτρα που ξεπερνούν τα 80 δισ. ευρώ» πρόσθεσε και σημείωσε ότι τώρα ακόμη και το δημοσιονομικό έλλειμμα της Ελλάδας, συμπεριλαμβανομένου του κόστους εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους, κινείται καθαρά κάτω από το όριο του 3%, στο 2,1% και παρά την κριτική που ασκείται στη χώρα ή τις αμφιβολίες που υπάρχουν, «οι διαρθρωτικές αλλαγές στους μεγάλους τομείς είναι εμφανείς».
Μιλώντας για την προσπάθεια να φτάσει η χώρα στο σημερινό σημείο και τις δύσκολες διαπραγματεύσεις, ο κ. Βενιζέλος άσκησε κριτική για τα σχεδιαστικά προβλήματα του προγράμματος στήριξης. Αφού ανέφερε ότι τα πρώτα τέσσερα δύσκολα χρόνια η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη σε χώρες του Νότου εκδηλώθηκε σε πολύ υψηλό οικονομικό επίπεδο, επισήμανε ότι, ταυτόχρονα, αυτή συνοδεύεται από πολιτικές αντιλήψεις που έχουν πολύ μεγάλο κοινωνικό, αναπτυξιακό και πολιτικό κόστος για τις χώρες που υπόκεινται στα προγράμματα. «Υπήρξαν εξαρχής πολύ σοβαρά σχεδιαστικά προβλήματα στα προγράμματα στήριξης. Ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας, αυτό, πλέον, ομολογείται από το ίδιο το ΔΝΤ με απολύτως επίσημο τρόπο. Υπήρξαν αποφάσεις που ελήφθησαν καθυστερημένα και ανολοκλήρωτα, υπήρχαν και υπάρχουν άδικα στερεότυπα για την Ελλάδα και άλλες χώρες του Νότου, υπάρχει άδικη διεθνής συζήτηση που τροφοδοτείται από τη δική μας ευρωπαϊκή αδυναμία να αντιδράσουμε με έναν οργανωμένο, οριστικό, αποτελεσματικό τρόπο» είπε χαρακτηριστικά. Ακόμη, τόνισε ότι πάρα πολύ συχνά η χώρα κλήθηκε να αντιμετωπίσει απαιτήσεις της τρόικας που αντιβαίνουν στο ευρωπαϊκό κοινοτικό δίκαιο, το κοινοτικό κεκτημένο.
Ο κ. Βενιζέλος αναφέρθηκε και στις δυσκολίες της εφαρμογής, ταυτόχρονα, ενός εντυπωσιακά φιλόδοξου προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής και ενός εξίσου εντυπωσιακά φιλόδοξου προγράμματος διαρθρωτικής προσαρμογής. «Έχουμε νέες μορφές φτώχειας, πολύ σημαντικές διαρθρωτικές αλλαγές που έχουν αλλάξει την αγορά εργασίας και το ασφαλιστικό σύστημα, αλλά εκεί που συγκρουόμαστε με παλιές συντεχνιακές αντιλήψεις, εκεί δίπλα υπάρχουν δίκαια αιτήματα, εύλογες αξιώσεις των κοινωνικών ομάδων που ζητούν την εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου» επισήμανε.
Ενόψει των ευρωεκλογών, υποστήριξε ότι το μεγάλο ερώτημα είναι εάν μπορεί να υπάρξει μία νέα αφήγηση για την Ευρώπη, μία απάντηση στις κοινωνίες που ταυτίζουν την Ευρώπη με τις πολιτικές λιτότητας. Σημείωσε ότι οι εκδοχές του ευρωσκεπτικισμού αυξάνονται, αναφέροντας ότι υπάρχει ένας «ριζοσπαστικός δήθεν αριστερός ευρωσκεπτικισμός που καταλήγει να είναι κρατικιστικός και εθνικιστικός».
«Θέλουμε μία άλλη Ευρώπη, των αξιών, ανταγωνιστική, ευαίσθητη, πλουραλιστική, μία Ευρώπη που είναι η καλύτερη περιοχή του κόσμου» πρόσθεσε.