Εν κρυπτώ και με απευθείας ανάθεση ο εκσυγχρονισμός «υπέργηρων» αεροσκαφών – Τι απαντά το Υπουργείο Άμυνας
Μετά από περίπου 10 χρόνια εξοπλιστικής «αναβροχιάς», η κυβέρνηση προχώρησε σε σταδιακή υλοποίηση εξοπλιστικού προγράμματος, αναθέτοντας απευθείας στην εταιρεία Lockheed Martin, στο πλαίσιο διακρατικής συμφωνίας Ελλάδας – ΗΠΑ, τον εκσυγχρονισμό πέντε παλαιών αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας εκτιμώμενου προϋπολογισμού 500 εκατ. δολαρίων.
Η έγκριση από τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα δόθηκε στις 15 Μαρτίου, κατόπιν εισήγησης του Πάνου Καμμένου και με τη γραπτή έγκριση του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά, του αναπληρωτή υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης Γιάννη Πανούση, του αναπληρωτή υπουργού Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού Θοδωρή Δρίτσα και του αρχηγού ΓΕΕΘΑ, στρατηγού Μιχάλη Κωσταράκου (ΚΥΣΕΑ). Όλοι οι προαναφερόμενοι επικύρωσαν ομοφώνως την εισήγηση του κ. Καμμένου.
Η ελληνική κυβέρνηση ήδη έχει δώσει εντολή να εκταμιευθεί η προκαταβολή ύψους 45 εκατ. δολαρίων προς τους Αμερικανούς -κίνηση που σηματοδοτεί την τυπική έναρξη του προγράμματος. Ωστόσο, θύελλα αντιδράσεων προκαλεί το γεγονός ότι η κοστοβόρα σύμβαση αναβάθμισης των αεροσκαφών ενεργοποιείται σε μια χρονική περίοδο κατά την οποία τα ταμειακά διαθέσιμα του Δημοσίου έχουν σχεδόν εξανεμιστεί, ενώ διάχυτη είναι η ανησυχία όλων για το εάν τελικά θα πληρωθούν μισθοί και συντάξεις ή θα ικανοποιηθούν πρωτίστως οι απαιτήσεις των δανειστών μας.
Υπενθυμίζεται ότι, την περίοδο προκήρυξης των εκλογών, ο κ. Δρίτσας είχε προειδοποιήσει την κυβέρνηση Σαμαρά να μην προχωρήσει σε εκταμίευση κονδυλίων για οπλικά συστήματα.
Σε 7,5 χρόνια η ολοκλήρωση της αναβάθμισης
Η συμφωνία αφορά στον εκσυγχρονισμό, τη συντήρηση υποστήριξη πέντε εκ των έξι αεροσκαφών τύπου P-3Β Orion, τα οποία αποκτήθηκαν δωρεάν από τις ΗΠΑ κατά την περίοδο 1991-1992 και είναι σήμερα ηλικίας 35 ετών, σε μια προσπάθεια να επιμηκυνθεί ο χρόνος ζωής τους για ακόμη 15.000 ώρες πτήσεων. Σύμφωνα με δημοσίευμα του Πρώτου Θέματος, το πρόγραμμα θα διαρκέσει συνολικά 7,5 χρόνια.
Τα συγκεκριμένα αεροσκάφη, μέχρι το 2009, υπάγονταν στην δικαιοδοσία του Πολεμικού Ναυτικού. Εκίνη την χρονιά, το Ανώτατο Ναυτικό Συμβούλιo αποφάσισε ότι ο εκσυγχρονισμός τους είναι οικονομικά ασύμφορος και προχώρησε στην απόσυρσή τους. Δηλαδή στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας θεωρούσαν τα αεροσκάφη αυτά υπέργηρα και τα παρόπλισαν, εκτιμώντας ότι η αναβάθμισή τους δεν είχε νόημα.
Αλλαγή «πλεύσης» του υπουργείου
Εξάλλου οι εκλογές της 25ης Ιανουαρίου ανέστειλαν και τυπικά το πρόγραμμα, που έτσι κι αλλιώς είχε τεθεί σε καθεστώς ακύρωσης από την κυβέρνηση Σαμαρά. Αλλά μετά την αλλαγή της κυβέρνησης, το ΓΕΕΘΑ επανέφερε την επιχειρηματολογία του, ότι ο εκσυγχρονισμός των υπαρχόντων αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας είναι η συμφερότερη και αποτελεσματικότερη επιλογή για την προάσπιση της εθνικής ασφάλειας. Ο νέος υπουργός Εθνικής Άμυνας Πάνος Καμμένος ενημερώθηκε σχετικά με το προβλεπόμενο κόστος του προγράμματος (οι εκτιμήσεις για συντήρηση και υποστήριξη του αεροσκάφους μέχρι το 2030 ανερχόταν περίπου σε 500 εκατ. δολάρια, με ορίζοντα αποπληρωμής των Αμερικανών το 2021). Το ΚΥΣΕΑ, υπό την προεδρία του κ. Τσίπρα, αποφάσισε τον εκσυγχρονισμό μέσης ζωής «έως 5 αεροσκαφών P-3B του Πολεμικού Ναυτικού» και ανέθεσε στον υπουργό Εθνικής Άμυνας να προβεί στις περαιτέρω απαραίτητες ενέργειες.
Τάχιστα, η Γενική Διεύθυνση Εξοπλισμών του Υπουργείου Άμυνας υπέγραψε τη διακρατική συμφωνία με την κυβέρνηση των ΗΠΑ και ανέθεσε στην αμερικανική εταιρεία Lockheed Martin να αναλάβει την υλοποίηση του προγράμματος, σε συνεργασία με την Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία (ΕΑΒ) και άλλες ελληνικές εταιρείες ως υποκατασκευαστές κρίσιμων συστημάτων που θα ενσωματωθούν στα παλαιά αεροσκάφη.
Τις ημέρες αυτές, σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας Πρώτο Θέμα, αποδεσμεύονται 45 εκατ. δολάρια ως προκαταβολή στους Αμερικανούς, μέσω Foreign Military Sales (FMS), και το πρόγραμμα πλέον ενεργοποιείται και τυπικά. Κι όλα αυτά για να εκσυγχρονιστούν πέντε αεροσκάφη τα οποία σήμερα έχουν ηλικία 35 ετών, για τα οποία θα εκταμιευθούν από τα δημόσια ταμεία σχεδόν 500 εκατ. δολάρια και, όταν τελικώς παραδοθούν, σε 7,5 χρόνια από σήμερα, θα είναι 42 ετών!
Ασάφεια
Ειδικοί λένε ότι μεταξύ των άλλων θεμάτων που προκαλούν ενδιαφέρον και αναμένουν απαντήσεις είναι πως ίσως για πρώτη φορά υπάρχει ασάφεια τόσο για το τελικό κόστος του προγράμματος που θα επιβαρύνει τους φορολογούμενους, όσο και για τον αριθμό των αεροσκαφών P-3B που τελικώς θα εκσυγχρονιστούν.
Όπως αναφέρεται στην κατακυρωτική απόφαση της προμήθειας (με ημερομηνία επίσης 15 Μαρτίου 2015, δηλαδή την ίδια ημέρα που συνεδρίασε το ΚΥΣΕΑ και ενέκρινε την υλοποίηση του εξοπλιστικού προγράμματος), το τελικό κόστος του υποπρογράμματος μαζί με την εν συνεχεία υποστήριξη των αεροσκαφών για την περίοδο 2022-2027 ανέρχεται στο ποσό των 499,8 εκατ. δολαρίων (393,54 εκατ. ευρώ με τιμές ισοτιμίας 1:1,27 της 30ής Οκτωβρίου 2014). Με δεδομένο ότι οι Αμερικανοί αποφάνθηκαν πως τα παροπλισμένα αεροσκάφη βρίσκονται στη χειρότερη δυνατή κατάσταση, δεν είναι ξεκάθαρο ούτε το συνολικό κόστος του προγράμματος ούτε και ο τελικός αριθμός των αεροσκαφών που θα αναβαθμιστούν.
Ερήμην της ελληνικής Βουλής
Εντύπωση έχει προκαλέσει το γεγονός ότι η αναβάθμιση των αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας δεν συζητήθηκε στη Βουλή από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, παρά το γεγονός ότι το κόστος του προγράμματος αυξήθηκε κατά 30% λόγω της αλλαγής της ισοτιμίας ευρώ/δολαρίου μέσα σε λίγους μήνες. Ενώ στις 30 Οκτωβρίου του 2014 η ισοτιμία ήταν στο 1:1,27, η ενεργοποίηση της σύμβασης και της LOA (Letter of Acceptance) έγινε με την ισοτιμία στο 1:1,08.
Σύμφωνα με το σχετικό δημοσίευμα της εφημερίδας Πρώτο Θέμα, η υλοποίηση του προγράμματος επί της ουσίας έγινε εν κρυπτώ. Επίσημη ανακοίνωση με τα βασικά χαρακτηριστικά του προγράμματος δεν υπήρξε ούτε για την απόφαση που έλαβε το ΚΥΣΕΑ στις 15 Μαρτίου ούτε για την ενεργοποίηση της σύμβασης με την εκταμίευση της προκαταβολής.
Τι απαντά το Υπουργείο Άμυνας
Το υπουργείο αναφέρει:
«Η συμφωνία για την αναβάθμιση των αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας P3 είναι διακρατική μέσω FMS. Απαράβατος όρος της ελληνικής πλευράς ήταν οι εργασίες να γίνουν στην Ελλάδα από ελληνική βιομηχανία.
Τα συγκεκριμένα αεροσκάφη χρησιμοποιούν πολλές χώρες ανάμεσα στις οποίες είναι οι ΗΠΑ, η Γερμανία, ο Καναδάς, η Ιαπωνία, η Νορβηγία, η Ν. Κορέα, η Αυστραλία, η Νέα Ζηλανδία, η Βραζιλία. Όλες αυτές οι χώρες τα αναβαθμίζουν και τα διατηρούν στη δύναμη τους.
Η λύση της αναβάθμισης κρίνεται συμφερότερη από την προμήθεια νέων αεροσκαφών για πολλούς λόγους. Ο χρόνος ζωής των αεροσκαφών παρατείνεται για τουλάχιστον 20 χρόνια, διαθέτουμε ήδη ανταλλακτικά για τον συγκεκριμένο τύπο αεροσκάφους, εκπαιδευμένο προσωπικό, οργανωμένη μονάδα υποστήριξης.
Είχε προταθεί η προμήθεια παροπλισμένων αεροσκαφών του αμερικανικού πολεμικού ναυτικού, τα οποία όμως χρειάζονταν τις ίδιες εργασίες αναβάθμισης με μεγαλύτερο κόστος ώστε να είναι διαθέσιμα ενώ όλες οι εργασίες θα γίνονταν στις ΗΠΑ και όχι στην Ελλάδα.
Το ΓΕΝ είχε εισηγηθεί να γίνει επισκευή μέσω FMS και πέρασε ΚΥΣΕΑ από την προηγούμενη κυβέρνηση, τον Αύγουστο του 2014. Στη συνέχεια η ίδια συμφωνία προσυπεγράφη και πέρασε ΚΥΣΕΑ με τους ίδιους όρους και την χρηματοδότηση από την σημερινή κυβέρνηση στις 15 Μαρτίου 2015 που ήταν η καταληκτική ημερομηνία».