Παρέμβαση σχετικά με τον προεκλογικό διάλογο κάνει το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο Ελλάδος, εκφράζοντας την ανησυχία του σχετικά με την απουσία θέσεων και προτάσεων στον τομέα του τουρισμού.
Ενόψει και της προγραμματισμένης για σήμερα τηλεμαχίας των αρχηγών των δύο μεγαλύτερων πολιτικών κομμάτων, το ΞΕΕ σημειώνει σε ανακοίνωσή του πως παρά το γεγονός ότι ορισμένα μεγέθη του ελληνικού τουρισμού το 2014 και το 2015 κινούνται με ανοδικούς ρυθμούς, η Ελλάδα υστερεί σε ποιοτικά στοιχεία που έχουν ως σημείο αναφοράς κυρίως τα έσοδα της χώρας και των επιχειρήσεων.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ), η χώρα μας πράγματι κατέγραψε το 2014 αύξηση των αφίξεων, των μη κατοίκων, σε σχέση με το 2013, της τάξης του 23%, φθάνοντας τα 22 εκατομμύρια επισκέπτες, με τους επισκέπτες από την Ευρώπη να συνεισφέρουν το 88,4% του συνόλου των αφίξεων, παραμένοντας συνεπώς η κύρια πελατειακή δεξαμενή μας.
Σε σχέση με τον ανταγωνισμό, η Ελλάδα κατέγραψε σχεδόν διπλάσιο ρυθμό αύξησης των αφίξεων από τον επόμενο ανταγωνιστής της, την Πορτογαλία η οποία σημείωσε αύξηση 12,9%, ενώ σχεδόν τριπλάσιο από την τρίτη στην κατάταξη αύξησης αφίξεων Ισπανία, η οποία παρουσίασε αύξηση κατά 7,2%.
Παράλληλα, τα άμεσα έσοδα από τον τουρισμό που προήλθαν από τους μη κατοίκους ανήλθαν το 2014 σε 13 δις ευρώ, αυξημένα κατά 11,1% σε σχέση με το 2013 (11,7 δισ. ευρώ), ενώ και οι διανυκτερεύσεις αυξήθηκαν κατά 15,3%.
Στον αντίποδα όμως, η ίδια έρευνα αποτύπωσε ανάγλυφα σειρά αρνητικών μεγεθών, που οφείλουν να αποτελέσουν αντικείμενο σοβαρού προβληματισμού.
Συγκεκριμένα, η χώρα μας, παρά την πρωτιά σε ρυθμό αύξησης αφίξεων, υπολείπεται της δεύτερης στη σχετική κατηγορία Πορτογαλίας ως προς το ρυθμό ανόδου των τουριστικών εσόδων, με την χώρα της Ιβηρικής να καταγράφει αύξηση τουριστικών εσόδων κατά 12,4%, παρά την ανωτέρω παρουσιασθείσα μικρότερη αύξηση αφίξεων σε σχέση με την χώρα μας. Συνεπώς, η Ελλάδα δυστυχώς δεν κατάφερε να αντιστοιχίσει την αύξηση των επισκεπτών με αντίστοιχο ποσοστό ενίσχυσης των εσόδων, καθώς η μέση ημερήσια δαπάνη των επισκεπτών μας το 2014 καταγράφηκε στα 70,4 ευρώ, μειωμένη κατά 6,2% σε σχέση με το 2013.
Αντιστοίχως, παρά την αύξηση του αριθμού των αφίξεων και των διανυκτερεύσεων, οι οποίες έφτασαν τα 184 εκατομμύρια, η μέση διάρκεια διαμονής παρουσίασε μείωση κατά μισή μέρα σε σχέση με το 2013.
Παράλληλα, εξίσου οξύ παραμένει και το πρόβλημα της έντονης εποχικότητας της ζήτησης του ελληνικού τουριστικού προϊόντος, η οποία όχι μόνο δε βελτιώνεται, σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, αλλά αντιθέτως επιδεινώνεται.
Την αρνητική αυτή εικόνα ολοκληρώνει το γεγονός ότι παρά την αύξηση των διανυκτερεύσεων μη κατοίκων κατά 15,3%, η μέση πληρότητα των ελληνικών ξενοδοχείων αυξήθηκε το 2014 μόνο κατά 6,6%, γεγονός που δημιουργεί σοβαρά ερωτήματα για τη μη εμφάνιση στις εθνικές στατιστικές και τη μη καταγραφή και απεικόνιση στα εθνικά τουριστικά αποτελέσματα ενός ποσοστού 8,7% των διανυκτερεύσεων, το οποίο προφανώς διοχετεύεται σε παράνομα καταλύματα.
Όσον αφορά, τέλος, στην ανταγωνιστικότητα του ελληνικού τουριστικού τομέα, σύμφωνα με την έρευνα του World Economic Forum (WEF) για το 2015, η χώρα μας καταλαμβάνει την 31η θέση παγκοσμίως και την 18η στην Ευρώπη με σοβαρές υστερήσεις, στο επιχειρηματικό περιβάλλον (104η θέση), στην ανταγωνιστικότητα των τιμών (113η θέση), στις οδικές και λιμενικές υποδομές (51η θέση) και τέλος στους φυσικούς πόρους (46η θέση).
Όπως επεσήμανε σχετικά ο Πρόεδρος του Ξ.Ε.Ε. κ. Γιώργος Τσακίρης:
«Ο ελληνικός τουρισμός απέδειξε και φέτος ότι έχει σημαντικές αντοχές. Οι προσπάθειες όλων μας αποδίδουν. Δυστυχώς όμως, πολλά προβλήματα παραμένουν και δεν επιτρέπεται σε κανέναν μας εφησυχασμός. Είναι δεδομένο και χρειάζεται να προχωρήσουμε άμεσα σε σημαντικά βήματα και τομές για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του ελληνικού τουρισμού και την πάταξη της σκιώδους μαύρης οικονομίας που μαστίζει τον κλάδο, σε μία συγκυρία μάλιστα κατά την οποία ο ΦΠΑ στη διαμονή από την 1/10/15 διπλασιάζεται ενώ στην εστίαση ήδη αυξήθηκε στο 23%. Στην παρούσα προεκλογική περίοδο, ο τουρισμός ελάχιστα απασχόλησε τον προεκλογικό και προγραμματικό διάλογο. Περιμέναμε και περιμένουμε περισσότερες θέσεις και περισσότερο διάλογο από τα κόμματα για τον τουρισμό, ο οποίος αποτελεί τη βασική δραστηριότητα και ελπίδα της χώρας για την ανάκαμψη της οικονομίας και την αύξηση της απασχόλησης».