«Τίποτε δεν μπορεί να φέρει πίσω τα θύματα της μεγάλης καταστροφής, ούτε είναι παρηγοριά ότι τα τρένα μας θα είναι πιο ασφαλή από τον Οκτώβριο», τόνισε ο υπουργός Επικρατείας, αρμόδιος σε θέματα Μεταφορών, Γιώργος Γεραπετρίτης, ενημερώνοντας την Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής για το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη.
Παράλληλα, εξέφρασε ξανά «τη μεγάλη μου λύπη, μια μεγάλη συγγνώμη και μια δέσμευση ότι θα εξαντλήσουμε κάθε μέσο ώστε αυτό να μην συμβεί ποτέ ξανά και να διαλευκανθεί απόλυτα η υπόθεση».
Ο κ. Γεραπετρίτης αναφέρθηκε σε «πλημμέλειες, λάθη και παραλείψεις» που συνέβησαν στο τραγικό συμβάν» και επεσήμανε ότι «το πεδίο αυτό δεν επιδέχεται πολιτικής αντιπαράθεσης σε ένα επίπεδο που θα οδηγούσε σε οξύνσεις, σε μη νηφάλια αντιμετώπιση. Θα ήταν προσβολή των νεκρών και προσωπικά θα αποφύγω τους πολιτικούς συμψηφισμούς».
Όπως είπε, «η διερεύνηση που έχει ξεκινήσει θα φτάσει μέχρι τέλους, ήδη η Δικαιοσύνη έχει επιληφθεί με γοργούς ρυθμούς σε ανώτατο επίπεδο, όπως και η διοικητική επιτροπή Εμπειρογνωμόνων, που σε ένα μήνα θα πρέπει να υποβάλλει πόρισμα για τα αίτια του δυστυχήματος».
Το δυστύχημα, τόνισε ο υπουργός Επικρατείας, «ήταν το αποτέλεσμα μιας αλληλουχίας λαθών. Μολονότι ήταν σε πλήρη λειτουργία η τηλεδιοίκηση στο συγκεκριμένο σημείο και υποχρέωση των σταθμαρχών να χαράσσουν αυτόματη πορεία πάνω στον πίνακα, εντούτοις δεν συνέβη… Κανένα ανθρώπινο λάθος δεν μπορεί να κρύψει τις όποιες ατέλειες και δεν μπορεί να αποτελέσει άλλοθι για τις όποιες πλημμέλειες, τις παραλείψεις και τα λάθη. Από την πρώτη στιγμή υπήρξε ανάληψη της ευθύνης, μια συγγνώμη δεν μπορεί να υποκαταστήσει την τραγική κατάληξη που είχαμε, όμως ήταν μια ελάχιστη υποχρέωση».
Παράλληλα, προχώρησε σε μια συνοπτική αναφορά για τη «σταδιακή αποψίλωση» των σιδηροδρόμων στο πέρασμα των ετών. Όσον αφορά το προσωπικό, σημείωσε, «δυστυχώς για μακρό διάστημα δεν έγιναν καθόλου προσλήψεις ή έγιναν απειροελάχιστες με αποτέλεσμα συν το χρόνω να παρατηρείται ανεπάρκεια. Η σημερινή κυβέρνηση προσπαθήσαμε να το αντιμετωπίσουμε. Μέσω κινητικότητας δεν υπήρξε μεγάλο ενδιαφέρον, ενώ μέσω της διαδικασίας παροχής υπηρεσιών υπήρξε μια πολύ καλή, άμεση στελέχωση, όχι πάντως επαρκής. Αλλά και σχετικά με τις μόνιμες προσλήψεις προγραμματίσαμε για 2022 να προσληφθούν 117 άτομα και 107 για αυτό τον χρόνο… Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα που υφίσταται σε σχέση με τις κρίσιμες θέσεις, πρωτίστως τους σταθμάρχες, είναι μια εκπαίδευση εγκεκριμένη από την Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων, είναι 6,5 μήνες, 7 ώρες κάθε μέρα».
Αναφορικά με την αναβάθμιση των υποδομών που έχει να κάνει με την ασφάλεια των σιδηροδρόμων, σημείωσε ότι «έχει μακρά ιστορία και όχι εύκολη. Η σύμβαση που αφορούσε την τεχνολογική αναβάθμιση υπεγράφη τον Σεπτέμβριο του 2014. Περιλαμβάνει μια συνολική αναβάθμιση όλων των σηματοδοτών και την τηλεδιοίκηση. Επίσης, θα πρέπει να υπάρχουν και ειδικά συστήματα που θα επιτρέπουν την αληλλεπίδραση της αμαξοστοιχίας με σταθμό και γραμμή (EDCS), ώστε να μπορεί να διαβάζει το τρένο τον κόκκινο σηματοδότη».
Σύστημα ασφαλείας
Ο υπουργός Επικρατείας προανήγγειλε ότι «το πρώτο μέρος, το βόρειο, του ηλεκτρονικού συστήματος θα έχει ολοκληρωθεί στο τέλος Ιουνίου και το νότιο μέρος μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου. Άρα από τον Οκτώβριο θα έχουμε σοβαρότατη αναβάθμιση στα ηλεκτρονικά μέσα. Πολύ λίγες, μόλις τρεις χώρες της Ευρώπης έχουν ένα πλήρες δίκτυο. Δεν μπορεί κανείς να πει τι θα είχε συμβεί αν είχαμε πλήρως ανεπτυγμένο το σύστημα ασφάλειας, όμως θα είχαμε επιπλέον δικλείδες ασφαλείας ώστε να μπορούσαμε ίσως να αποφύγουμε το δυστύχημα».
Η αρχική πρόβλεψη, ανέφερε ο υπουργός Επικρατείας, «ήταν να παραδοθεί εντός διετίας, το 2016. Προέκυψαν ζητήματα σε σχέση με την εφαρμογή της σύμβασης. Το 2016 είχε παραδοθεί περιορισμένο μέρος. ‘’Παραδίδω’’, σημαίνει παραδίδω το έργο στον φορέα λειτουργικό, μετά από δοκιμή, έτοιμο προς χρήση. Όχι το να έχω κάνει την πρόβλεψη της εκταμίευσης του ποσού, όπως ακούω τελευταία. Ουδόλως σχετίζεται αυτή με τη λειτουργική παράδοση του έργου. Αυτό που ακούω ότι είχε παραδοθεί το 70% δεν ισχύει. Η πραγματικότητα είναι ότι το 2016 είχε παραδοθεί λιγότερο από το 33% του συνολικού έργου. Ο δημοσιονομικός έλεγχος διαπιστώνει ότι ένα μέρος από το 33% δεν ήταν πιστοποιημένο με βάση τις προδιαγραφές που όφειλε βάσει της σύμβασης. Από το 33%, το 15% έγινε από την αρχή, μετά το 2021. Και μάλιστα αδαπάνως για το ελληνικό δημόσιο γιατί υπήρχε πλημμελής εκτέλεση της σύμβασης».
Άρα, συνέχισε ο κ. Γεραπετρίτης, «από το 2016 πρακτικά, λειτουργικά έχει παραδοθεί το 18%. Επειδή προϊόντος του χρόνου προέκυψαν διάφορα ζητήματα, καθυστέρησε στην πραγματικότητα να υπάρξει αναγκαία συμπληρωματική σύμβαση για να καλύψει τα κενά. Από το Σεπτέμβριο του 2017 δεν υπάρχει καμία πράξη μέχρι το 2019. Το 2021 υπεγράφη συμπληρωματική σύμβαση, από τότε μέχρι σήμερα έχε εκτελεστεί πρόσθετο έργο 52%, με πρωτόκολλα παραλαβής, με αποτέλεσμα σήμερα να έχει παραδοθεί περίπου 70% του έργου».
Αυτά τα συστήματα, ανέφερε, «δεν τα είχαμε όταν θα έπρεπε και αυτό είναι τραγικό. Έγινε μεγάλη προσπάθεια ώστε να τρέξουν τα έργα, υπήρξαν γνωστές παθολογίες με αποτέλεσμα το ανθρώπινο χέρι να έχει μεγαλύτερη σημασία από τα ηλεκτρονικά μέσα».
Ο υπουργός αναφέρθηκε στα προσωρινά μέτρα που ανακοίνωσε χθες και θα ισχύσουν μέχρι την κανονική λειτουργία του σιδηροδρόμου, την επανεκκίνηση του οποίου χαρακτήρισε «αναγκαία. Όσο δεν χρησιμοποιείται, η γραμμή φθείρεται, ενώ υπάρχει και ζήτημα εμπιστοσύνης του κοινού. Αποφασίσαμε να πάμε σε ένα αυστηρότατο πλαίσιο και να μεταφέρουμε την ιδέα ενός ασφαλούς σιδηροδρόμου στους πολίτες».
Την επόμενη εβδομάδα, όπως έκανε γνωστό, θα μεταβεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τη διεκδίκηση επιπρόσθετων πόρων.