Σταθερή στον στόχο για συμφωνία σε πρόγραμμα-γέφυρα η κυβέρνηση
Υπό το βάρος των ασφυκτικών πιέσεων που ασκούνται στην Αθήνα από τους Ευρωπαίους εταίρους και ενόψει και της παρουσίασης των προγραμματικών δηλώσεων το απόγευμα της Κυριακής, συνεδριάζει σήμερα στις 3 το μεσημέρι το κυβερνητικό συμβούλιο.
Εν συνεχεία, στις 5 το απόγευμα συνεδριάζει η ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ.
Στις σημερινές συνεδριάσεις αναμένεται να γίνει αναλυτική συζήτηση για την στάση της κυβέρνησης έναντι των δανειστών ενόψει της συνεδρίασης του Eurogroup την Τρίτη 11 Φεβρουαρίου και της Συνόδου Κορυφής στις 12 Φεβρουαρίου.
Η κυβέρνηση εμφανίζεται σταθερή στον αρχικό στόχο για συμφωνία σε ένα πρόγραμμα-γέφυρα που θα διασφαλίσει τις χρηματοδοτικές ανάγκες του Δημοσίου μέχρι τη σύναψη οριστικής συμφωνίας με τους ευρωπαίους εταίρους.
Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, η Αθήνα θεωρεί ότι για να φτάσουμε σε επιτυχές αποτέλεσμα και για τις δύο πλευρές, θα πρέπει να δοθεί χρόνος στη διαπραγμάτευση. Όπως σημειώνουν, το πρόγραμμα-γέφυρα, σημειώνουν, δεν είναι ένα νέο Μνημόνιο, με όρους, αξιολογήσεις κ.λπ., αλλά μια επίσημη αποτύπωση της βούλησης όλων των πλευρών για διαπραγμάτευση χωρίς πιέσεις και εκβιασμούς.
Αν υπάρξει αυτή η αρχική συμφωνία, στη συνέχεια θα κατατεθούν οι οριστικές ελληνικές προτάσεις που θα περιλαμβάνουν ένα νέο πλαίσιο δημοσιονομικής στρατηγικής, που θα αποτυπώνει τους στόχους της κυβέρνησης για τα δημόσια οικονομικά τα επόμενα 3-4 χρόνια (ύψος πλεονάσματος, διάρθρωση εσόδων – δαπανών κ.λπ.) και πάνω στο οποίο θα στηριχτούν οι προϋπολογισμοί της επόμενης τετραετίας.
Κεντρική θέση στις θέσεις της ελληνικής κυβέρνησης είναι ότι ο βασικός όρος που θα περιλαμβάνεται στο πρόγραμμα-γέφυρα είναι ότι καμία πλευρά δεν θα προχωρήσει σε μονομερείς ενέργειες. Επιπλέον, με δεδομένο ότι η Ελλάδα δεν ζητάει τις εναπομείνασες δόσεις του υφιστάμενου προγράμματος-πέραν των 1,9 δισ. που οφείλουν να επιστρέψουν η ΕΚΤ και οι κεντρικές τράπεζες των κρατών-μελών από τα κέρδη που είχαν από τη διακράτηση ελληνικών ομολόγων (προγράμματα SMP και ANFA), θεωρείται απαραίτητο να της δοθεί η δυνατότητα έκδοσης εντόκων γραμματίων πέρα από το όριο των 15 δισ., ώστε να καλύψει τυχόν έκτακτες ανάγκες.