Οι απόψεις των πανεπιστημιακών καθηγητών, σχετικά με την συσνταγματικότητα ή όχι διεξαγωγής του δημοψηφίσματος που εξήγγειλε η κυβέρνηση για την ερχόμενη Κυριακή, είναι μεταξύ τους αντίθετες.
Η ζυγαριά των απόψεων των καθηγητών που έχουν διατυπωθεί δημόσια έως τώρα (εκτός των καθηγητών που έχουν παράλληλα και πολιτική ιδιότητα) κλείνει αισθητά προς την αντισυνταγματικότητα, όπως αναφέρει δημοσίευμα στο Πρώτο Θέμα.
Πάντως, όλοι βρίσκουν συνταγματικά ψεγάδια ως προς την διατύπωση και το σύντομο χρόνο διεξαγωγής του, ενώ ένας από όλους κάνει ένα ακόμη βήμα και το χαρακτηρίζει παράλογο.
Πέρα όμως από όλες αυτές τις απόψεις που διατυπώνουν οι καθηγητές των Πανεπιστημίων πριν την διεξαγωγή του δημοψηφίσματος, τον τελικό λόγο μετά την ανακοίνωση του αποτελέσματος, για συνταγματικότητα ή όχι, θα την έχει το Εκλογοδικείο.
Αντώνης Μανιτάκης
Ο καθηγητής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Αντώνης Μανιτάκης τάσσεται υπέρ της συνταγματικότητας του δημοψηφίσματος. Όμως, δεν παραλείπει να επισημάνει ότι το Σύνταγμα προβλέπει ως χρόνο διεξαγωγής τον ένα μήνα και όχι τις πέντε ημέρες και θέτει το ερώτημα τί γίνεται σε περίπτωση κατά την οποία η πρόταση των δανειστών αποσυρθεί.
Όπως χαρακτηριστικά αναρωτήθηκε ο κ. Μανιτάκης, «μπορούν τα κόμματα σε πέντε μέρες να παρουσιάσουν τις θέσεις τους επί του θέματος, μπορεί ο ελληνικός λαός για ένα τέτοιο εθνικό ζήτημα να αποφασίσει σε πέντε ημέρες;», όπως απαιτεί το Σύνταγμα.
Παράλληλα, ο καθηγητής χαρακτήρισε «διχαστικό και τεχνοκρατικό» το ερώτημα του δημοψηφισματος, έτσι όπως αυτό έχει διατυπωθεί και εκτίμησε ότι θα έχει ως αποτέλεσμα να διχαστεί η Ελληνική κοινωνία».
Δεν παρέλειψε να υπογραμμίσει ότι «είναι και τραγελαφικό καθώς καλείται ο κόσμος να αποφασίσει για μια συμφωνία που μπορεί να έχει αποσυρθεί».
Μιχάλης Σταθόπουλος
Αντισυνταγματικό και παράλογο είναι το δημοψήφισμα σύμφωνα με τον ομότιμο καθηγητή της Νομικής Σχολής του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και πρώην υπουργός Δικαιοσύνης Μιχάλης Σταθόπουλος.
Ο κ. Σταθόπουλος τονίζει ότι το δημοψήφισμα παραβιάζει το άρθρο 44 του Συντάγματος ή τουλάχιστον το καταστρατηγεί.
Και αυτό γιατί οι συνταγματικές επιταγές δεν επιτρέπουν την διεξαγωγή δημοψηφίσματος επί δημοσιονομικών ζητημάτων, εάν ληφθεί υπόψη όχι μόνο η διατύπωση του άρθρου 44 αλλά και ο σκοπός της συνταγματικής διάταξης.
Οι προτάσεις των δανειστών μας για τις οποίες θα κληθεί να αποφασίσει ο Ελληνικός λαός, περιλαμβάνουν και φορολογικά θέματα, όπως είναι αύξηση του ΦΠΑ, των φόρων κ.λπ.
«Δεν μπορεί ο πολίτης να ερωτάται εάν θέλει ή όχι να του επιβληθούν φόροι ή εάν επιθυμεί ή όχι να παραταθεί το όριο συνταξιοδότησης του», σημειώνει ο κ. Σταθόπουλος.
Και αυτό γιατί πάντα η απάντηση του πολίτη θα είναι εύλογα ότι δεν επιθυμεί νέους φόρους και θέλει να βγει σε συνταξιοδοτικό καθεστώς με όσο τον δυνατόν λιγότερη προϋπηρεσία και σε νεώτερη ηλικία.
Με την λογική αυτή ο συνταγματικός νομοθέτης, δεν επιτρέπει να γίνονται δημοψηφίσματα επί δημοσιονομικών ζητημάτων, συνεχίζει ο καθηγητής.
Όμως, τονίζει ο κ. Σταθόπουλος, σημαντικότερο ζήτημα από τη αντισυνταγματικότητα, είναι το παράλογο και αβέβαιο του δημοψηφίσματος αυτού, εάν τελικά διεξαχθεί.
Είναι παράλογο το δημοψήφισμα αυτό, υπογραμμίζει ο κ. Σταθόπουλος, καθώς στηρίζεται στους όρους που προτείνουν οι δανειστές μας.
Και ερωτά: Εάν οι εταίροι μας κάθε δύο μέρες αλλάζουν τις προτάσεις τους, τότε θα καλείται κάθε φορά η Βουλή για να αποφασίζει νέο δημοψήφισμα; Ή εάν αποσύρουν τις προτάσεις τους για ποίο πράγμα θα κληθεί να αποφασίσει ο Έλληνας πολίτης;
«Απλώς η Κυβέρνηση αποφάσισε να μεταφέρει τις ευθύνες στον Ελληνικό λαό» τονίζει ο κ. Σταθόπουλος, «χωρίς όμως να εξετάσει ένα πιθανό «όχι» του λαού στο δημοψήφισμα, ότι μεταφράζεται σε έξοδο μας από το ευρώ».
«Φτάνουμε σε παράλογα πράγματα», προσθέτει ο κ. Σταθόπουλος.
Το τρίτο και βασικότερο όμως πρόβλημα, υπογραμμίζει ο καθηγητής, είναι η αναξιοπιστία της χώρας μας.
Οι εταίροι δεν μας πιστεύουν πλέον, μας θεωρούν παντελώς αναξιόπιστους, καταλήγει ο κ. Σταθόπουλος και αυτό πλέον του ότι δεν ξεπερνιέται εύκολα, έχει και τεράστιες επιπτώσεις που οδηγούν σε αδιέξοδα.
Γιώργος Σωτηρέλης
Συμβατό με το Σύνταγμα χαρακτηρίζει το δημοψήφισμα ο καθηγητής του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστήμιο Αθηνών Γιώργος Σωτηρέλης, αλλά του βρίσκει δύο μελανά σημεία, που είναι η διατύπωση του ερωτήματος και τα ασφυκτικά χρονικά περιθώρια διεξαγωγής του.
Σύμφωνα με τον κ. Σωτηρέλη το δημοψήφισμα είναι συνταγματικά θεμιτό και τα περί του αντιθέτου υποστηριζόμενα δεν ευσταθούν.
Η πρόταση της κυβέρνησης, όπως διατυπώθηκε, παρουσιάζει δύο νομικά προβλήματα, τα οποία συνδέονται εκ των πραγμάτων με την συνταγματικότητα του όλου θέματος, σημειώνει ο κ. Σωτηρέλης και εξηγεί:
«Πρώτον, είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν υπάρχει πράγματι μια τελική πρόταση από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, εν είδει τελεσιγράφου (take it or leave it), η οποία πράγματι θα μπορούσε να τεθεί θεμιτά, από τη σκοπιά της λαϊκής κυριαρχίας, προς έγκριση.
Αν αποδειχθεί ή έστω αν δηλωθεί ότι επρόκειτο για ένα σχέδιο ανοιχτό σε αλλαγές, η κυβέρνηση θα ευρεθεί συνταγματικά εκτεθειμένη, διότι ο τρόπος με τον οποίο τίθενται τα ερωτήματα πρέπει να είναι σαφής, σύντομος και καθορισμένος, ώστε να μην καταλείπεται κανένα περιθώριο παραπλάνησης των ψηφοφόρων και φαλκίδευσης της ψήφου τους.
Δεύτερον, μια συνταγματικώς αποδεκτή αλλά και στοιχειωδώς επαρκής, από θεσμική άποψη, διεξαγωγή ενός τέτοιου δημοψηφίσματος δεν είναι σε καμία περίπτωση συμβατή με την ασφυκτική ημερομηνία που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός.
Πράγματι, ούτε οι διαδικασίες που προβλέπονται για την προετοιμασία του αλλά ούτε και ο διάλογος που απαιτείται για ένα τέτοιο σοβαρό ζήτημα (από κόμματα και φορείς της κοινωνίας των πολιτών, όπως προβλέπεται από τον ανωτέρω νόμο) είναι δυνατόν να «χωρέσουν» μέσα σε πέντε μόλις ημέρες που απομένουν μεταξύ της έκδοσης του σχετικού προεδρικού διατάγματος και της διεξαγωγής του δημοψηφίσματος στις 5 Ιουλίου».
Ξενοφών Κοντιάδης
Αντισυνταγματικό χαρακτηρίζει από την πλευρά του ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου Ξενοφών Κοντιάδης, το επικείμενο δημοψήφισμα.
Είναι αντισυνταγματικό το δημοψήφισμα, σύμφωνα με τον κ. Κοντιάδη, αφενός γιατί ο χρόνος είναι περιορισμένος και αφετέρου γιατί η διατύπωση του ερωτήματος είναι εντελώς παράτυπη.
Όπως εξηγεί ο κ. Κοντιάδης, αφενός οι όροι διεξαγωγής δημοψηφίσματος τους οποίους θέτει το Σύνταγμα και η νομοθεσία περί δημοψηφισμάτων προϋποθέτουν περισσότερο χρόνο ενημέρωσης του κοινού και αφετέρου το ερώτημα έτσι όπως διατυπώνεται είναι εντελώς παράτυπο κι ενδεχομένως να μην έχει καν βάση υπό την έννοια ότι τα δυο κείμενα στα οποία αναφέρεται η πρόταση της κυβέρνησης αφορούν στην πρόταση των Θεσμών για την παράταση της συμφωνίας.
Επιπρόσθετα τονίζει ο κ. Κοντιάδης ότι «υπάρχει ενδεχομένως κι ένα τρίτο ζήτημα», καθώς «απαγορεύεται η διενέργεια δημοψηφισμάτων για ζητήματα δημοσιονομικού χαρακτήρα, σύμφωνα με το άρθρο 44 του Συντάγματος».