Στην ανάγκη συνεργασίας μέσα από ένα θεσμικό διάλογο μεταξύ των δύο συντεταγμένων λειτουργιών του Κράτους, Βουλής και Δικαιοσύνης, ώστε να ξεπεραστούν τα χρόνια προβλήματα που υπάρχουν και να υπάρξει καλύτερη οργάνωση και λειτουργία της Δικαιοσύνης, συμφώνησαν η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής και η ηγεσία του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ).
Παράλληλα, κοινή ήταν η παραδοχή τους ότι η μεγάλη καθυστέρηση απονομής δικαιοσύνης ενισχύει την ανασφάλεια δικαίου στους Έλληνες πολίτες.
“Πρωταρχικό μέλημα μας πρέπει να είναι η εύρυθμη λειτουργία του πολιτεύματος και αυτό μόνο με διάλογο εξυπηρετείται και μάλιστα σε μια δύσκολη χρονική συγκυρία για τη χώρα”, σημείωσε ο πρόεδρος του ΣτΕ Π. Πικραμένος που μαζί με τα υπόλοιπα μέλη της ηγεσίας του ανώτατου δικαστικού σώματος ενημέρωσαν την Επιτροπή Θεσμών σχετικά με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν.
“Οι καιροί απαιτούν ορατές λύσεις. Σήμερα κάναμε ένα βήμα μπροστά”, δήλωσε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής Μιλτιάδης Παπαϊωάννου και πρόσθεσε: “Έχουμε βαθιά θεσμική κρίση. Βιώνουμε την απαξίωση και των τριών λειτουργιών της δημοκρατίας μας. Είναι μεγάλος και ορατός ο κίνδυνος αποδόμησης της ελληνικής δημοκρατίας ακόμα και αμφισβήτηση της αρχής της νομιμότητας”.
“Είναι κρίσιμο και μείζον θέμα για εμάς η μεγάλη και υπερβολική καθυστέρηση που παρατηρείται στην απονομή της διοικητικής δικαιοσύνης. ‘Ένα μεγάλο μέρος της οφείλεται στην πολυνομία που πρέπει να καταπολεμηθεί”, σημείωσε από την πλευρά του ο αντιπρόεδρος του ΣτΕ Φ. Αρναούτογλου.
“Τα πράγματα είναι χειρότερα. Φέτος μόνο κατατέθηκαν 10.500 αιτήσεις, αυτό γίνεται για πρώτη φορά και μεταξύ αυτών είναι όλα τα σημαντικότερα θέματα που αντιμετωπίζει η ελληνική κοινωνία. “Καλλικράτης”, ασφαλιστικό, μνημόνιο. Την ίδια ώρα είχαμε την αποχώρηση 12 διακεκριμένων δικαστικών, ενώ οι εκκρεμείς υποθέσεις στο ΣτΕ είναι πάνω από 23.000. Η κατάσταση έχει πλέον ξεφύγει” ανέφερε ο κ. Αρναούτογλου και συμπλήρωσε:”Δεν μπορεί το ανώτατο δικαστήριο να συνεχίσει να λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο. Ούτε η συνταγματική αναθεώρηση είναι από μόνη της πανάκεια. Πρέπει να μελετηθεί εξ αρχής η φυσιογνωμία του ΣτΕ γιατί αυτή τη στιγμή όπως λειτουργεί οδηγείται σε αδιέξοδο”.
“Εισάγονται κάθε χρόνο πάνω από 8.000 νέες υποθέσεις. Διεκπεραιώνονται περίπου 6.000 ενώ υπάρχει ένα “στοκ 32.000 υποθέσεων. Αν “κλείσω την πόρτα” σε νέες υποθέσεις θα χρειαστώ 5,5 χρόνια για να διεκπεραιώσω μόνο το “στοκ”, σημείωσε δεικτικά ο αντιπρόεδρος του ΣτΕ Αθανάσιος Ράντος.
Η αντιπρόεδρος του Ε΄Τμήματος του ΣτΕ, Αγγελική Θεοφιλοπούλου, επεσήμανε ότι μόνο στο τμήμα της έχει 5.500 υποθέσεις, τονίζοντας παράλληλα: “Συμμερίζομαι την αγωνία των πολιτών να βρουν το δίκαιο τους όμως και εμείς αγωνιζόμαστε να βρούμε τη χρυσή τομή”.
Η κ. Θεοφιλοπούλου υποστήριξε ότι το πρόβλημα επιτείνεται από “την περιβαλλοντική νομοθεσία”, που κατά 80% είναι ενσωμάτωση της κοινοτικής οδηγίας, και η πολυπλοκότητα της περιπλέκει αντί να επιλύει τα προβλήματα.
Με την άποψη αυτή μάλιστα, συντάχθηκε ο πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ Γιώργος Φλωρίδης που ανέφερε χαρακτηριστικά ότι διαχρονικά η περιβαλλοντική νομοθεσία έγινε “είτε από άσχετους, αδαείς ή επικίνδυνους υπουργούς με αποτέλεσμα να διευκολύνεται η γραφειοκρατία και κατ’ επέκταση η διαφθορά”.
Από την πλευρά του, ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Νάσος Αλευράς συνέδεσε την αοριστία που υπάρχει στη περιβαλλοντική νομοθεσία με την καθυστέρηση στις επενδύσεις και στην ανάπτυξη της χώρας.
Ο πρόεδρος του ΣτΕ συμφώνησε τόσο με τον κ. Αλευρά όσο και με τον κ. Φλωρίδη, υποστηρίζοντας την ανάγκη να γίνει δασολόγιο και να διευκρινιστεί η χρήση γης, προσθέτοντας ότι “διαφορετικά, αν δεν γίνουν αυτά και δεν παρθούν γενναίες αποφάσεις, δεν πρόκειται να γίνει ανάπτυξη στη χώρα μας”.
Ο αντιπρόεδρος του ΣτΕ Γ. Σταυρόπουλος υπογράμμισε ότι “υπάρχουν λύσεις πρέπει να έχουμε το θάρρος να τις αποφασίσουμε και να προχωρήσουμε μπροστά, γνωρίζοντας ότι θα υπάρξουν και αντιδράσεις”.
Τέλος, ο αντιπρόεδρος του ΣτΕ Φ. Αρναούτογλου μετέφερε την αντίθεση του σώματος ως προς την υπαγωγή των δικαστικών στο ΙΚΑ, αλλά και στο να ισχύσει η αναλογία 1 προς 5 στις προσλήψεις τους, ζητώντας από την Επιτροπή Θεσμών να στηρίξει τα αιτήματα τους.
Την πρόταση τους αυτή στήριξαν από πλευράς ΝΔ ο Προκόπης Παυλόπουλος και ο Γιάννης Τραγάκης.