Εντός του Μαρτίου προγραμματίζεται η κατάθεση στη Βουλή νομοσχεδίου για το νέο Κώδικα Μετανάστευσης, σε άρθρο του οποίου θα προβλέπεται να δοθεί δεκαετής άδεια παραμονής σε ασυνόδευτα παιδιά που ενηλικιώνονται με την προϋπόθεση της τριετούς εκπαίδευσης.
Αυτό προανήγγειλε ο ειδικός γραμματέας Προστασίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων, Ηρακλής Μοσκώφ, σε ημερίδα για τον Εθνικό Μηχανισμό Επείγουσας Ανταπόκρισης για Ασυνόδευτους Ανήλικους, σήμερα στην Αθήνα. Ο κ. Μοσκώφ παρατήρησε ότι “οι ενταξιακές πολιτικές είναι όλο και περισσότερο στο επίκεντρο των πολιτικών για την παιδική προστασία” και στις πολιτικές αυτές εντάσσεται και η κατάθεση της ρύθμισης για τα ασυνόδευτα παιδιά που ενηλικιώνονται.
Στην ημερίδα παρουσιάστηκε έρευνα, που διεξήγε την περίοδο Φεβρουαρίου- Οκτωβρίου 2020 το Ευρωπαϊκό Κέντρο Έρευνας για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και την Ανθρωπιστική Δράση του Πάντειου Πανεπιστημίου σε συνεργασία με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, σε 251 ασυνόδευτα παιδιά σε αστεγία ή επισφαλείς συνθήκες διαβίωσης στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από την έρευνα προέκυψε ότι την περίοδο εκείνη τρία στα τέσσερα παιδιά δεν είχαν μείνει ποτέ σε κατάλληλο για παιδιά χώρο φιλοξενίας. Το 43% ζούσε άτυπα σε κάποιο διαμέρισμα, κυριότερα με ενήλικες και συχνά άγνωστους, και το 29% στον δρόμο. Περίπου τα μισά παιδιά δεν ήξεραν ότι είχαν το δικαίωμα της στέγασης, το 42% δεν ήξερε πώς να αποκτήσει πρόσβαση στις διαδικασίες ασύλου και το 78% δεν είχε εγγραφεί στο σχολείο ή σε μη τυπικές εκπαιδευτικές δραστηριότητες.
Λίγους μήνες μετά την έρευνα, στις αρχές του 2021, δημιουργήθηκε ο Εθνικός Μηχανισμός Επείγουσας Ανταπόκρισης από την Ειδική Γραμματεία Προστασίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου και την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες σε συνεργασία με τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης, το Δίκτυο για τα Δικαιώματα του Παιδιού, την Άρσις και τη Μετάδραση. Σήμερα, δύο χρόνια μετά την έναρξη λειτουργίας του Μηχανισμού, 3.258 παιδιά έχουν βγει από την αστεγία και λάβει την προστασία που χρειάζονται.
Η γενική γραμματέας Δημόσιας Υγείας του υπουργείου Υγείας και πρώτη ειδική γραμματέας Προστασίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων του υπουργείου Μετανάστευσης, Ειρήνη Αγαπηδάκη, περιέγραψε ότι ο Μηχανισμός είχε σχεδιαστεί προτού αρχίσει η έρευνα του Παντείου, “καθώς είχαμε διαπιστώσει ότι δεν είναι δυνατόν να έχουμε αποτελεσματική προστασία των ασυνόδευτων παιδιών αν δεν σταματήσει η προστατευτική φύλαξη και αν δεν μεταφέρονταν τα παιδιά σε κατάλληλες δομές προστασίας”. Της θέσπισης του Μηχανισμού προηγήθηκε η κατάργηση της προστατευτικής φύλαξης, δηλαδή της παραμονής των παιδιών σε αστυνομικά τμήματα.
Στον πυρήνα του Εθνικού Μηχανισμού βρίσκεται μια 24ωρη γραμμή επικοινωνίας για τον εντοπισμό παιδιών σε ανάγκη (0030-2132128888 και 0030-6942773030 μέσω Whatsapp ή Viber). Μέχρι σήμερα η γραμμή αριθμεί 8.605 κλήσεις, μέιλ και μηνύματα. Οι επικοινωνίες έγιναν συχνότερα από μη κυβερνητικές οργανώσεις και αστυνομικούς, αλλά και από τα ίδια τα ασυνόδευτα παιδιά. Επίσης, ο μηχανισμός περιλαμβάνει πέντε δομές επείγουσας φιλοξενίας που λειτουργεί ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης σε Αττική και Κεντρική Μακεδονία για την άμεση τοποθέτηση των παιδιών σε κατάλληλες δομές. Επιπλέον, λειτουργούν κινητές μονάδες εντοπισμού των παιδιών, κέντρα ενημέρωσης των παιδιών και πρόσφατα εντάχθηκαν στο πρόγραμμα και παραστάτες για ασυνόδευτα παιδιά, οι οποίοι βρίσκονται καθημερινά σε περιφερειακά γραφεία ασύλου. Το τελευταίο πρόγραμμα υλοποιείται σε συνεργασία με την Intersos και ο στόχος είναι να υποστηριχθούν παιδιά που βρίσκονται σε κακοποιητικό πλαίσιο και να χτιστεί μια σχέση εμπιστοσύνης με αυτά.
Στο πλαίσιο της ημερίδας, που γίνεται “σε πολύ βαρύ κλίμα λόγω της σιδηροοδρομικής τραγωδίας που μας έχει συγκλονίσει όλους” (σ.σ. τηρήθηκε ενός λεπτού σιγή κατά την έναρξη της εκδήλωσης), η υφυπουργός Μετανάστευσης, Σοφία Βούλτεψη, υπογράμμισε ότι ο Μηχανισμός “αποτελεί πρωτοποριακή ιδέα που έγινε και αυτή πράξη” και παρέχει “ολοκληρωμένη προστασία, όχι μόνο στέγαση, αλλά και νομική και ψυχοκοινωνική υποστήριξη”. Η κυρία Βούλτεψη ανακοίνωσε ότι ο Μηχανισμός θα παρουσιαστεί ως καλή πρακτική στο Παγκόσμιο Φόρουμ Προσφύγων τον Δεκέμβριο του 2023 στη Γενεύη.
Το Φόρουμ διεξάγεται σε συνέχεια της επικύρωσης από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ του Παγκόσμιου Συμφώνου για τους Πρόσφυγες, που έγινε τον Δεκέμβριο του 2018, έπειτα από δύο χρόνια εκτεταμένων διαβουλεύσεων της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες με κράτη, διεθνείς οργανισμούς, πρόσφυγες, την κοινωνία των πολιτών, τον ιδιωτικό τομέα και εμπειρογνώμονες. Το Σύμφωνο παρέχει ένα σχέδιο για τις κυβερνήσεις, τους διεθνείς οργανισμούς και άλλους ενδιαφερόμενους φορείς προκειμένου να διασφαλίσουν ότι και οι κοινότητες υποδοχής και οι πρόσφυγες λαμβάνουν την υποστήριξη που χρειάζονται. Η Ελλάδα αποτελεί μία από τις 181 χώρες που επικύρωσαν το Σύμφωνο.
Η αντιπρόσωπος της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στην Ελλάδα, Μαρία Κλάρα Μαρτίν χαρακτήρισε τον Μηχανισμό “πρωτοπόρο πρωτοβουλία για την προστασία των άστεγων ασυνόδευτων παιδιών που ζούσαν σε επισφαλείς συνθήκες διαβίωσης”, αλλά και κρίσιμο “μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία καθώς μπόρεσε να παρέχει μέσα σε λίγους μήνες προστασία σε 550 παιδιά”. Αναφέρθηκε όμως και στις προκλήσεις που συνεχίζουν να υπάρχουν, όπως την αύξηση του αριθμού ασυνόδευτων παιδιών που έρχονται στην Ελλάδα, αλλά και στην ανάγκη για ένα “προστατευτικό σύστημα αλληλεγγύης από την Ευρωπαϊκή Ένωση, που να επιτρέπει τη μετεγκατάσταση των ασυνόδευτων παιδιών σε άλλες χώρες”.
Βασική πρόκληση, σύμφωνα με τον Βασίλη Φράγκο, μέλους της ιδρυτικής ομάδας του Μηχανισμού, αποτελεί το ότι “υπάρχουν παιδιά που επιλέγουν να βγουν εκτός πλαισίου προστασίας, αλλά και παιδιά- εμπορίας ανθρώπων που είναι δύσκολο να εντοπίσουμε, οπότε υπάρχει ανάγκη για σχεδιασμό και πιο στοχευμένων δράσεων”.
Ο Τζιανλούκα Ρόκο από τον ΔΟΜ και ο Λουτσιάνο Καλεστίνι, εκπρόσωπος της Unicef στην Ελλάδα, εξήραν τη συνεργασία της Πολιτείας, των Ηνωμένων Εθνών και της κοινωνίας των πολιτών στο πλαίσιο του Μηχανισμού, “ένα καλό παράδειγμα για το πώς πρέπει να γίνεται η διαχείριση της μετανάστευσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση”.
Από την πλευρά της η αναπληρώτρια γενική διευθύντρια της Διεύθυνσης DG Home της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Μπεάτε Γκμίντερ, έκανε λόγο για “μια πολύ καλή πρακτική που θα μπορούσε να αντιγραφεί από άλλες χώρες”.
Στο πλαίσιο συνεργασίας της Ειδικής Γραμματείας με το Τμήμα Κοινωνικής Εργασίας του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής θα γίνει χαρτογράφηση των καλών πρακτικών που εφαρμόζονται στην Ελλάδα στο πεδίο της προστασίας ασυνόδευτων παιδιών.
Τέλος, η Ύπατη Αρμοστεία με την International Rescue Commitee σχεδιάζουν ένα πρόγραμμα ολοκληρωμένης ένταξης και ενδυνάμωσης αιτούντων άσυλο και προσφύγων ηλικίας 18-21 ετών, με προτεραιότητα στα ασυνόδευτα παιδιά.