Επιπρόσθετα στοιχεία και υπόμνημα κατέθεσε στον οικονομικό εισαγγελέα Γ. Δραγάτση, έπειτα από κλήση του τελευταίου, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος και βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Παναγιώτης Κουρουμπλής, σχετικά με την μήνυση που κατέθεσε στις 10 Νοεμβρίου στην εισαγγελία του Αρείου Πάγου, και με την οποία ζητούσε τη δικαστική διερεύνηση της υπόθεσης των «ανείσπρακτων» κόκκινων επιχειρηματικών δανείων, ύψους 23 δισ. ευρώ».
Όσον αφορά στο υπόμνημα, ο κ. Κουρουμπλής κάνει αναφορά στο άρθρο 54 του ν. 4261/2014 (που επιβάλλει στην ΤτΕ το υπηρεσιακό απόρρητο και με βάση το οποίο ο Διοικητής της Τράπεζας αρνείται να παράσχει στοιχεία αναγκαία για τη διεξαγωγή της έρευνας) και επισημαίνει ότι το εν λόγω άρθρο αφήνει, ρητά, εκτός πεδίου του απορρήτου τις περιπτώσεις όπου υπάρχει έρευνα για διάπραξη εγκλημάτων, όπως εν προκειμένω της απάτης σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου και του ΤΧΣ. Σε κάθε περίπτωση, ο νόμος επιτρέπει στην ΤτΕ να παράσχει γενικά και συγκεντρωτικά στοιχεία που δεν αναφέρονται σε συγκεκριμένο πιστωτικό ίδρυμα.
Εν συνεχεία και μεταξύ άλλων ο Παναγιώτης Κουρουμπλής υπογραμμίζει ότι:
Α) πρέπει να ζητηθούν οι εκθέσεις των ελεγκτών της ΤτΕ που αφορούν τα συγκεκριμένα ανείσπρακτα επιχειρηματικά δάνεια ύψους 23 δισ. ευρώ που χορηγήθηκαν τα τελευταία 15 χρόνια και να ερευνηθεί εάν επεβλήθησαν οι ενδεικνυόμενες σε κάθε περίπτωση από τον νόμο ποινές στις συστημικές τράπεζες ή αν απλώς ετέθησαν στο αρχείο.
Β) απαιτείται να κατατεθούν από τις εν λόγω τράπεζες οι καταστάσεις λήψης αναγκαστικών μέτρων κατά των ληξιπρόθεσμων δανείων και κατά της προσωπικής περιουσίας των συγκεκριμένων δανειοληπτών.
Γ) οι τράπεζες πρέπει να καταθέσουν τα ακριβή ποσά των επισφαλών δανείων που έχουν εγγράψει στους ισολογισμούς τους.
Δ) πρέπει να κληθούν ως μάρτυρες όσοι διετέλεσαν κυβερνητικοί επίτροποι στις τράπεζες καθώς και όσοι υπήρξαν ή είναι τώρα εκπρόσωποι του ΤΧΣ στα Διοικητικά Συμβούλια των τραπεζών.
Ε) πρέπει να κατατεθούν οι εκθέσεις του ΤΧΣ με βάση τις οποίες αποφασίστηκε η συμμετοχή και το ύψος των κεφαλαίων με τα οποία ενισχύθηκαν οι τράπεζες από το Ταμείο, προκειμένου να διαπιστωθεί αν οι ανάγκες των τραπεζών ήταν πραγματικές και αληθείς, δηλαδή αν εξαντλήθηκαν όλες οι δυνατότητες είσπραξης των ληξιπρόθεσμων δανείων που εν συνεχεία χαρακτηρίστηκαν ανείσπρακτα.
ΣΤ) πρέπει να ερευνηθεί επίσης εάν η εποπτεία του ΤΧΣ και της ΤτΕ επί των τραπεζών υπήρξε επαρκής και επί αυτού να κατατεθούν οι περιοδικές εκθέσεις ελέγχου των τραπεζών από την ΤτΕ.