Συμφωνία που θα επιτρέψει την ανασυγκρότηση της κοινωνίας, της οικονομίας, του κράτους, και όχι απλώς την καταβολή της επόμενης δόσης, επιθυμεί ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης.
Σε συνέντευξή του στην Εφημερίδα των Συντακτών ανέφερε ότι κριτήριο για μια πετυχημένη συμφωνία είναι ποια πρωτογενή πλεονάσματα θα έχουμε υποχρέωση να αναλάβουμε.
«Βρισκόμαστε τώρα σε μια κατάσταση σαν να έχουμε βγει από έναν πόλεμο» είπε ο κ. Δραγασάκης και πρόσθεσε ότι απαιτούνται ριζικά μέτρα. «Θέλουμε μια λογική ανασυγκρότησης της κοινωνίας, των αξιών της, της οικονομίας, του κράτους, των πάντων. Γι’ αυτό έχει μεγάλη σημασία και η κατάληξη των διαπραγματεύσεων. Πρέπει δηλαδή να επιμείνουμε σε μια καθαρή λύση. Όχι μια συμφωνία για το πώς θα πάρουμε την επόμενη δόση και ξανά τα ίδια, αλλά μια καθαρή λύση η οποία θα ξαναδώσει στο μέλλον ορατότητα», σημείωσε.
Όπως είπε, στόχος είναι αυτή η συμφωνία να μας επιτρέψει να πάμε ως κοινωνία μπροστά, στη βάση βεβαίως των επιλογών και των δεσμεύσεων που έχουμε αναλάβει απέναντι στον ελληνικό λαό».
Για την πρόσφατη συνάντηση με τον επικεφαλής της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι δήλωσε ότι η κυβέρνηση έχει μιλήσει ανοιχτά και έχει ζητήσει την εφαρμογή της συμφωνίας της 20ης Φεβρουαρίου.
«Εμείς δηλώσαμε ρητά και εγγράφως ότι μέρος της συμφωνίας που επιδιώκουμε ήταν η συνεργασία των θεσμών για την αντιμετώπιση της ρευστότητας όσο θα διαρκούσαν οι διαπραγματεύσεις. Παρά τις προφορικές αλλά και τις γραπτές, σε ορισμένες περιπτώσεις, διαβεβαιώσεις, η συνεργασία αυτή δεν υπήρξε. Τους είπαμε ότι δεν μπορείτε να μας ζητάτε να έχουμε απέναντί μας τον κόσμο στον οποίο υποσχεθήκαμε ανακούφιση» ανέφερε για τις συνομιλίες με τον κ. Ντράγκι και πρόσθεσε ότι έγινε μαζί του μια ανοιχτή πολιτική συζήτηση, αν όχι για να τον πείσει αλλά για να ξέρει ποιους έχει απέναντί του.
Στο ερώτημα ποια είναι τα κριτήρια της κυβέρνησης για μια πετυχημένη συμφωνία, ο κ. Δραγασάκης απάντησε πως το πρώτο είναι τι πρωτογενή πλεονάσματα θα αναλάβουμε. «Θα δω, δηλαδή, αν τα πρωτογενή πλεονάσματα είναι πολύ πιο χαμηλά από αυτά για τα οποία είχαν δεσμευτεί οι προηγούμενες κυβερνήσεις, δηλαδή από το 4,5% να πάμε κάτω από το 2%. Διότι αυτό μπορεί να είναι ένα στατιστικό αλλά αυτός είναι και ο μηχανισμός λιτότητας. Υψηλά πλεονάσματα σημαίνει λιτότητα, ενώ τα χαμηλά έχουν μεν ζόρι αλλά έχεις ανάπττυξη», τόνισε.
Στα κριτήρια μιας επιτυχημένης συμφωνίας συμπεριέλαβε «να πετύχουμε ένα χρέος βιώσιμο για την κοινωνία, όχι αριθμητικά βιώσιμο». Αλλά το κριτήριο είναι τι θα πληρώνουμε για χρέος για να δούμε τι μπορούμε να επενδύσουμε μετά στην ανάπτυξη. Το τρίτο κριτήριο για μια πετυχημένη συμφωνία, όπως αναφέρε, είναι ένα επενδυτικό πρόγραμμα και η χρηματοδότησή του με στόχο να δημιουργήσουμε ένα επενδυτικό και αναγεννητικό σοκ.
Ερωτηθείς για τις 100 πρώτες ημέρες της κυβέρνησης απάντησε ότι είναι ένα τεστ αντοχής και του λαού και της κυβέρνησης, η οποία βρέθηκε σε έναν κλοιό πιέσεων. Σημείωσε δε ότι ο λαός έχει δείξει πολύ μεγάλη αντοχή κι αυτό επιτρέπει και στην κυβέρνηση να υπερασπίζεται πολιτικές που υπηρετούν τις ανάγκες της χώρας και των πολλών.
Σχετικά το φορολογικό σύστημα που προωθείται ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης είπε ότι «θα φθάσουμε σε ένα σύστημα απλό, δίκαιο και σταθερό». Τόνισε όμως ότι υπάρχουν δυσχέρειες γιατί οι προηγούμενες κυβερνήσεις έχουν επιτρέψει να διαμορφωθεί μια κατάσταση που η χώρα αντιμετωπίζεται ως προτεκτοράτο, με την έννοια ότι ακόμα και τα αυτονόητα θα πρέπει να τα συζητήσουμε με τους θεσμούς και να τους πείσουμε. «Ως κοινωνία είμαστε σε μια κατάσταση υπερφορολόγησης» πρόσθεσε και «επομένως οι παρεμβάσεις θα πρέπει από εδώ και πέρα να υπηρετούν το κριτήριο της δικαιοσύνης και να έχουν αναδιανεμητικό χαρακτήρα».
Ως προς τον κυβερνητικό σχεδιασμό για τις τράπεζες, ο κ. Δραγασάκης ανέφερε ότι το σύστημα που δημιούργησαν η τρόικα και οι προηγούμενες κυβερνήσεις είναι ένα σύστημα προστασίας όχι των τραπεζών αλλά των συμφερόντων που υπάρχουν μέσα στις τράπεζες.
Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης θύμισε ότι ο λαός ανέλαβε, μέσω του κράτους, τη θυσία για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και γι΄αυτό «η κυβέρνηση δεν πρόκειται να συμβιβαστεί με μια κατάσταση που θα προστατεύει τη διαπλοκή».