“Έχουμε ισχυρότατο συμφέρον να απεξαρτηθούμε από τα ορυκτά καύσιμα”, δήλωσε ο αναπληρωτής υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Γιάννης Τσιρώνης, προσθέτοντας ότι “θα έχουμε συγκριτικό πλεονέκτημα για τον υπόλοιπο αιώνα”, κατά τη διάρκεια ημερίδας των Οικολόγων Πρασίνων στα γραφεία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Ελλάδα.
Όπως είπε ο αν. υπουργός, η χώρα μας θα απαλλαχθεί από τις συνέπειες των αυξομειώσεων της τιμής του πετρελαίου, καθώς επίσης και από τρίτες χώρες και από γεωπολιτικά συμφέροντα.
Ο κ. Τσιρώνης επανέλαβε ότι το κόστος για τη χώρα μας από τη μη προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή θα ανέλθει στα 700 δισ. ευρώ, ενώ με τις πλέον αισιόδοξες προβλέψεις αυτό δεν πρόκειται να πέσει κάτω από 400 δισ., σύμφωνα με την έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας.
Ο αναπληρωτής υπουργός αναφέρθηκε ιδιαίτερα στην Κοινωνική Οικονομία και την Κυκλική Οικονομία συνδέοντας την ορθή διαχείριση των αποβλήτων με τη βιώσιμη ανάπτυξη, ενώ έκανε επίσης λόγο για τις συνεταιριστικές επιχειρήσεις.
Απ’ την πλευρά του ο γενικός γραμματέας Ενέργειας Μιχάλης Βερροιόπουλος επεσήμανε την ανάγκη ενεργειακής αυτάρκειας αλλά και την παροχή προσιτής, ασφαλούς και βιώσιμης ενέργειας. “Η Ελλάδα είναι σχετικά ενεργοβόρα χώρα καθώς καταναλώνουμε 2,1 τόνους ισοδύναμου πετρελαίου ανά κάτοικο, όταν ο μέσος όρος στην Ευρώπη είναι κάτω από 1,8″, ανέφερε, επισημαίνοντας ταυτόχρονα το υψηλό ενεργειακό κόστος της χώρας μας καθώς, όπως είπε, 25-30 δισ. το χρόνο, δηλαδή το 17% του ΑΠΕ καταναλώνεται στην ενέργεια, γεγονός που αντιστοιχεί σε 2.500 ευρώ ανά κάτοικο, όταν ο μέσος όρος είναι 1.100 ευρώ”.
Όπως είπε ο κ. Βερροιόπουλος, εισάγουμε το 70% της ενέργειάς μας, κυρίως πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Το μεγαλύτερο ποσοστό -40%- αφορά τις μεταφορές, το 27% αφορά την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας κάτι που μεταφράζεται σε 6 δισ. Ο κ. Βερροιόπουλος τόνισε την ανάγκη διαφοροποίησης στον ανεφοδιασμό με έμφαση σε νέες εθνικές και ευρωπαϊκές πηγές ενέργειας αλλά και τις γεωπολιτικές δυνατότητες της χώρας. Επεσήμανε επίσης την ανάγκη να δοθεί έμφαση στον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό, την καινοτομία και την αποθήκευση, καθώς επίσης στην αποδοτικότητα και την εξοικονόμηση, με παράλληλη ορθολογική αξιοποίηση των εγχώριων πόρων, τη μείωση της κατανάλωσης, της χρήσης του άνθρακα και τη διείσδυσης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ).
Παράλληλα, όπως είπε, προωθούνται έργα ΑΠΕ, βιομάζας και βιοαερίου, το πρόγραμμα “Εξοικονομώ”, ενισχύονται οι ενεργειακοί συνεταιρισμοί με νέο νομικό πλαίσιο, καταρτίζεται χάρτης αντιμετώπισης της ενεργειακής πενίας, καθώς και προγράμματα ενεργειακής εξοικονόμησης στα δημόσια κτίρια.
Ως “μεγάλο ζήτημα” χαρακτήρισε ο κ. Βερροιόπουλος αυτό της αποθήκευσης ενέργειας, ενώ παράλληλα, όπως είπε, “εάν δεν προχωρήσουμε σε “έξυπνα” δίκτυα δεν υπάρχει μέλλον”.
“Έχουμε προχωρήσει ως χώρα. Μέχρι το 2030 πάνω από 2,5 γιγαβάτ θα “φύγουν” από το σύστημα και θα έχουμε υπερκεράσει τους ευρωπαϊκούς στόχους”. Σχετικά με τη χρήση λιγνίτη, ο οποίος συμμετέχει στο σύστημα σε ποσοστό 38%, ο κ. Βερροιόπουλος έκανε γνωστό ότι από τις 30 τεραβατώρες, μέχρι το 2020 θα έχουμε πέσει κάτω από τις 20.
Όπως ανακοίνωσε ο γενικός γραμματέας, το ΥΠΕΝ προχωράει το προσεχές διάστημα στην κατάρτιση εθνικού ενεργειακού σχεδίου, με τη δημιουργία φόρουμ ενεργειακού διαλόγου στον οποίο θα συμμετέχουν όλοι οι θεσμικοί φορείς που εμπλέκονται στην ενέργεια, ενώ θα καταρτιστεί και ομάδα εργασίας από ειδικούς και επιστημονικούς φορείς που θα επεξεργάζεται το σχέδιο, το οποίο μετά τη διαβούλευση θα πάρει την τελική μορφή του.
Τέλος, ο δήμαρχος Κοζάνης Λευτέρης Ιωαννίδης άσκησε δριμύτατη κριτική σχετικά με τις επενδύσεις της ΔΕΗ στις λιγνιτοπαραγωγικές μονάδες στην Πτολεμαΐδα, λέγοντας ότι δεν υπάρχει κανένα στοιχείο οικονομικής βιωσιμότητας στη μονάδα Πτολεμαΐδα 5. Όπως είπε “από πουθενά δεν προκύπτει ότι οι επενδύσεις θα είναι βιώσιμες και δεν θα επιβαρύνουν τους Έλληνες πολίτες”. Όπως τόνισε, απαιτείται σχέδιο προστασίας και μετάβασης στη μεταλιγνιτική εποχή, επισημαίνοντας ότι “κάνουμε βήματα προς τα πίσω”.