«Κλωτσάει» για τη μη υπουργοποίησή του ο βουλευτής των Ανεξαρτήτων Ελλήνων – Επαναφέρει το δημοψήφισμα για συνταγματικά ζητήματα
«Δεν έγινα υπουργός για να μην ερεθιστεί ο πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου», δηλώνει σε ραδιοφωνική συνέντευξή του ο βουλευτής των Ανεξαρτήτων Ελλήνων Νίκος Νικολόπουλος, που ναι μεν ξεκαθαρίζει ότι θα δώσει ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση, αλλά «υπόσχεται» να μιλήσει για όσα διαδραματίστηκαν στο παρασκήνιο αμέσως μετά.
«Έχω αρνηθεί και θα συνεχίσω να αρνούμαι να κάνω δημόσια γνωστά μερικά γεγονότα, θα μιλήσω μετά την ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση την οποία ψήφο ασφαλώς και θα δώσω» δηλώνει και, τονίζοντας πως εκ μέρους του «δεν υπήρξε η παραμικρή όχληση προς τους επικεφαλής των κομμάτων της συγκυβέρνησης» για να πάρει υπουργική θέση, συνεχίζει: «Επισήμως πληροφορήθηκα ότι η πρόταση του κ. Καμμένου απερρίφθη από τον κ. Τσίπρα, καθότι η συμμετοχή μου στην κυβέρνηση θα ερέθιζε αρνητικά τον πρωθυπουργό του Λουξεμβούργου λόγω του γνωστού τιτιβίσματος, του ατυχούς, που είχα κάνει στο παρελθόν».
Ο κ. Νικολόπουλος ισχυρίζεται πως, μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου, υπήρξε μια «επανάληψη» όσων διαδραματίστηκαν τον περασμένο Ιανουάριο, τα οποία τότε είχε αντιμετωπίσει «ως καλός στρατιώτης», «με ψυχραιμία, συνεχίζοντας τον αγώνα με πάθος και ζέση, τιμώντας για μια ακόμα φορά τα λοχιόσημά μου».
«Και φτάσαμε σε αυτόν τον πρόσφατο σχηματισμό και έχουμε πάλι τα ίδια γεγονότα να εξελίσσονται, όπως τον Γενάρη, δηλαδή να απορρίπτεται η πρόταση Καμμένου για να μην ταραχτεί ο πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου, ενδεχομένως και οι “53”, και μέσω διαρροών στον Τύπο παρουσιάζομαι ως δυνάμει δεύτερος αντιπρόεδρος της Βουλής. Έχουμε λοιπόν μια επανάληψη του κακόγουστου έργου του Ιανουαρίου… Δεν μπορώ να ανεχτώ εκ νέου το όνομά μου να γίνεται μπαλάκι μεταξύ Κουμουνδούρου και Χαροκόπου, και γι΄ αυτό είπα ότι όλα τα υπόλοιπα θα τα πούμε άλλη φορά», δηλώνει ο κ. Νικολόπουλος.
Τέλος, αναφορικά με το ζήτημα της απαλλαγής από τα θρησκευτικά στα σχολεία που απασχολεί την κυβέρνηση, ο κ. Νικολόπουλος δηλώνει «αντίθετος» με την πρόταση και εξηγεί: «Εάν η κυβέρνηση θέλει πραγματικά να αλλάξει κάτι που το Σύνταγμα προστατεύει, όπως είναι το μάθημα των θρησκευτικών, τότε θα πρέπει να ζητήσει τη γνώμη των πολιτών με δημοψήφισμα».