Την συνταγματικότητα του νόμου που επέβαλε την αναστολή το 2013 της κρατικής χρηματοδότησης της Χρυσής Αυγής επικύρωσε με απόφασή της η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, κρίνοντας -μεταξύ άλλων- ότι «πρόκειται για προσωρινό διοικητικό μέτρο προληπτικού χαρακτήρα, σκοπός του οποίου είναι να αποφευχθεί η παροχή κρατικών πόρων σε πολιτικό κόμμα, καθ’ ον χρόνο υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις περί τελέσεων εκ μέρους της ηγεσίας του και στα πλαίσια της δράσης αυτού αξιόποινων πράξεων και κατ’ επέκταση το ενδεχόμενο άμεσης ή έμμεσης καταχρηστικής χρήσης των πόρων αυτών για τη στήριξη εγκληματικών δραστηριοτήτων».
Ειδικότερα η Ολομέλεια του ΣτΕ υπό την προεδρεία του Αντριπροέδρου Φιλοκτήμονα Αρναούτογλου έκρινε συνταγματική, νόμιμη και σύμφωνη με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου την αναστολή της κρατικής χρηματοδότησης της Χρυσής Αυγής λόγω της εμπλοκής της με την Δικαιοσύνη.
Στο σκεπτικό της η Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου υπογραμμίζει ότι «η ενδεχόμενη εμπλοκή μελών της ηγεσίας πολιτικού κόμματος, τα οποία δεδομένης της φύσεως αυτού ως νομικού προσώπου, προδήλως καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τη δράση του, σε εγκληματικές ενέργειες των άρθρων 187 και 187Α του Ποινικού Κώδικα (σ.σ.: σύσταση εγκληματικής ή τρομοκρατικής οργάνωσης, κ.λπ.), αποτελεί εν όψει της φύσεως των αδικημάτων και της συνάρτησής της προς την ομαλή λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος, σοβαρό λόγο, ο οποίος καθιστά συνταγματικώς ανεκτή την αναστολή της κρατικής οικονομικής ενίσχυσης προς το εν λόγω πολιτικό κόμμα, δεδομένου μάλιστα ότι η αναστολή έχει προσωρινό χαρακτήρα, μέχρις ότου αποφανθούν αμετάκλητα τα κατά το Σύνταγμα αρμόδια ποινικά δικαστήρια, η δε επιβολή της δύναται να αμφισβητηθεί με αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του ΣτΕ».
Στην Ολομέλεια του ΣτΕ είχε προσφύγει η Χρυσή Αυγή ζητώντας να ακυρωθούν οι υπουργικές αποφάσεις αλλά και η απόφαση της Βουλής βάσει της οποίας έγινε η αναστολή της χρηματοδότησης. Βάσει του νόμου 4203/2013 προβλέφθηκε, μεταξύ των άλλων, ότι σε περίπτωση άσκησης ποινικής δίωξης και επιβολής προσωρινής κράτησης αρχηγού κόμματος ή του ενός πέμπτου των βουλευτών ενός κόμματος για τα αδικήματα της εγκλήματα οργάνωσης, κ.λπ., αναστέλλεται προσωρινά η κρατική χρηματοδότηση και η οικονομική ενίσχυση. Σε περίπτωση έκδοσης αμετάκλητου απαλλακτικού βουλεύματος ή αμετάκλητης αθωωτικής απόφασης αίρεται αναδρομικά η αναστολή και δίδεται η χρηματοδότηση αναδρομικά και άτοκα στο κόμμα, συνασπισμό κομμάτων, κ.λπ”.
Σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης των συμβούλων Επικρατείας η αναστολή της κρατικής χρηματοδότησης, «παρίσταται αναγκαίο και πρόσφορο μέτρο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από τον νομοθέτη σοβαρού δημοσίου σκοπού» και «δεν παρεμποδίζει τη συμμετοχή του κόμματος στην πολιτική ζωή και την εκλογική διαδικασία».
Κατά συνέπεια, σημειώνει η Ολομέλεια του ΣτΕ, ο ισχυρισμός της Χρυσής Αυγής ότι παραβιάζεται το άρθρο 29 του Συντάγματος (ελεύθερη ίδρυση κομμάτων, κ.λπ.) και της αρχής της αναλογικότητας είναι απορριπτέος ως αβάσιμός».
Ακόμη, απορρίφθηκε ο ισχυρισμός της Χρυσής Αυγής ότι παραβιάζεται η συνταγματική αρχή της ισότητας (άρθρο 4) και η επίσης συνταγματική αρχή της διάκρισης των εξουσιών (άρθρο 26), καθώς η σχετική ρύθμιση που προβλέπει το «πάγωμα» της κρατικής χρηματοδότησης έχει «φωτογραφικό χαρακτήρα». Κατά την Χρυσή Αυγή η επίμαχη ρύθμιση αναστολής της χρηματοδότησής «δεν θέτει γενικό και απρόσωπο κανόνα δικαίου, αλλά θεσπίσθηκε ειδικώς, προκειμένου να τύχει ατομικής εφαρμογής» για το συγκεκριμένο κόμμα.
Τέλος, επισημαίνεται στην απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ ότι δεν παραβιάζεται η ΕΣΔΑ, όπως υποστηρίζει η Χρυσή Αυγή, καθώς η αναστολή της κρατικής χρηματοδότησης «δεν συνιστά διακοπή ή αναστολή της λειτουργίας της Χρυσής Αυγής, ούτε συνεπάγεται προσωρινή ή οριστική παρεμπόδισή του προς συμμετοχή στην πολιτική ζωή της χώρας, αλλά συνίσταται στην προσωρινή αναστολή της καταβολής ενός από τους πλείονες πόρους του, ενώ εξάλλου το παρακρατούμενο ποσό αποδίδεται σε αυτό αναδρομικά σε περίπτωση αθωώσεων των κατηγορουμένων μελών του».