Η σύνδεση των εισφορών με το εισόδημα ήταν πάγιο αίτημα των εργοδοτικών οργανώσεων και των επιμελητηρίων και τώρα αντιδρούν, δήλωσε σήμερα στην πρωινή εκπομπή του ΣΚΑΪ ο υφυπουργός Εργασίας , Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης αρμόδιος για θέματα Κοινωνικών Ασφαλίσεων Αναστάσιος Πετρόπουλος, ο οποίος τόνισε ότι θα γίνει προσδιορισμός της ακριβούς εισφοροδοτικής ικανότητας των πολιτών βάσει της οποίας θα κανονίζεται – μέσω υπουργικών αποφάσεων – και το ύψος των εισφορών.
«Το όχι είναι αυτονόητο στα εισοδηματικά κριτήρια για την κατώτατη σύνταξη», υπογράμμισε, όπως αναφέρει το skai.gr, προσθέτοντας ότι δεν είναι δυνατόν να συνδέεται με εισοδηματικά κριτήρια η συμμετοχή στο Ασφαλιστικό.
Αναφερόμενος στην εισφορά του 20% που θα κληθούν να καταβάλουν οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι αυτοαπασχολούμενοι ο υφυπουργός διευκρίνισε ότι ο υπολογισμός θα γίνεται επί του καθαρού εισοδήματος ενώ ως ανώτατο όριο υπολογισμού θα λαμβάνεται το 10πλασιο του κατώτατου μισθού ανειδίκευτου εργάτη άνω των 25, δηλαδή τα 5800 ευρώ περίπου.
Ο κ. Πετρόπουλος επέμεινε ότι πέραν από το αναδιανεμητικό κομμάτι, οι ασφαλισμένοι πρέπει να καταλάβουν ότι οι εισφορές τελικά επιστρέφουν στους ίδιους. Υπογράμμισε εξάλλου ότι η ειδική επιτροπή που έχει ήδη συσταθεί θα προσδιορίσει με μεγαλύτερη συναίνεση τους κανόνες, εξετάζοντας συνολικά τις προσαρμογές στο Ασφαλιστικό, με σκοπό να αποφευχθούν οι αδικίες. Στόχος – είπε – είναι να υπάρχει η ευκαμψία που θα επιτρέπει να προσαρμόζεται το ύψος των εισφορών στην εισφοροδοτική ικανότητα των πολιτών.
«Κάναμε μία πρόταση στους θεσμούς, οι λεπτομέρειες όμως του νομοσχεδίου είναι δική μας δουλειά», σημείωσε ο κ. Πετρόπουλος ο οποίος επανέλαβε ότι η κυβέρνηση ζητά τη στήριξη του συνόλου της αντιπολίτευσης αλλά και της κοινωνίας προκειμένου να καταφέρει να διατηρήσει τα κοινωνικά χαρακτηριστικά της Ασφάλισης.
«Απορώ γιατί αντιδρούν κάποιες από τις εργατικές οργανώσεις για την αύξηση 0,5% στις εισφορές, αφού αυτό σημαίνει ότι οι εργοδότες δίνουν τα διπλάσια και αυτό συνιστά αύξηση των εισοδημάτων των εργαζομένων», δήλωσε περαιτέρω, συμπληρώνοντας ότι σε κάθε περίπτωση όταν τα τελευταία χρόνια έχουν μειωθεί κατά 4% οι εργοδοτικές εισφορές δεν συνιστά μεγάλη επιβάρυνση η πρόσκαιρη αύξηση του 1%.
«Αυτό το ποσό θα επιστρέψει στις επιχειρήσεις ως καταναλωτική δύναμη των συνταξιούχων», εκτίμησε ο υφυπουργός.
Αναφερόμενος στο ΕΚΑΣ σημείωσε ότι αυτό θα διατηρηθεί μέχρι το τέλος του 2017 και διαβεβαίωσε ότι η εθνική σύνταξη των 384 ευρώ συν το αναλογικό κομμάτι για κάθε ασφαλισμένο «θα καταβάλλεται εγγυημένα».
Ο κύριος Πετρόπουλος έκανε λόγο για τη σύνδεση εθνικής σύνταξης και ΑΕΠ στη βάση των θετικών προοπτικών που διαφαίνονται για την αύξηση του ΑΕΠ και τη βελτίωση της ελληνικής οικονομίας. Μία τέτοια θετική εξέλιξη δε θα φανεί άμεσα – τουλάχιστον για τα επόμενα τρία χρόνια – στις συντάξεις, που θα παραμείνουν ανεπηρέαστες αλλά στην πορεία θα υπάρξει εναρμόνιση, είπε.
Επιμένοντας ότι δε θα μειωθεί το ύψος των (κύριων) συντάξεων, τέλος, ο υφυπουργός προχώρησε σε μία διαφοροποίηση σχετικά με τις συντάξεις του ΤΕΒΕ, αναφέροντας ότι εκεί δεν μπορεί να γίνεται λόγος για μειώσεις αλλά για αντιστοίχηση στο ύψος στο οποίο έπρεπε να βρίσκονται βάσει των προδιαγραφών που καθορίζουν το ύψος αυτό.