Αντιπαράθεση για τις κυβερνητικές τροπολογίες που αφορούν τα «κόκκινα» δάνεια των επιχειρήσεων και την μερική μισθολογική αποκατάσταση των ενστόλων και των δικαστικών ξέσπασε στην Ολομέλεια της Βουλής κατά τη χθεσινή, δεύτερη μέρα συζήτησης του νομοσχεδίου για την αμοιβαία αναγνώριση των ποινικών αποφάσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Ο εισηγητής της Νέας Δημοκρατίας, ο Γιάννης Κεφαλογιάννης, ανέφερε στη ομιλία του πως εκεί που κάποιοι βλέπουν επικοινωνιακά παιχνίδια της κυβέρνησης σε βάρος των πολιτών, 180.000 επιχειρήσεις αναμένεται να λάβουν μία ανάσα – και εκεί που οι ίδιοι άνθρωποι βλέπουν συνομωσίες, 350.000 συνανθρώπων μας θα διατηρήσουν τις υφιστάμενες θέσεις εργασίας.
«Λύσεις υπάρχουν για όλα. Όμως, απαιτείται και χρόνος καθώς και ειλικρινής και επιμελής προσπάθεια από όλους μας» ανέφερε ο κ. Κεφαλογιάννης.
Βασική ένσταση της αντιπολίτευσης, υπήρξε η δυνατότητα των ίδιων των τραπεζών, να αποφασίζουν ποιες επιχειρήσεις είναι βιώσιμες και ποιες όχι, προκειμένου να καταλήξουν σε έναν συμβιβασμό.
«Παραδίδετε «γη και ύδωρ» στους τραπεζίτες, αφού τους αναγνωρίζετε τη διακριτική ευχέρεια να αποφασίζουν ποια επιχείρηση θα επιβιώσει και ποια θα πεταχθεί στον Καιάδα» ανέφερε σχετικά η εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ, Ζωή Κωνσταντοπούλου.
Ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ, Φώτης Κουβέλης, σε παρέμβασή του πρότεινε να ακολουθηθεί το μοντέλο της Ιρλανδίας, όπου – όπως τόνισε – η επιλογή της βιωσιμότητας επαφίεται σε μία Αρχή ανεξάρτητη από τις τράπεζες.
Σε υπεράσπιση της τροπολογίας προέβη ο Παναγιώτης Ρήγας (ΠΑΣΟΚ): «Υπάρχουν δικλείδες ασφαλείας. Εκτός από την εποπτεία της Τράπεζας της Ελλάδας υπάρχει και η εποπτεία του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, υπάρχει και η εποπτεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, υπάρχει πλέον και ο Κώδικας Δεοντολογίας, ο οποίος προβλέπει τον τρόπο, τα βήματα και τα κριτήρια με τα οποία χορηγείται ή ρυθμίζεται ένα δάνειο. Επομένως, δεν είναι αληθές αυτό που λένε κάποιοι αόριστα, ότι οι τράπεζες κρίνουν κατά απόλυτο υποκειμενικό τρόπο τις περιπτώσεις».