Για σκανδαλώδη χρόνια διαφθορά έκανε λόγο ο υπουργός Επικρατείας κ. Νικολούδης, μιλώντας στην Επιτροπή για τον λογιστικό έλεγχο του Χρέους
«Άστραψε και βρόντηξε» ο αρμόδιος για την καταπολέμηση της διαφθοράς υπουργός Επικρατείας Παναγιώτης Νικολούδης, κατά την έναρξη της συνεδρίασης της Επιτροπής για το Λογιστικό Έλεγχο του Χρέους, κάνοντας αναφορά στο πολυετές «πάρτι» με τις μίζες -φαινόμενο που τελευταία έλαβε διαστάσεις πανδημίας, καθώς αφορά σε όλες σχεδόν τις δημόσιες συμβάσεις και δη και σε αυτές που αφορούσαν στο διάστημα 2000 – 2010, τις οποίες υπέγραψε το ελληνικό Δημόσιο με εταιρείες του εξωτερικού.
Το σκάνδαλο κόστισε στο κράτος δεκάδες εκατομμύρια ευρώ, επεσήμανε ο κ. Νικολούδης, τονίζοντας ότι ευθύνες θα πρέπει να καταλογιστούν όχι μόνο στους αποδέκτες αλλά και στους «χορηγούς» του παράνομου χρήματος.
«Δεν υπάρχει και νομίζω ότι δεν μπορεί να υπάρξει η παραμικρή αμφιβολία, ότι μια από τις βασικές -αν όχι η βασικότερη- αιτίες για την οποία αυτή η χώρα περιήλθε στη γνωστή κατάσταση, τη λεγόμενη «κατάσταση της οικονομικής κρίσης», είναι η διαφθορά η οποία εμφανίστηκε ως ενδημικό φαινόμενο», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Νικολούδης.
«Εδώ τίθεται το πρώτο ζήτημα: η χώρα αυτή χαρακτηρίστηκε από πολλούς, άλλοτε δικαιολογημένα και άλλοτε -τις περισσότερες φορές- αδικαιολόγητα, ως μια χώρα διεφθαρμένη. Εάν μια χώρα είναι διεφθαρμένη, δηλαδή εάν οι πολίτες της είναι διεφθαρμένοι, εάν οι μισοί διαφθείρουν τους άλλους μισούς, η χώρα αυτή είναι κατά μία έννοια δίκαιο να πληρώνει τις δικές της αδυναμίες. Ωστόσο, από αυτό το σημείο αρχίζει η αμφισβήτηση κάποιων βασικών στοιχείων και η ανάγκη να αναδειχθούν κάποια χαρακτηριστικά αυτής της έννοιας που λέμε διαφθορά».
«Η διαφθορά», υπογράμμισε ο κ. Νικολούδης, «είναι σαν το ταγκό που χορεύεται από δύο. Δεν μπορεί να υπάρχει κάποιος που παίρνει χρήματα, αν προηγουμένως δεν βρεθεί κάποιος που έχει την διάθεση να του προσφέρει τα παράνομα χρήματα. Και αυτό είναι ένα βασικό στοιχείο που αν δεν το ξεχωρίσουμε από την αρχή, είναι πολύ πιθανό ότι θα οδηγηθούμε συνεχώς σε λάθος συμπεράσματα».
Αίσθηση προκάλεσε το γεγονός ότι ο υπουργός Επικρατείας προχώρησε σε συνοπτική καταγραφή τριών κατηγοριών περιπτώσεων όπου καταγράφεται έκνομη δραστηριότητα, κατά τη σύναψη συμβάσεων εκ μέρους του Δημοσίου, μιλώντας μεταξύ άλλων για μίζες που κυμαίνονται από 2% έως και 23%, υπογραμμίζοντας πως όλα τα παραδείγματα που παρουσίασε είναι «απολύτως υπαρκτά και απολύτως ακριβή».
«Είναι πλήρως διακριβωμένο ότι σε πάρα πολλές περιπτώσεις συμβάσεων αγοράς οπλικών συστημάτων που υπέγραψε το υπουργείο Εθνικής Αμυνας, η παράνομη προμήθεια, ή άλλως «μίζα», που δινόταν σε Ελληνες αξιωματούχους –προκειμένου με παράνομο τρόπο να συμβάλουν στην κατάρτιση αυτών των συμβάσεων- ήταν κατά μέσο όρο 4%. Απώλεια για το ελληνικό Δημόσιο; Δισεκατομμύρια. Στο συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό των συμβάσεων αυτών, ήταν έξω από τη χώρα εκείνοι που πουλούσαν τα όπλα και που έδιναν τα χρήματα, τα οποία κάποιοι όντως μέσα στη χώρα παρανόμως εισέπρατταν».
«Στις συμβάσεις προμήθειας παντός είδους αγαθών και υπηρεσιών εκ μέρους του ελληνικού δημοσίου, το περίπου θεσμοθετημένο ποσοστό προμήθειας ήταν 2%-2,5%. Εδώ, αντιθέτως με την προηγούμενη κατηγορία, το κυρίαρχο μερίδιο στις συμβάσεις αυτές, το είχαν εταιρείες εντός της χώρας».
«Συμβάσεις προμήθειας ιατροφαρμακευτικού υλικού από τα Δημόσια νοσοκομεία και γενικότερα από φορείς του Δημοσίου. Το ποσοστό παράνομης προμήθειας έφτανε το απίστευτο ποσοστό του 23%! Το ποσοστό αυτό που κυριολεκτικά σοκάρει, δεν είναι το μόνο στοιχείο το οποίο χαρακτηρίζει αυτού του είδους τις συμβάσεις. Εδώ, έχουμε μια διαδικασία όπου ο εντοπισμός των υπηρεσιακών φορέων που έπρεπε προσεγγιστούν για να γίνει η δουλειά, η διακίνηση μέσα από πολυπλόκαμους διαδρόμους των μαύρων ταμείων, των χρημάτων που προορίζονταν για τη δωροδοκία, και εν τέλει ο τρόπος με τον οποίο αυτά τα χρήματα δίνονταν, είχε πραγματικά αναχθεί σε επιστήμη. Είχε σχεδιαστεί με τρόπο ώστε να είναι πάρα πολύ δύσκολη η σύλληψη εκείνων που συμμετείχαν στις έκνομες δραστηριότητες. Στην τρίτη αυτή κατηγορία, το συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό αυτών που πωλούσαν το φαρμακευτικό υλικό, ήταν εταιρίες εκτός αυτής της χώρας. Η απώλεια για το κράτος εδώ ήταν πολλές δεκάδες δισεκατομμύρια».
Ολοκληρώνοντας, ο κ. Νικολούδης έκανε λόγο για «διττά έκνομες ενέργειες» καθώς αυτές αφορούσαν σε πρόσωπα και φορείς εντός και εκτός της χώρας. Υπό αυτό την έννοια, τόνισε, «ως τελικό συμπέρασμα εξάγεται πως οι οικονομικές συνέπειες από τις ενέργειες αυτές θα πρέπει να βαρύνουν και εκείνους στους οποίους τα παράνομα χρήματα ήρθαν, αλλά και αυτούς από τους οποίους τα παράνομα χρήματα προήλθαν. Μια τέτοια πράξη, είναι πράξη δικαιοσύνης», κατέληξε.