Την αντίθεσή του με τον τρόπο με τον οποίο διεξάγεται η εσωκομματική προεκλογική περίοδος εξέφρασε ο υποψήφιος πρόεδρος της ΝΔ, Κυριάκος Μητσοτάκης.
«Δεν είμαι τόσο ικανοποιημένος από το γεγονός ότι δεν έχουμε καταφέρει ακόμη οι υποψήφιοι να συμφωνήσουμε σε ένα αποδεκτό πλαίσιο δημόσιου διαλόγου. Θα έπρεπε να γίνει ταυτόχρονα η αντιπαράθεση απόψεων και προτάσεων και να μην πέφτουν μπηχτές κάτω από το τραπέζι», δήλωσε χαρακτηριστικά μιλώντας στον ΣΚΑΙ.
«Ο διάλογος δεν είναι εσωστρέφεια», τόνισε, εκτιμώντας ότι αντίθετα είναι η υπάρχουσα κατάσταση που δείχνει εσωστρέφεια και σημειώνοντας ότι μόνο ο Ευάγγελος Μεϊμαράκης αντιτίθεται στην ιδέα ενός debate μεταξύ των υποψηφίων προέδρων.
Αναφερόμενος εξάλλου στον κύριο Μεϊμαράκη, τόνισε:
«Το ότι είναι πρόεδρος ο κύριος Μεϊμαράκης δεν σημαίνει ότι δεν θα είναι και υποψήφιος πρόεδρος. Δεν έχουμε ακούσει τις θέσεις του κυρίου Μεϊμαράκη ως υποψηφίου προέδρου. Ενώ προσωπικά, αν και παραμένω κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος, συμμετέχω ενεργά στον δημόσιο διάλογο για το μέλλον της ΝΔ».
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης στράφηκε πάντως και κατά του ετέρου συνυποψηφίου του, Απόστολου Τζιτζικώστα, λέγοντας ότι:
«Η επιλογή εξωκοινοβουλευτικού προέδρου δημιουργεί σοβαρό πρόβλημα διαρχίας στο κόμμα και δεν νομίζω ότι αυτό έχει επεξηγηθεί επαρκώς στους πολίτες», για να προσθέσει με νόημα:
«Στρατιώτης σημαίνει στρατιώτης και εγώ αυτό θα είμαι την επόμενη ημέρα του κόμματος … Δεν επιδιώκω όμως να γίνω αντιπρόεδρος κανενός, έχω θέσει υποψηφιότητα για πρόεδρος».
«Θα περίμενα τουλάχιστον 300.000 ανθρώπους να ψηφίσουν, οτιδήποτε λιγότερο θα ήταν αποτυχία για τη ΝΔ» εκτίμησε περαιτέρω ο κύριος Μητσοτάκης, ο οποίος πάντως διευκρίνισε ότι αν οι νεοδημοκράτες δεν πεισθούν να δείξουν μεγάλο ενδιαφέρον για την εκλογή προέδρου, «δεν τίθεται ζήτημα νομιμοποίησης του αποτελέσματος αλλά ούτε και ενότητας. Κανείς υποψήφιος δεν νομιμοποιείται να οικειοποιηθεί την ενότητα του κόμματος».
«Δεν νιώθω καθόλου αντι-Τσίπρας – απάντησε σε σχετικό ερώτημα. Χρειαζόμαστε το αντίθετο του Τσίπρα στη ΝΔ αλλά δεν πρέπει να επιτρέψουμε στον ΣΥΡΙΖΑ να καθορίσει και το ύφος του αρχηγού του κόμματος».
Ο κύριος Μητσοτάκης απάντησε και σε όσους υποστηρίζουν ότι το επίθετό του είναι και η μεγαλύτερη δυσκολία του στην προσπάθεια να εκλεγεί πρόεδρος της ΝΔ, υπογραμμίζοντας:
«Το επίθετό μου είναι συν για μένα. Είμαι πολύ υπερήφανος για τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και το όνομά μου. Ο Κων/νος Μητσοτάκης είναι κατ’ εμ’ε ο πιο αδικημένος πολιτικός της γενιάς του».
«Ζήτησα το αυτονόητο, ουδετερότητα» ακόμη και από τα στελέχη που γνωρίζω ότι με στηρίζουν, σημείωσε εν συνεχεία ο κύριος Μητσοτάκης, σχετικά με τις τοποθετήσεις στελεχών της ΝΔ υπέρ συγκεκριμένων υποψηφίων, καθώς ο ίδιος θεωρεί ότι «την επόμενη ημέρα η σύνθεση είναι καλύτερη αν τα στελέχη δεν εκτεθούν τόσο ανοιχτά, σχετικά με την προτίμησή τους για κάποιον υποψήφιο».
Εφόσον εκλεγεί αρχηγός, προανήγγειλε ότι δεν πρόκειται να συνυπολογίσει «τι υποστήριξε κάθε βουλευτής κατά την προεκλογική φάση» και τόνισε ότι το βράδυ των εκλογών τελειώνει η προεκλογική διαμάχη καθώς αντίπαλος είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, «ο οποίος καταστρέφει τη μεσαία τάξη και δολοφονεί την πραγματική οικονομία».
Αναφορικά με το πώς σκοπεύει ο ίδιος να διαχειρισθεί τα υπέρογκα λειτουργικά έξοδα του κόμματος, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επανέλαβε τη θέση του για μεταφορά των γραφείων της ΝΔ από το κτίριο της Συγγρού, το οποίο χαρακτήρισε πολύ ακριβό και την μεταφορά τους σε «κάποια υποβαθμισμένη περιοχή». Κίνηση με συμβολικό επίσης σκοπό, που θα καταδείξει – όπως είπε – την έμπρακτη στήριξη της παράταξης στις λιγότερο προνομιούχες περιοχές. Διαβεβαίωσε πάντως ότι σε καμία περίπτωση δεν θα επέλεγε ο ίδιος την Ρηγίλλης, αν και όπως υπογράμμισε είναι ένα κτίριο «που αγαπά»: αφενός γιατί θεωρεί ότι ένα κόμμα πρέπει να σέβεται το παρελθόν του, αλλά να κοιτάει στο μέλλον και να μην επιστρέφει σε αυτό. Αφετέρου γιατί «πρόκειται για ένα τελείως μη λειτουργικό κτίριο».
Τέλος, στο ερώτημα αν τελικά η Ντόρα Μπακογιάννη στηρίζει την υποψηφιότητά του, ο Κυριάκος Μητσοτάκης παρέπεμψε καταρχάς στην ίδια τη βουλευτή της ΝΔ για απαντήσεις, δήλωσε όμως χαρακτηριστικά ότι «την επόμενη ημέρα όλοι έχουν τη θέση τους αλλά και όλοι αξιολογούνται. Θέλω πάντως να διοικήσω την παράταξη με ανθρώπους της γενιάς μου».
«Εγώ δεν ζήτησα στήριξη από κανέναν. Ό,τι ισχύει για τους υπόλοιπους 74 βουλευτές ισχύει και για την Ντόρα Μπακογιάννη, ιδίως επειδή είναι αδελφή μου», κατέληξε.