Στην ανάγκη εξορθολογισμού των αμυντικών δαπανών αναφέρθηκε ο αναπληρωτής Υπουργός Εθνικής Αμύνης, Πάνος Μπεγλίτης, μιλώντας, στο διοικητικό συμβούλιο του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθήνας (ΕΒΕΑ), για τα θέματα της αμυντικής βιομηχανίας και ευρύτερα της εθνικής οικονομίας.
Ο κ. Μπεγλίτης ανέφερε ότι σε μια περίοδο βαθιάς οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, σε μια περίοδο «όπου επιχειρούμε, ως κυβέρνηση, τη δημοσιονομική σταθεροποίηση, δεν μπορούμε στο χώρο του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, να προχωρήσουμε με λογικές, συμπεριφορές και πρακτικές, που ήταν γνωστές εδώ και πάρα πολλά χρόνια και οδήγησαν σε αδιέξοδα».
Άρα λοιπόν, επεσήμανε, «το πρώτο στοίχημα είναι ο εξορθολογισμός των δαπανών, κυρίως στο λειτουργικό σκέλος και στο σκέλος των αμυντικών εξοπλισμών, με στόχο τη μείωση των αμυντικών δαπανών, με στόχο να κατεβάσουμε το ποσοστό των αμυντικών δαπανών ως ποσοστό του ΑΕΠ, χωρίς συγχρόνως να θίγουμε ή να επηρεάζουμε αρνητικά το αξιόμαχο των Ενόπλων Δυνάμεων και την επιχειρησιακή ικανότητα των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων».
Σημείωσε πως μεγάλο ποσοστό των δαπανών στο χώρο των Ενόπλων Δυνάμεων είναι ανελαστικές δαπάνες και απορροφάται από μισθούς και συντάξεις, αλλά υπογράμμισε πως «δεν μπορούμε πλέον ούτε στο ένστολο προσωπικό, ούτε στο πολιτικό προσωπικό να μιλάμε για περαιτέρω περικοπές – πολύ περισσότερο, μάλιστα, όταν αναγνωρίζουμε, και το κάνουμε, ως πολιτική ηγεσία του Υπουργείου, την ευαίσθητη αποστολή την οποία αναλαμβάνουν να φέρουν εις πέρας στο όνομα του ελληνικού λαού, της πατρίδας μας, οι Ένοπλες Δυνάμεις».
Ως προς τις δαπάνες των αμυντικών εξοπλισμών, ο Πάνος Μπεγλίτης ανακοίνωσε ότι στο πλαίσιο του Συμβουλίου Άμυνας «στο νέο 15ετές μακροπρόθεσμο πρόγραμμα αμυντικών εξοπλισμών βάλαμε κυριολεκτικά μαχαίρι».
«Και βάλαμε μαχαίρι, στηριζόμενοι σε μια νέα στρατηγική και σε μια νέα αντίληψη, που λέει ότι η Ελλάδα σήμερα δεν έχει την πολυτέλεια να σχεδιάζει με βάση μη υπαρκτές επιχειρησιακές και αμυντικές ανάγκες. Η χώρα μας, στον 21ο αιώνα και λαμβάνοντας υπόψη την δημοσιονομική κρίση, δεν μπορεί να συμπεριφέρεται στο χώρο της άμυνας ως μια υπερδύναμη, με έναν “μεγαλοϊδεατισμό”, ο οποίος δεν μπορεί να υποστηριχθεί οικονομικά», σημείωσε.
Ο Π. Μπεγλίτης επεσήμανε, επίσης, ότι οι Ένοπλες Δυνάμεις «αποτέλεσαν πάντα ένα ταμπού για όλες τις πολιτικές δυνάμεις και κυρίως τις δυνάμεις που άσκησαν εξουσία: ένας χώρος ερμητικά κλειστός, ένας χώρος έξω από κάθε στοιχειώδη δημοκρατικό, κοινοβουλευτικό έλεγχο, στο όνομα του απορρήτου, της εμπιστευτικότητας, των εθνικών συμφερόντων της χώρας».
Ωστόσο, σημείωσε πως ο εν λόγω χώρος δεν είναι ο χώρος – παραγωγός των μεγαλύτερων προβλημάτων, στο πλαίσιο της ελληνικής οικονομίας.
Τόνισε ακόμη ότι τα πράγματα στο χώρο των ΕΔ εξελίχθηκαν, τα τελευταία περίπου 40 χρόνια, μ’ έναν εντελώς ανορθολογικό, ανορθόδοξο και προβληματικό τρόπο – «και μιλώ, χωρίς φόβο και χωρίς πάθος, για όλες τις κυβερνήσεις, για όλα τα κόμματα εξουσίας, που από το 1974 μέχρι σήμερα κυβέρνησαν τη χώρα», είπε και πρόσθεσε ότι ο εν λόγω τομέας «για πολλά χρόνια και για εξηγήσιμους λόγους, απορρόφησε ένα πολύ μεγάλο ποσοστό του εθνικού προϋπολογισμού, δηλαδή πάνω από το 5%-5,5%, για πάρα πολλά χρόνια».
Υπογράμμισε ότι η ποσοτική διάσταση των αμυντικών δαπανών δεν είναι ικανή από μόνη της για να εξασφαλίσει και επαρκή και αποτελεσματική επιχειρησιακά Εθνική Άμυνα και να εμπεδώνει συνεχώς το αίσθημα εθνικής ασφάλειας που έχουν ανάγκη οι Έλληνες πολίτες.
«Όμως, αυτό συνέβη», σημείωσε και πρόσθεσε πως «επιχειρήσαμε να αλλάξουμε αυτήν την κατάσταση, όχι χωρίς κόστος ή χωρίς εσωτερικές συγκρούσεις».
Ο Αναπληρωτής Υπουργός Εθνικής Αμύνης αναφέρθηκε διεξοδικά στα των αμυντικών βιομηχανιών στην Ελλάδα, στα προβλήματα και τα χρέη τους, καθώς και στο «τρομακτικό πρόβλημα» ρευστότητας που αντιμετωπίζουν, και επεσήμανε ότι μόνο μέσα από ανατροπές, μόνο μέσα από πλήρη αλλαγή της αντίληψής μας για τις κρατικές αμυντικές βιομηχανίες, μπορεί να υπάρχει διέξοδος.
«Και βεβαίως μέσα και από συγκρούσεις. Εγώ δεν έχω φοβηθεί να συγκρουστώ με τα συνδικαλιστικά συμφέροντα στο χώρο των κρατικών αμυντικών βιομηχανιών. Χωρίς να φοβηθώ τίποτα και χωρίς ν’ απολογούμαι για τίποτα. Γιατί δεν αναγνωρίζω στους συνδικαλιστές και στις συνδικαλιστικές παρατάξεις, τίποτε παραπάνω από εκείνο που επιτρέπει και αναγνωρίζει ο θεσμικός τους ρόλος. Δεν θα γίνουμε συγκυβερνήτες και δεν θα μοιραστούμε το οποιοδήποτε συμφέρον σ’ αυτό το χώρο», τόνισε.
Και κατέληξε λέγοντας ότι στο θέμα των κρατικών αμυντικών βιομηχανιών, «μέσα από την εξυγίανση και τον εκσυγχρονισμό, θα αναζητήσουμε στρατηγικές εταιρικές σχέσεις, στην κατεύθυνση της συντεταγμένης αποκρατικοποίησης και των δυναμικών συνεργασιών με μεγάλες εταιρείες του εξωτερικού, αλλά, και γιατί όχι, με μεγάλες δυναμικές και εξωστρεφείς εταιρείες της χώρα μας. Πρέπει να βρούμε νέα μοντέλα συνεργασίας και συνεργειών».