Συνέχεια στην κόντρα της με τον ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με το θέμα των καταθέσεων δίνει η Νέα Δημοκρατία, απαντώντας στη σχετική ανακοίνωση που εξέδωσε νωρίτερα το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης [βλ. σχετικά: ΣΥΡΙΖΑ: 11 ερωτήματα προς τη ΝΔ].
Σε ανακοίνωσή της, η εκπρόσωπος Τύπου της Ν.Δ., ευρωβουλευτής Μαρία Σπυράκη κάνει λόγο για «ψευδές ενδιαφέρον του ΣΥΡΙΖΑ για τα οικονομικά στοιχεία».
«Η Νέα Δημοκρατία δεν διανοείται να μιλήσει για τις καταθέσεις με βάση τα σενάρια που υποστηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ. Το ψευδές ενδιαφέρον του ΣΥΡΙΖΑ για τα οικονομικά στοιχεία αποδεικνύεται από το γεγονός ότι θα μπορούσε να τα έχει στη διάθεσή του και ενώ η Βουλή λειτουργούσε, με μια απλή αίτηση κατάθεσης εγγράφων. Θα λάβει απάντηση από το Υπουργείο Οικονομικών, ωστόσο η ουσία παραμένει», σημειώνει η κ. Σπυράκη, απευθύνοντας τα εξής ερωτήματα:
1) Είναι αλήθεια ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν υπερψήφισε την προστασία για την πρώτη κατοικία;
2) Είναι αλήθεια ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν υπερψήφισε τη ρύθμιση «ανάσα» των 100 δόσεων για νοικοκυριά και επιχειρήσεις;
3) Είναι αλήθεια ότι αυτή η κυβέρνηση αύξησε το ακατάσχετο από 1000 σε 1500 ευρώ;
4) Είναι αλήθεια ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν επικρότησε το ακατάσχετο, το οποίο διασφάλισε η κυβέρνηση μέσω των ειδικών λογαριασμών, συντάξεων και επιδομάτων;
5) Είναι αλήθεια ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν λέει ναι στην επιλογή της κυβέρνησης, όχι μόνο να προστατευτούν οι αγροτικές επιδοτήσεις, αλλά και να μην φορολογούνται, όπως κατηγορηματικά δεσμεύεται ο Πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς;
6) Είναι αλήθεια ότι ο ΣΥΡΙΖΑ σε όλη τη θητεία της κυβέρνησης δεν υπερψήφισε κανένα άρθρο που αφορούσε στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής;
Η κ. Σπυράκη σημειώνει πως «η όψιμη ευαισθησία του ΣΥΡΙΖΑ που αρνήθηκε να υπερψηφίσει όλα τα μέτρα προστασίας των αδυνάτων στη Βουλή, αποκαλύπτει την αληθινή του πρόθεση: Είναι αλήθεια ότι σχεδιάζουν να εισβάλλουν στους λογαριασμούς των μικροκαταθετών μέσω εντόκων γραμματίων του δημοσίου; Ακόμη περιμένουμε να μας απαντήσουν. Θα κάνουν υποχρεωτικό δανεισμό; Ή θα εκτοξεύσουν τα επιτόκια μαζί με τον κίνδυνο για τις οικονομίες του Έλληνα μικροκαταθέτη;».