Την άποψη ότι η επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού στη Μόσχα υπερεκτιμήθηκε διατυπώνει ο πρόεδρος του Οικονομικού Συμβουλίου των γερμανών Χριστιανοδημοκρατών Κουρτ Λάουκ.
«Πιστεύω ότι η επίσκεψη του κ. Τσίπρα στη Μόσχα υπερεκτιμήθηκε, ήταν απλώς η πρώτη επίσκεψή του εκεί ως πρωθυπουργού. Δεν περίμενε κανείς ότι δεδομένης της δύσκολης οικονομικής κατάστασης στην οποία βρίσκεται η Ρωσία θα βοηθούσε την Ελλάδα με χρήματα», σημείωσε ο Λάουκ μιλώντας στη Γερμανική Ραδιοφωνία Deutschlandfunk, σύμφωνα με την Deutsche Welle.
Εντέλει, όπως σημειώνουν και αναλυτές, οι φόβοι ότι ο έλληνας πρωθυπουργός θα μπορούσε ενδεχομένως να εγκαταλείψει την κοινή ευρωπαϊκή γραμμή έναντι της Ρωσίας δεν επιβεβαιώθηκαν.
«Ο Τσίπρας αμφιταλαντεύεται. Πιστεύω ότι εντέλει αντελήφθη ότι ενδεχόμενο ρήγμα στις σχέσεις της Ελλάδας με την ΕΕ θα είχε μεγαλύτερο κόστος παρά όφελος. Ως προς αυτό επικράτησε τελικά ο ρεαλισμός».
Γενικότερα πάντως ο Κουρτ Λάουκ εκτιμά ότι είναι πολύ νωρίς ακόμη για να αξιολογηθεί το ταξίδι αυτό ως προς τα αποτελέσματά του. Σύμφωνα με τον χριστιανοδημοκράτη πολιτικό, «θα πρέπει να δει τώρα κανείς εάν ακολουθήσουν όντως πράξεις και επενδύσεις».
Ο ίδιος επισημαίνει πάντως ότι η όλη συζήτηση που προηγήθηκε της επίσκεψης ήταν απλά υπερβολική.
Σύμφωνα πάντα με την DW, κληθείς να σχολιάσει τις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις της Ελλάδας με τους πιστωτές της, ο Κουρτ Λάουκ σημείωσε:
«Προφανώς στην παρούσα φάση η ελληνική κυβέρνηση δεν είναι σε θέση να καταθέσει μια κοστολογημένη λίστα μεταρρυθμίσεων. Το ερώτημα που πρέπει να τεθεί είναι εάν η χώρα είναι καν σε θέση να υλοποιήσει βασικές μεταρρυθμίσεις. Ήδη προηγούμενες κυβερνήσεις πριν από τον Τσίπρα δεν ήταν σε θέση να επιβάλουν μεταρρυθμίσεις σε ικανοποιητικό βαθμό. Ίσως η Ελλάδα, οι κρατικές υποδομές, να μην επαρκούν για την υλοποίηση των συμπεφωνημένων μεταρρυθμίσεων. Αυτό πιστεύω ότι είναι το καίριο σημείο της όλης συζήτησης στην ΕΕ και την Ελλάδα».
Ο χριστιανοδημοκράτης πολιτικός επικρίνει και τη στάση των Βρυξελλών:
«Σε αυτά τα συμφραζόμενα οι Βρυξέλλες δεν διαδραματίζουν καλό ρόλο. Λείπει η αποφασιστικότητα που απαιτείται προκειμένου να δρομολογηθούν και να υλοποιηθούν οι μεταρρυθμίσεις. Δεν είναι δυνατόν να αποστέλλονται από τις Βρυξέλλες προτάσεις για μια λίστα μεταρρυθμίσεων στην Αθήνα και στη συνέχεια αυτές να επιστρέφουν με διαφορετική μορφή».