“Η διαβεβαίωση για διέξοδο μέσω της δοκιμασμένης πολιτικής άγριας εσωτερικής υποτίμησης -λιτότητα, ανεργία, φοροκαταιγίδα, καταστροφή του παραγωγικού ιστού, λεηλασία αναντικατάστατης δημόσιας περιουσίας- ισοδυναμεί με “αποκήρυξη μετά βδελυγμίας” όλης της πορείας του αντιμνημονιακού ΣΥΡΙΖΑ από το 4,5% σε κόμμα κυβερνητικής εξουσίας”, αναφέρει η πρώην αναπληρώτρια υπουργός Οικονομικών Νάντια Βαλαβάνη, σε συνέντευξή της που παραχώρησε στην “Εφημερίδα των Συντακτών”.
Στο ερώτημα δε αν υπάρχει ενδεχόμενο να έχει κάποια επιτυχία το τρίτο Μνημόνιο, απαντά “κατηγορηματικά Όχι” “αν με τον όρο “επιτυχία” εννοείται έξοδος από την κρίση υπέρ του λαού και του τόπου”.
“Είναι αποκαρδιωτικό παλιοί σύντροφοι να υποστηρίζουν ότι ο δρόμος απαλλαγής από τα μνημόνια περνάει μέσα απ΄ την εφαρμογή του μνημονιακού καθεστώτος” αναφέρει η κ. Βαλαβάνη σημειώνοντας πως ο προϋπολογισμός “υιοθετεί μέχρι και τη νεοφιλελεύθερη θεολογική ορολογία περί “ενάρετου κύκλου” – θυμάμαι πώς τα ειρωνευόμασταν αυτά ως “αμαρτωλοί” εισηγητές του ΣΥΡΙΖΑ”.
Η πρώην υπουργός κάνει λόγο για επιταχυνόμενη φθορά της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που “δεν αντανακλά, ωστόσο, ακόμη σε μαζικές μετατοπίσεις μέσα στην κοινωνία” και για “καταθλιπτικά μνημονιακή Βουλή”, της οποίας οι παλιές πολιτικές δυνάμεις, αλλά και το Ποτάμι και η Ένωση Κεντρώων, είναι εξαιρετικά φθαρμένες, ενώ η αξιωματική αντιπολίτευση δεν αξιώνεται να οργανώσει ούτε την εκλογή του αρχηγού της.
“Αυτή η πρωτοφανής Βουλή, η πρώτη χωρίς αντιμνημονιακή αντιπολίτευση, έχει μνημονιακό βάθος. Ωστόσο οι προετοιμαζόμενες λύσεις θα περιπλέξουν τον τρόπο εφαρμογής των μνημονιακών πολιτικών, δηλ. ό,τι απέμεινε ως διακυβέρνηση χάρη στη μνημονιακή εξαλλαγή του ΣΥΡΙΖΑ. Ορατός κίνδυνος είναι, επίσης, να “σκάσει” grexit στα χέρια τέτοιων κυβερνήσεων -με χαώδη και καταστροφικό τρόπο” συμπληρώνει και τονίζει: “Βεβαίως, τα παραπάνω είναι δυνατά επίσης επειδή σήμερα δεν προβάλλει η ΛΑΕ -ή οποιοσδήποτε άλλος- ως διέξοδος: Από την άποψη μιας εφικτής πολιτικής πρότασης, που θα ξεκινά από τις εκρηκτικές ανάγκες μιας ζωής που ασφυκτιά στη σημερινή μιζέρια και θα καθοδηγείται από ένα απελευθερωτικό όραμα για την κοινωνία, τον εργαζόμενο και προπαντός το νέο άνθρωπο. Οι αντιμνημονιακές δυνάμεις έξω απ’ τη Βουλή είναι σαν να ξεκινάμε από την αρχή να συλλαβίζουμε την αλφαβήτα της πάλης -μέχρι ότου ξαναποκτήσουν τέτοιες ικανότητες εκατομμύρια άνθρωποι”.
Στο ερώτημα αν υπήρξε εναλλακτική λύση, αναφέρει πως “στην πρώτη κυβέρνηση υπήρχε μια κεντρική ηγετική ομάδα διατεθειμένη να παραχωρήσει τα πάντα προκειμένου να μείνουμε στο ευρώ -όπως τελικά και έκανε […] κόντρα στην “επίσημη” γραμμή του ΣΥΡΙΖΑ” και πως “κάθε επιχείρηση εκπόνησης εναλλακτικών σχεδίων έμεινε απόπειρα”, αφού “με τις όποιες λύσεις πολιτικά δαιμονοποιημένες, έπρεπε να καλύπτεται από πέπλο “παρανομίας””. “Έτσι βέβαια δεν εκπονούνται εναλλακτικά προγράμματα ούτε κερδίζεται η λαϊκή στήριξη”, τόνισε.
Σ’ αυτό το σημείο, συμπλήρωσε ότι το καλοκαίρι ο πρωθυπουργός θα μπορούσε βασισμένος “στην πιο πολύτιμη αγωνιστική “προίκα”, το συντριπτικό λαϊκό ΟΧΙ στο δημοψήφισμα” ν’ απευθυνθεί ξανά στο λαό και τη νεολαία, ή “αν δεν ήταν διατεθειμένος για τέτοια σύγκρουση, ας παρέδιδε την εντολή”. “Ας επιχειρούσαν να περάσουν το νέο μνημόνιο, κόντρα στην εκφρασμένη λαϊκή θέληση, οι “ιδιοκτήτες” των προηγούμενων μνημονιακών προγραμμάτων. Θα ήταν μια τακτική ήττα, που θα επέτρεπε στην Αριστερά να επανακάμψει σύντομα και “σοφότερη” – και στη χώρα να συνεχίσει να ελπίζει”, σημειώνει.
Αναφερόμενη στη Λαϊκή Ενότητα και στο ερώτημα αν έχει σήμερα εφικτή εναλλακτική πρόταση απαντά πως “μετά τη στρατηγική ήττα αριστεράς και χώρας, σε μεγάλο βαθμό την αναζητεί. Χρειάζεται να συνεχίσει να το κάνει, οργανώνοντας σοβαρή προγραμματική συζήτηση” Τονίζει πως το χρέος δε γίνεται βιώσιμο χωρίς “κούρεμα του μεγαλύτερου μέρους του, “το ξέρουν όλοι και κάποτε αυτό θα γίνει αναπόφευκτα, το θέμα είναι όμως να γίνει τώρα”, λέει, ενώ σχετικά με την επιστροφή σε εθνικό νόμισμα επισημαίνει πως “η νομισματική κυριαρχία είναι δύσκολη σε μια χώρα με δεκαπέντε χρόνια κοινό νόμισμα, μπορεί ν’ αποτελέσει ωστόσο λύση απέναντι στο σημερινό εκκωφαντικό μνημονιακό αδιέξοδο”. “Η ανάκτηση μιας τέτοιας προοπτικής απαιτεί σοβαρή δουλειά για την αποδαιμονοποίηση της και συστηματική μελέτη όλων των πλευρών και συνεπειών της για ένα ρεαλιστικό πρόγραμμα μετάβασης” προσθέτει.
Συμπληρώνει πως “στις σημερινές συνθήκες η ΛΑΕ χρειάζεται ως πολιτικό μέτωπο οργανώσεων και ανένταχτων αγωνιστών, οργανωμένο με τον πιο δημοκρατικό τρόπο, με πρόγραμμα που θα ενισχύει τους αγώνες και την πρωτοβουλιακή οργάνωση της κοινωνίας ενάντια στις μνημονιακές πολιτικές -ξεκινώντας από το εργατικό και λαϊκό κίνημα, από το δικαίωμα όλων για αξιοπρεπή δουλειά” και καταλήγει: “Ρεαλιστική προοπτική είναι, μακριά από “τυφλά” ξεσπάσματα που το σύστημα “αφομοιώνει”, ξεκινώντας προγραμματικά από τις συγκεκριμένες ανάγκες των ανθρώπων, μια αντιπολίτευση που θα προκαλέσει την επιστροφή της ΛΑΕ στο κοινοβούλιο: Για να προκαλεί τα μπλακ άουτ στις μνημονιακές πολιτικές που πετύχαινε ο αντιμνημονιακός ΣΥΡΙΖΑ, με ενεργή συμμετοχή, όμως, των ανθρώπων που αφορούν, ξεκινώντας απ’ το ασφαλιστικό, το αγροτικό, τη λαϊκή στέγη, την παραγωγική ανασυγκρότηση. Στην προοπτική μιας κυβέρνησης λαϊκού μετώπου, ικανής για ό,τι δεν κατάφερε η πρώτη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ: Απεμπλοκή από τις μνημονιακές πολιτικές, με όλες τις εναλλακτικές λύσεις σοβαρά μελετημένες και ανοιχτές”.